Το να λένε παραμύθια οι πολιτικοί στον κόσμο το έχουμε πλέον συνηθίσει ως αναπόφευκτο κακό. Κανένας πολιτικός δεν λέει την πλήρη αλήθεια στους πολίτες για να μην τους «τρομάξει» και χάσει τις ψήφους τους. Αλλο πράγμα, όμως, είναι να λένε ψέματα στους πολίτες και άλλο να πιστεύουν οι ίδιοι στα ψέματά τους. 

Μιλάει ο Τσακαλώτος για τον κίνδυνο «μεταρρυθμιστικής κόπωσης». Ποια μεταρρυθμιστική κόπωση όταν δεν έχει γίνει καμία μεταρρύθμιση; Διότι μεταρρύθμιση δεν έχει γίνει. Αυτό που έχει γίνει είναι υπερφορολόγηση και μείωση μισθών και συντάξεων. Και από αυτό ο κόσμος όχι μόνο έχει κουραστεί, αλλά έχει εξαντληθεί εντελώς. Δεν μπορεί πια ο πολίτης να πληρώνει τους φόρους και τις ασφαλιστικές εισφορές, ούτε να χάνει εισόδημα και θέσεις εργασίας για να αποφευχθούν οι μεταρρυθμίσεις. Μεταρρυθμίσεις ούτε έγιναν, ούτε γίνονται και γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο έχει διαλυθεί η οικονομία.

Μεταρρύθμιση θα ήταν η μείωση του κόστους του Δημοσίου και της σπατάλης στις δημόσιες δαπάνες. Μεταρρύθμιση θα ήταν η αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων και η εκδίωξη των διεφθαρμένων, όπως και η αύξηση της παραγωγικότητας στο Δημόσιο που μπορεί να προέλθει μόνο μέσω της αξιολόγησης και της αξιοκρατίας.

Μεταρρύθμιση θα ήταν η ενίσχυση των ανεξάρτητων θεσμών και ο περιορισμός της αυθαιρεσίας του Δημοσίου. Μεταρρύθμιση θα ήταν το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων και των αγορών. Η μείωση της γραφειοκρατίας και της διαφθοράς. Τίποτα από όσα έγιναν δεν είναι μεταρρύθμιση και φυσικά κανείς δεν μπορεί να ονομάσει μεταρρύθμιση την υπερφορολόγηση, τη ληστρική επίθεση σε περιουσίες και εισοδήματα και την κατακόρυφη αύξηση της ανεργίας μόνο και μόνο για να παραμείνει μεγάλος και σπάταλος ο δημόσιος τομέας.

Ο Τσακαλώτος έχει δίκιο όταν λέει ότι υπάρχει κόπωση, αυτή όμως δεν προέρχεται από τις μεταρρυθμίσεις, αλλά από την αναμονή γι’ αυτές. Αν γίνονταν μεταρρυθμίσεις, θα είχαμε συνέλθει και θα μπορούσαμε και να αυξήσουμε την παραγωγικότητα και τα εισοδήματα και να μειώσουμε τους φόρους.

Ερχεται λοιπόν η κυβέρνηση τώρα -συνεπικουρούμενη από την αντιπολίτευση, που επίσης δεν τολμά να πει την αλήθεια- και λέει ότι πρέπει να βγούμε στις αγορές με καθαρή έξοδο. Τι εννοεί; Να δανειζόμαστε από τις αγορές χωρίς κανείς να μας εποπτεύει και να μας ζητάνε οι δανειστές να κάνουμε μεταρρυθμίσεις. Να μας αφήσουν δηλαδή να σπαταλάμε το χρήμα χωρίς κανέναν έλεγχο. Μεγαλύτερο ψέμα από αυτό δεν υπάρχει.

Πρώτον, καθαρή έξοδος, δηλαδή χωρίς επίβλεψη, εποπτεία από τους εταίρους και πίεση για μεταρρυθμίσεις, δεν υπάρχει καν ως πιθανότητα. Είναι συγκεκριμένες και γνωστές οι διαδικασίες που θα ακολουθηθούν μετά τα μνημόνια – εφόσον δεν χρειαστούμε και νέο δάνειο και νέα μνημόνια.

Δεκαετίες με επιτήρηση και πίεση. Αρα, ξεχάστε το. Πάμε σε απλή έξοδο στις αγορές, που σημαίνει ότι θα μας δανείζουν οι αγορές αντί να μας δανείζουν τα κράτη, οι ευρωπαϊκοί θεσμοί και το ΔΝΤ. Σημαίνει δηλαδή ότι θα τριπλασιάσουμε (τουλάχιστον) το κόστος δανεισμού μας, δηλαδή το επιτόκιο με το οποίο δανειζόμαστε. Οτι αντί να χρειαζόμαστε πρωτογενές πλεόνασμα 3,5%, θα χρειαζόμαστε 9% για να πληρώνουμε.

Η έξοδος στις αγορές λοιπόν είναι εγκληματική από άποψης κόστους για τη χώρα.

Οπως εγκληματική θα είναι η αποφυγή των μεταρρυθμίσεων που μειώνουν το κόστος του Δημοσίου, τη γραφειοκρατία και τη διαφθορά. Αυτά πρέπει να γίνουν πάση θυσία για το καλό όλων μας, αλλά εμποδίζονται από τις συντεχνίες, τους λαϊκιστές, τους συνδικαλιστές και τα μεγάλα εγχώρια συμφέροντα, τα οποία θέλουν να διατηρηθεί το καθεστώς του κρατισμού για να συνεννοούνται με τους πολιτικούς και να διατηρούν την προνομιακή, μονοπωλιακή τους θέση, την οποία θα χάσουν αν αρχίσει η χώρα να λειτουργεί σε συνθήκες ανταγωνισμού.

Εγκληματική όμως είναι και η αφέλεια των πολιτικών μας που θεωρούν ότι η έξοδος στις αγορές θα τους επιτρέψει να κάνουν ό,τι θέλουν. Με τους θεσμούς, δηλαδή την τρόικα, μπορούσαν να διαπραγματεύονται μέχρι σήμερα, να προτείνουν ισοδύναμα, να κάνουν ό,τι μπορούν και να αφήνουν τα άλλα για αργότερα. Με τις αγορές δεν υπάρχει διαπραγμάτευση. Αν οι αγορές δουν ότι δεν προχωράς τις μεταρρυθμίσεις, σου κόβουν κατευθείαν τη χρηματοδότηση ή σου ζητάνε ψηλότερο επιτόκιο και σε πνίγουν.

Δύο τα μεγάλα ψέματα λοιπόν: πρώτον, ότι γίνονται μεταρρυθμίσεις και, δεύτερον, ότι πρέπει να βγούμε στις αγορές. Τα λένε μάλιστα στον κόσμο και τα πιστεύουν οι ίδιοι. Το δεύτερο είναι χειρότερο από το πρώτο.