Ψάχνουμε ξένους επενδυτές, ξεχνώντας ότι χωρίς Ελληνες επενδύσεις δεν θα γίνουν και ανάπτυξη δεν θα υπάρξει. Γιατί να επενδύσει ένας ξένος στην Ελλάδα όταν βλέπει τους Ελληνες να είναι επιφυλακτικοί και αδιάφοροι, πολλές φορές και τρομαγμένοι; Γιατί να επενδύσει ένας ξένος όταν βλέπει ότι οι Ελληνες μεταφέρουν στο εξωτερικό την έδρα των επιχειρήσεών τους, αναζητούν την ένταξή τους στα ευρωπαικά χρηματιστήρια αποχωρώντας από το ελληνικό, δεν αγοράζουν καν ακίνητα, ούτε φέρνουν πίσω τις καταθέσεις που έχουν εκεί. Οι ξένοι βλέπουν ότι οι μόνες επενδύσεις που γίνονται είναι σε καφενεία και σουβλατζίδικα, ότι η βιομηχανία και η μεταποίηση υποφέρουν ή φυτοζωούν, ότι το εμπόριο σέρνεται, ότι ο τουρισμός είναι ακόμη σε μεταβατική περίοδο. Το λογικό είναι ότι οι ξένοι θα επενδύσουν στην Ελλάδα αφού πρώτα διαπιστώσουν ότι οι Ελληνες τολμούν να κάνουν την πρώτη κίνηση.

Σήμερα εξετάζονται επενδύσεις σε επιχειρήσεις και ακίνητα που πουλάει το κράτος, αλλά και αυτές βρίσκονται υπό αίρεση. Οταν το Ελληνικό βολοδέρνει τόσα χρόνια, όταν ακόμη και σήμερα δεν έχει ξεμπλέξει από τα γρανάζια της γραφειοκρατίας και της μικροπολιτικής, διαθέτοντας μάλιστα ως επενδυτή τον κορυφαίο Ελληνα επιχειρηματία, τον Σπύρο Λάτση, ποιος σοβαρός ξένος επενδυτής θα τολμήσει να εμπλακεί σε μια μεγάλη επένδυση; Τόλμησε ο Πρεμ Γουάτσα και κάποιοι άλλοι ξένοι στις τράπεζες και κλαίνε ακόμη τα λεφτά τους. Οι επενδύσεις των ξένων, λοιπόν, δεν πρόκειται να προχωρήσουν αν δεν πάρουν σήμα από τους ντόπιους επενδυτές.

Θα μου πείτε, υπάρχουν Ελληνες με λεφτά που μπορούν να επενδύσουν;
 
Φυσικά υπάρχουν, πολλοί και με πολλά χρήματα. Ας πούμε όλοι οι εφοπλιστές ή κάποιοι πολύ μεγάλοι βιομήχανοι και επιχειρηματίες. Υπάρχουν και άλλοι πολύ πλούσιοι Ελληνες με χρήματα και δουλειές στο εξωτερικό. Υπάρχουν και μεσαίοι επιχειρηματίες με χρήματα που θα μπορούσαν να επενδύσουν σε πλήθος επιχειρήσεων, σε ακίνητα ή στον τουρισμό. Υπάρχουν επίσης νέοι που διαθέτουν τεχνογνωσία σε διάφορα αντικείμενα, οι οποίοι είναι βέβαιο ότι θα πετύχαιναν αν έβρισκαν κάποιους χρηματοδότες. Κι όμως, μέχρι στιγμής ουδείς επενδύει.
 
Γιατί; Το γιατί το ξέρουμε όλοι από παλιά. Ακόμη και στις χρυσές εποχές υπήρχε πολιτική αβεβαιότητα η οποία οφειλόταν στην ανικανότητα των κυβερνήσεων – από την αριστερή ιδεολογία και την «περιπετειώδη διάθεση» των Ελλήνων, όπως είχε πει ο Πάγκαλος. Ο πολιτικός κίνδυνος συχνά πυκνά επαληθεύεται. Ομως έφτασε στο απόγειό του με την κρίση και την έντονη συμμετοχή του ΣΥΡΙΖΑ στα πράγματα – είτε ως αντιπολίτευση που εμπόδισε όλες τις μεταρρυθμίσεις, είτε ως κυβέρνηση που διαχειρίζεται άθλια το δημόσιο χρήμα, διαλύοντας με τους φόρους τους πολίτες και τις επιχειρήσεις και χαρτζιλικώνοντας με ευτελή ποσά τα αδύναμα οικονομικά στρώματα προκειμένου να τους αποσπάσει τις ψήφους.

Διότι σε αυτό έγκειται η πολιτική που ακολουθεί ο ΣΥΡΙΖΑ, στο χαρτζιλίκι που δίνει στους φτωχότερους αντί να στηρίξει την επιχειρηματικότητα και μέσω αυτής να τους δώσει προοπτικές εργασίας και εισοδήματος.

Η αφαίμαξη της οικονομίας για να πληρωθούν τα χαρτζιλίκια και για να προσληφθούν κομματικοί συμβασιούχοι δεν είναι οικονομική πολιτική, είναι μια χυδαία μικροπολιτική που βλάπτει την οικονομία και διαλύει τις προοπτικές της.

Ο κίνδυνος για τις επενδύσεις, λοιπόν, προέρχεται πρωτίστως από τους πολιτικούς – και δη από τη σημερινή κυβέρνηση. Η πολιτική που ακολουθείται απαιτεί περισσότερους φόρους και αποτελεί νάρκη στα θεμέλια κάθε επένδυσης. Πέραν αυτού του κινδύνου, ο επενδυτής, Ελληνας ή ξένος, θα πρέπει να αντιμετωπίσει μια εχθρική, αντιπαραγωγική και διεφθαρμένη γραφειοκρατία της οποίας το κόστος είναι ανυπολόγιστο. Θα πρέπει επίσης να αντιμετωπίσει την απόλυτη έλλειψη ανεξάρτητων θεσμών, την απουσία δικαστικής προστασίας, την έλλειψη Κτηματολογίου, τις υπηρεσίες του Δημοσίου, πολεοδόμους, αρχαιολόγους, το Συμβούλιο της Επικρατείας και κάθε λογής «προστάτες».
 
Δεν είναι τυχαίο ότι ενώ όλοι φοβόμασταν πως οι ξένοι έχουν σχέδιο να μας εξοντώσουν για να αρπάξουν κοψοχρονιά τα «ασημικά» και τα «φιλέτα», δηλαδή τις περιουσίες μας, ουδείς ενδιαφέρεται να τα πάρει. Οχι διότι δεν αξίζουν ή επειδή είναι ακριβά, κάθε άλλο. Ο λόγος είναι ότι δεν θέλουν να μπλέξουν με το δόλιο, άδικο και πονηρό κράτος, το οποίο είναι βέβαιο ότι θα τους τραβήξει το χαλί κάτω από τα πόδια για να τους φάει τα λεφτά. Το έχουμε δει πολλές φορές και γι’ αυτό δεν επενδύουμε εμείς οι Ελληνες, το βλέπουν και οι ξένοι, και γι’ αυτό λένε «παρακαλώ, μετά από εσάς»… Αν δεν δούμε λοιπόν τους Ελληνες να επενδύουν, θα είναι αφελές να περιμένουμε τους ξένους. Και όσοι επενδύσουν θα το κάνουν διστακτικά και περιορισμένα και θα είναι έτοιμοι ανά πάσα στιγμή να εγκαταλείψουν την προσπάθεια.