Ποιος μπορούσε ποτέ να φανταστεί ότι από τις υποσχέσεις για σκισίματα των μνημονίων, αυτή η για «πρώτη φορά Αριστερά» κυβέρνηση θα έφτανε να υπερθεματίζει για το ύψος των πλεονασμάτων του Προϋπολογισμού; Υποσχέθηκε τώρα στους εταίρους πλεόνασμα 1,14 δισ. ευρώ για φέτος, 800 εκατ. για το 2020, 1,22 δισ. για το 2021 και 2,33 δισ. για το 2022. Σύνολο 5,5 δισ. ευρώ στην τετραετία. Καταστροφή!

Για να καταλάβουμε λοιπόν για τι πράγμα μιλάμε, δημοσιονομικό πλεόνασμα σημαίνει πόσα λεφτά παραπάνω από όσα χρειαζόταν μάζεψε το Δημόσιο από φόρους. Σημαίνει δηλαδή ότι από όλα τα λεφτά που μαζεύει με τους φόρους πληρώνει όλες τις δημόσιες δαπάνες και του περισσεύει το πλεόνασμα για να «κάνει παιχνίδι».

Εδώ πρέπει να μπει μία ακόμη επεξήγηση. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, δηλαδή στην περίπτωση του Ελληνικού Δημοσίου με κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, όταν λέμε ότι το Δημόσιο πληρώνει όλες τις δαπάνες, δεν εννοούμε όλες. Εννοούμε μόνο μισθούς και συντάξεις και από εκεί και πέρα δεν επιστρέφει τους φόρους που θα έπρεπε να επιστρέψει σε όσους κατά λάθος χρεώθηκαν με περισσότερους, δεν πληρώνει τους προμηθευτές του Δημοσίου, δεν πληρώνει καν τις οφειλές του Δημοσίου για ρεύμα κ.λπ. Δεν καλύπτει επαρκώς τις λειτουργικές ανάγκες για καύσιμα και ανταλλακτικά των δημοσίων οχημάτων (αεροπλάνα, πλοία, περιπολικά, πυροσβεστικά κ.λπ.) και φυσικά δεν υλοποιεί τις δημόσιες επενδύσεις, τις οποίες αν υλοποιούσε θα προσέθετε στην ανάπτυξη της οικονομίας και στα εισοδήματα. Πληρώνει μόνο ό,τι μεταφράζεται σε ψήφους και έτσι παρακρατώντας τα πλεονάσματα «κάνει παιχνίδι».

Τι σημαίνει «κάνει παιχνίδι»; Οτι μοιράζει τα λεφτά σε δικούς του, τους οποίους ονομάζει «ευάλωτους». Δεν θα ενισχύσει δηλαδή το κοινωνικό κράτος, δεν θα βελτιώσει τις υπηρεσίες του Δημοσίου προς όλους, θα δώσει «δωράκια» σε συγκεκριμένους δικαιούχους, σε όποιους επιλέξει με κριτήριο την εκλογική του ενίσχυση και το βόλεμα των δικών του.
Από την «αριστερή» λογική λοιπόν των ελλειμμάτων που έλεγε ότι το έλλειμμα είναι εισόδημα, άρα είναι καλό πράγμα, τώρα φτάνουμε στη «νέα αριστερή» λογική ότι το πλεόνασμα είναι καλό πράγμα.
Και τα δύο είναι ψέματα ή, αν θέλετε, παραπλανητικά.

Το πρώτο διότι ενώ πράγματι το έλλειμμα είναι εισόδημα, είναι όμως και πρόβλημα, διότι τα λεφτά του ελλείμματος τα βρίσκαμε πάντα από δανεικά, τα οποία αποδείχθηκε πως αντίθετα με ό,τι πιστεύαμε δεν ήταν αγύριστα, αλλά πρέπει τώρα να τα πληρώσουμε.

Το δεύτερο διότι το πλεόνασμα δημιουργείται από υπερφορολόγηση και μη πληρωμή των υποχρεώσεων του Δημοσίου προς την αγορά, άρα στερεί ρευστότητα από τους φορολογούμενους και είναι φρένο στην ανάπτυξη της οικονομίας και στην αύξηση των εισοδημάτων.

Αντί λοιπόν να έχεις πλεόνασμα το οποίο θα μοιράζεις στους δικούς σου, καλύτερα είναι να υλοποιείς τις δημόσιες επενδύσεις, να δίνεις δουλειές και εισόδημα στον κόσμο, να πληρώνεις τις υποχρεώσεις σου προς τους προμηθευτές σου για μην έχεις ελλείψεις και να λειτουργούν επαρκώς οι δημόσιες υπηρεσίες, αλλά και για να έχει ρευστότητα η αγορά, να κινείται και να κάνει επενδύσεις και δουλειές. Ή, αν τελικά έχεις πληρώσει όλα όσα χρωστάς, έχεις κάνει και τις επενδύσεις και πάλι σου περισσεύουν, τότε πρέπει να ζητήσεις γονατιστός συγγνώμη από τους φορολογούμενους που τους πήρες παραπάνω από όσα έπρεπε και να σπεύσεις να μειώσεις τους φόρους.

Αυτά δεν είναι νεοφιλελεύθερες λογικές, είναι απλή και κοινή λογική.

Βεβαίως αυτά δεν σου δίνουν τη δυνατότητα να «κάνεις παιχνίδι», δηλαδή να εξαγοράζεις ψήφους και να κονομάνε οι δικοί σου. Συνεπώς, είναι εκτός της κυβερνητικής λογικής.

Η ουσία λοιπόν είναι ότι ή πρέπει να τελειώνουμε με τα πλεονάσματα και η νέα κυβέρνηση που θα αναλάβει μετά τις εκλογές θα πρέπει να ξαναδιαπραγματευτεί για να τα μειώσει, ή θα πρέπει, εφόσον διατηρηθούν, να μετατραπούν αυτομάτως σε επενδύσεις και καλύτερες δημόσιες υπηρεσίες για όλους και να μη μοιράζονται με αδιαφανείς διαδικασίες σε κάποιους φιλοκυβερνητικούς που ονομάζονται «ευάλωτοι», ούτε να καταλήγουν διά της πλαγίας οδού σε κομματικά ταμεία και φιλοκυβερνητικές τσέπες.

Η μείωση των φόρων θα πρέπει να είναι η άμεση προτεραιότητα της επόμενης κυβέρνησης, με προϋπόθεση βεβαίως την υλοποίηση των δημοσίων επενδύσεων. Και αυτό διότι και οι δημόσιες επενδύσεις και η μείωση των φόρων συμβάλλουν στην ανάπτυξη της οικονομίας και στη δημιουργία θέσεων εργασίας και εισοδημάτων.

Η λογική του μεγάλου και σοφού κράτους που «κάνει παιχνίδι» είναι καταστροφική για την Ελλάδα και πρέπει να εγκαταλειφθεί από όλα τα κόμματα, του ΣΥΡΙΖΑ συμπεριλαμβανομένου.