Οχι για το πώς θα χειριστεί την οικονομία και τη διοίκηση της χώρας, αλλά για το πώς θα αντιμετωπίσει τις «αγωνιστικές εκδηλώσεις» των Εξαρχείων που θα κορυφωθούν, τώρα που η Αριστερά έφυγε από την κυβέρνηση και αναζητεί τρόπο να ξαναεμφανιστεί αναβαπτισμένη και να διαγράψει από τη μνήμη των ψηφοφόρων της την προδοσία κάθε αριστερής ιδεολογίας, τις κωλοτούμπες, τα capital controls, τις μπίζνες και την αλαζονεία της διακυβέρνησής της.

Οι μέρες και οι εβδομάδες φαίνεται ότι θα έχουν μεγάλη ένταση, η κυβέρνηση φέρεται αποφασισμένη να αντιμετωπίσει με σκληρότητα το αντάρτικο πόλης, οι ομάδες των αντεξουσιαστών υπερασπίζονται για πρώτη φορά το κάστρο των Εξαρχείων, η Αστυνομία αδειάζει τις καταλήψεις κτιρίων και σχολών, η ισορροπία μοιάζει να ανατρέπεται εις βάρος της ευρύτερης Αριστεράς, και αυτό στην Ελλάδα απλώς «δεν επιτρέπεται να συμβεί».

Και δεν επιτρέπεται να συμβεί διότι η Αριστερά είναι μέρος του ελληνικού τρόπου ζωής, μια ελληνική Αριστερά βέβαια που διακατέχεται από απόλυτη θολούρα στις ιδεολογίες, στις απόψεις και στις πρακτικές της. Μια Αριστερά που περιλαμβάνει από τη μία το δογματικό και ορθόδοξο ΚΚΕ -το οποίο μετά από μελέτη της Ιστορίας επί 70 χρόνια κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο μεγαλύτερος «χασάπης» της παγκόσμιας Ιστορίας Ιωσήφ Στάλιν όλα καλά τα είχε καμωμένα και κρέμασε και ένα πορτρέτο του στα γραφεία του κόμματος επιβεβαιώνοντας έτσι ότι είναι το μοναδικό σταλινικό κόμμα στον κόσμο- και από την άλλη ένα πλήθος ετερόκλητων συνιστωσών, συλλογικοτήτων και γενικώς επαγγελματιών διαμαρτυρομένων, οι οποίοι ως βασική ενασχόληση έχουν την «επανάσταση». Και «επανάσταση» στην Ελλάδα σημαίνει το κάψιμο της Αθήνας με κάθε ευκαιρία και η σύγκρουση με μια ήπια μέχρι πρότινος και ενοχική Αστυνομία η οποία ξαφνικά φαίνεται ότι αγρίεψε.

Η κατάσταση, λοιπόν, θέλει προσοχή διότι, αν τα πράγματα φτάσουν στα άκρα, δύσκολα θα μαζευτούν μετά. Το ότι το κράτος έχει το μονοπώλιο της βίας σε κάθε κοινωνία είναι ιστορικά και θεωρητικά αληθές, όπως λέει ο Βορίδης, αλλά μην ξεχνάμε ότι ο Μητσοτάκης ευτυχώς δεν είναι Βορίδης, ούτε φυσικά ο Χρυσοχοΐδης και ας ελπίσουμε ότι δεν θα ασκήσουν αυτό το «δικαίωμα» στον βαθμό που μπορούν. Η κατάσταση στα Εξάρχεια πρέπει να διατηρηθεί υπό κάποιον έλεγχο χωρίς να υπάρξουν ακραίες καταστάσεις και κυρίως χωρίς θύματα. Διότι αυτό ακριβώς περιμένουν οι κουκουλοφόροι πρώην κυβερνώντες, να υπάρξουν κάποια θύματα ώστε να επανέλθουν αναβαπτισμένοι ως ηρωικοί επαναστάτες διαγράφοντας από τη συλλογική μνήμη το κυβερνητικό τους παρελθόν. Θα τσιμπήσει κανείς από τους πολίτες σε αυτό το σόου; Θα χάψουν το παραμύθι της «επανάστασης»; Δυστυχώς, ναι, οι αφελείς είναι πάρα πολλοί, όπως έχει επανειλημμένως αποδειχθεί.

Το ζήτημα, λοιπόν, είναι να ομαλοποιηθεί όσο το δυνατόν πιο ανώδυνα η κατάσταση για να επανέλθουμε στις προτεραιότητες της κυβέρνησης, όπως εκείνη τις έχει ορίσει, δηλαδή στην επαναφορά της οικονομίας σε πορεία ανάπτυξης και στην επίλυση των μεγάλων χρόνιων προβλημάτων της οικονομίας, της Παιδείας, της Κοινωνικής Ασφάλισης και της Δημόσιας Διοίκησης.

Η κυβέρνηση τους λίγους μήνες όπου διαχειρίζεται τη χώρα έχει κάνει αρκετά, αλλά τίποτα ακόμη δεν φαίνεται να αποδίδει. Και η βασική αιτία είναι η έλλειψη χρήματος. Οι αποκρατικοποιήσεις, για παράδειγμα, κολλάνε πλέον στην έλλειψη χρηματοδότησης των αγοραστών της δημόσιας περιουσίας και όχι στα εμπόδια της κρατικής γραφειοκρατίας. Στην έλλειψη χρηματοδότησης προσκρούουν και όλες οι ιδιωτικές επενδύσεις και η ανάπτυξη των επιχειρήσεων. Διότι ενώ η εικόνα με την κίνηση στους δρόμους, στα καφενεία και στα μπαράκια μοιάζει σαν να βρισκόμαστε σε ανάκαμψη, η επίσημη οικονομία βογκάει από έλλειψη ρευστότητας.

Η παραοικονομία λοιπόν ευημερεί και αυτό βλέπουμε στους δρόμους, αλλά η πραγματική οικονομία υποφέρει. Και θα συνεχίσει να υποφέρει ωσότου καταφέρουν οι τράπεζες να κάνουν τη μία και μοναδική δουλειά τους, που είναι η χρηματοδότηση της οικονομίας. Πώς θα προχωρήσουν οι αποκρατικοποιήσεις αν οι πλειοδότες δεν βρίσκουν χρηματοδότηση; Πώς θα έχει, για παράδειγμα, θετικό αποτέλεσμα το -σωστό- μέτρο κατάργησης του ΦΠΑ στην οικοδομή, όταν κανείς δεν μπορεί να πάρει τραπεζικό δάνειο για να αγοράσει ακίνητα; Πώς θα επενδύσουν οι εγχώριες επιχειρήσεις αν δεν μπορούν να χρηματοδοτηθούν από τις τράπεζες; Πώς θα εκπληρώσουν τις ταμειακές υποχρεώσεις τους σε ένα περιβάλλον προβληματικής ρευστότητας αν δεν μπορούν να δανειστούν κεφάλαια κίνησης;

Οταν με το καλό, λοιπόν, ξεμπερδέψει ο Μητσοτάκης με τις επαναστατικές εκδηλώσεις των Εξαρχείων, καλό θα είναι να αντιμετωπίσει ως απόλυτη προτεραιότητα τις τραπεζικές χρηματοδοτήσεις, οι οποίες φυσικά σχετίζονται έως έναν βαθμό με τα κόκκινα δάνεια και αποτελούν πλέον τη ρίζα του προβλήματος. Διότι, ενώ αίρονται τα γραφειοκρατικά εμπόδια για επενδύσεις και λαμβάνονται σωστά οικονομικά και διοικητικά μέτρα, χωρίς χρηματοδότηση τίποτα δεν θα αποδώσει.