Ο καθηγητής και υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος σε μια «διάλεξή» του στη Βουλή, επί τη ευκαιρία της παροχής ψήφου εμπιστοσύνης, εξήγησε σε όσους είχαν την υπομονή να μεταφράσουν τα ελληνικά του, ότι η μεγάλη διαφορά των κυβερνήσεων προ ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ με τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ ήταν ότι οι προηγούμενες κυβερνήσεις θεωρούσαν οικουμενική τάξη τους επιχειρηματίες και τους τραπεζίτες, ενώ η δική του κυβέρνηση θεωρούσε και θεωρεί οικουμενική τάξη τον κόσμο της εργασίας. Αυθαίρετος και εσφαλμένος διαχωρισμός διότι για όλες τις ελληνικές κυβερνήσεις το επίκεντρο του ενδιαφέροντος ήταν πάντα οι ψηφοφόροι, τους οποίους καλοπιάνανε με παροχές. Και κυρίως οι δημόσιοι υπάλληλοι οι οποίοι και αυξάνονταν διαρκώς σε αριθμό και έπαιρναν συστηματικά αυξήσεις και έξτρα επιδόματα. Η οικουμενική τάξη λοιπόν για τους πολιτικούς, ανεξαρτήτως αποχρώσεων, ήταν και είναι οι ψηφοφόροι – το ίδιο ισχύει και για τους λαϊκιστές των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ σήμερα.

Ο κ. Τσακαλώτος στην ομιλία του είπε ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού, το δημόσιο σύστημα ασφάλισης, το κοινωνικό κράτος κ.λπ. είναι καλά για την κοινωνία και την οικονομία. Το ίδιο πίστευαν και όλα τα άλλα κόμματα που κυβέρνησαν και αυτά είναι που φτιάξανε το κοινωνικό κράτος, αυτά είναι που καθιέρωσαν τον κατώτατο μισθό και τις συντάξεις. Συμφωνούμε λοιπόν με τον κ. Τσακαλώτο αλλά με μια προϋπόθεση: ότι έχουμε τα λεφτά για να τα πληρώνουμε. Δηλαδή ότι παράγουμε λεφτά. Και λεφτά παράγει μόνο ο ιδιωτικός τομέας. Το Δημόσιο ξοδεύει, δεν παράγει.

Υπερασπίστηκε ο κ. Τσακαλώτος τους υψηλούς φόρους και μίλησε κατά της μείωσής τους. Και εκεί πλέον η μπάλα χάθηκε όχι μόνο για τους οικονομολόγους, αλλά για όλους τους ακροατές.

Ο υπουργός Οικονομικών έδωσε ιδιαίτερα μεγάλη έμφαση στην άποψή του ότι δεν πρέπει να μειωθούν οι φόροι και αποκαλύφθηκε ότι βρίσκεται σε τεράστιο κομφούζιο. Διότι φέρνοντας ως παράδειγμα την πολιτική Τραμπ, φάνηκε ότι μπερδεύει τις αμερικανικές επιχειρήσεις με τις ελληνικές, ότι αντιμετωπίζει τις ελληνικές επιχειρήσεις ως πολυεθνικές, ως επιχειρήσεις χωρίς πατρίδα, ως ανάλγητα νομικά πρόσωπα που χρησιμοποιούν κάθε μέσο για να υπονομεύσουν το κοινωνικό κράτος.

Φυσικά καμία σχέση δεν έχουν οι μικρές τοπικές και εθνικές, στην καλύτερη περίπτωση, ελληνικές επιχειρήσεις με αυτά που περιγράφει ο κ. Τσακαλώτος. Οι περισσότερες είναι οικoγενειακές με διεθνή στάνταρ, δεν χαρακτηρίζονται ούτε καν μικρομεσαίες και συμμετέχουν ενεργά στην κοινωνία.

Οι ελληνικές επιχειρήσεις που παραμένουν στη χώρα και φορολογούνται βάναυσα, οι ελεύθεροι επαγγελματίες και οι ιδιωτικοί υπάλληλοι είναι αυτοί που φέρνουν το σύνολο των εσόδων του ελληνικού δημοσίου και συντηρούν τον Τσακαλώτο προσωπικά, όλους ανεξαιρέτως τους πολιτικούς και όλους ανεξαιρέτως τους δημοσίους υπαλλήλους. Και δεν τους συντηρούν απλώς, αλλά τους προσφέρουν ένα πολύ υψηλότερο επίπεδο παροχών από αυτό που μπορεί να αντέξει αυτό το κράτος.

Στην ομιλία του ο κ. Τσακαλώτος μπερδεύει επίσης τους φόρους με τις επιδοτήσεις. Λέει δηλαδή ότι η μείωση των φόρων είναι επιδότηση για τις επιχειρήσεις. Και τη φέρνει σε αντιδιαστολή με τις παροχές που δίδονται στους εργαζόμενους του Δημοσίου, υποστηρίζοντας ότι, όπως είχε πει ο Μάρτιν Λούθερ Κίνγκ, για τις επιχειρήσεις χρησιμοποιείται ο «καλός» όρος «επιδοτήσεις», ενώ για τους εργαζόμενους ο «κακός» όρος «παροχές». Μα, κύριε υπουργέ, δεν μπορείτε να καταλάβετε ότι η μείωση των φόρων δεν είναι επιδότηση για τις επιχειρήσεις; Δεν καταλαβαίνετε ότι ο φόρος είναι επιδότηση που δίνουν οι επιχειρήσεις στο κράτος; Αν οι επιχειρήσεις καταφέρουν να βγάλουν κέρδη, έρχεται ο άπληστος, υποχρεωτικός και βίαιος συνέταιρός τους, το κράτος, και τους αρπάζει τα λεφτά.

Ο ιδιωτικός τομέας είναι η μοναδική πηγή παραγωγής χρήματος που υπάρχει στη χώρα. Οι επιχειρήσεις, οι ελεύθεροι επαγγελματίες, οι ιδιωτικοί υπάλληλοι είναι οι μόνοι που παράγουν, είναι οι μόνοι που δημιουργούν χρήμα. Το Δημόσιο δεν παράγει χρήμα, κύριε Τσακαλώτο, μόνο δαπανά. Το χρήμα που διαθέτει το παίρνει βίαια από τους εργαζομένους. Από τον κόσμο της εργασίας τον οποίο εσείς υποτίθεται ότι υποστηρίζετε.

Οταν λοιπόν εσείς, ως εκπρόσωπος του αναγκαστικού συνεταίρου, βγάζετε όχι απλώς πλεόνασμα αλλά και υπερπλεόνασμα, αυτό σημαίνει ότι έχετε πιει το αίμα του κόσμου της εργασίας. Και το έχετε πιει με το μπουρί της σόμπας, όχι με απλό καλαμάκι. Διότι έτσι βγαίνει το υπερπλεόνασμα.

Αντίθετα από όσα λέτε και κάνετε, αυτό που θα έπρεπε να κάνουν το Ελληνικό Δημόσιο και η κυβέρνηση -στις ιδιαίτερα δύσκολες χρονιές για τη χώρα- θα ήταν να διαφυλάσσει ως κόρην οφθαλμού κάθε ελληνική επιχείρηση και να προσπαθεί να τη βοηθήσει να αναπτυχθεί ώστε να μπορεί να προσλάβει εργαζομένους και να μπορεί να πληρώσει φόρους.
Φυσικά αυτό δεν μπορούν να το κάνουν άνθρωποι με τη δική σας μαρξιστική παιδεία και ιδεολογία. Δεν μπορούν να το κάνουν άνθρωποι που σκέφτονται σαν να ζούμε σε κλειστές οικονομίες που τυπώνουν άπειρο δικό τους χρήμα.

Αυτό όμως που θα μπορούσατε να κάνετε είναι να είστε πιο δίκαιος προς τους φορολογούμενους.

Αν ήσαστε δίκαιος, θα έπρεπε κάθε ομιλία σας στη Βουλή να ξεκινάει με την πρόταση «ευχαριστώ τους φορολογούμενους ιδιώτες και τις επιχειρήσεις που πληρώνουν τους φόρους και μας ζούνε όλους». Και κάθε ομιλία σας θα έπρεπε να τελειώνει με μια άλλη πρόταση: «Σας διαβεβαιώνω πως κάνω ό,τι μπορώ για να μειώσω τις σπατάλες του Δημοσίου και ελπίζω ότι σύντομα θα τα καταφέρω να μειώσω και τους φόρους».

Αυτά θα έλεγε ένας δίκαιος υπουργός Οικονομικών και δεν θα ανέπτυσσε θεωρίες υβρίζοντας τους χρησιμότερους πολίτες που πληρώνουν για όλα και για όλους.