Περισσότερο από τέσσερα χρόνια στην ηγεσία της χώρας ξόδεψε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης για να φτιάξει ένα σχέδιο λειτουργίας της αναπτυξιακής τράπεζας, μιας τράπεζας που, σύμφωνα με τους αρχικούς σχεδιασμούς του ΣΥΡΙΖΑ όταν ανέβηκε στην εξουσία, θα ήταν απαραίτητη για να χρηματοδοτεί τις επιχειρήσεις.
Εκείνη την εποχή η χώρα βρισκόταν με το ένα πόδι εκτός διεθνών οργανισμών και εκτός Ευρωπαϊκής Ενωσης εξαιτίας κυρίως της θολούρας που επικρατούσε στα μυαλά της νέας ηγεσίας.

Η αναπτυξιακή τράπεζα που οραματιζόταν και περιέγραφε ο Δραγασάκης θα λειτουργούσε στο πλαίσιο ενός παράλληλου τραπεζικού συστήματος που δεν θα ελεγχόταν από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και την Τράπεζα της Ελλάδος και θα είχε τη δυνατότητα να χρηματοδοτήσει μια ανάπτυξη κεντρικού σχεδιασμού, όπως γινόταν πάλαι ποτέ στην άλλη πλευρά του Σιδηρού Παραπετάσματος. Κάτι τέτοιο τελικά είναι αυτό που παρουσίασε προχθές στη Βουλή ο κ. Δραγασάκης μετά από τέσσερα χρόνια σκέψης και σχεδιασμού.

Μια τράπεζα που θα δίνει επιδοτήσεις στους τομείς που η κυβέρνηση θα καθορίζει ότι πρέπει να αναπτυχθούν, ανεξαρτήτως του τι πιστεύουν οι επιχειρηματίες, οι κανονικοί τραπεζίτες και οι αγορές κεφαλαίων.

Αυτή η αναπτυξιακή τράπεζα που έρχεται από το βαθύ παρελθόν -είχαμε διάφορες τέτοιες σε άλλες εποχές, όπου τότε είχε νόημα να υπάρχουν αλλά όλες έχουν κλείσει- είναι όχι μόνο μια αναχρονιστική και χωρίς νόημα στη σύγχρονη εποχή ιδέα, αλλά και μια σπατάλη χρημάτων χωρίς λόγο. Κανένας απολύτως λόγος δεν υπάρχει για να φτιαχτεί αυτή η τράπεζα, πέραν του να διευκολύνει τις κυβερνήσεις να σπαταλήσουν χρήμα, να προσλάβουν προσωπικό στα κεντρικά και στα υποκαταστήματα, να δώσουν δάνεια προς όφελος των «ημέτερων» μικροεπιχειρηματιών αλλά και να εξαγοράσουν ψήφους στις περιφέρειες όπου κρίνουν ότι πρέπει να ενισχυθούν εκλογικά.

Η σοβιετική λογική, από την οποία δεν μπορεί να ξεφύγει ο κ. Δραγασάκης, δεν έχει θέση στη σύγχρονη εποχή. Ισως αν είχε υλοποιηθεί το εναλλακτικό σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ όταν βασίλευαν ο Λαφαζάνης, ο Βαρουφάκης, η Κωνσταντοπούλου και οι άλλοι που πίστευαν ότι μπορεί η Ελλάδα να ξεφύγει από τα δάνεια φτιάχνοντας παράλληλα συστήματα, μεταξύ αυτών και τραπεζικό, να είχε μια αξία η ίδρυση αναπτυξιακής τράπεζας. Τώρα όμως δεν έχει κανένα απολύτως νόημα.

Και για να μη λέμε μόνο τα αρνητικά πάντα, υπάρχει και η ευχάριστη πρόθεση από την πλευρά της κυβέρνησης να αποπληρώσει ένα μέρος των δανείων του ΔΝΤ. Αυτή είναι μια σωστή κίνηση και κακώς εναντιώνονται όσοι εναντιώνονται, κακώς και η Ν.Δ. θεωρεί ότι δεν πρέπει αυτό να γίνει. Η αποπληρωμή τώρα του ακριβότερου κομματιού του χρέους του ΔΝΤ διευκολύνει το οικονομικό μας μέλλον διότι μειώνει το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους. Οχι υπερβολικά, αλλά αρκετά.

Στέλνει παράλληλα θετικά σημάδια στις αγορές από τις οποίες περιμένουμε να μας δανείζουν και δεν κρύβει καμία «συριζαίικη πονηριά».

Γιατί λοιπόν ο Τσίπρας θέλει προτού αποχωρήσει να μειώσει το μελλοντικό κόστος εξυπηρέτησης των δανείων, δηλαδή να διευκολύνει την επόμενη κυβέρνηση; Δύο πιθανότητες υπάρχουν: θεωρεί είτε ότι θα κερδίσει τις εκλογές και θα είναι πάλι κυβέρνηση κι έτσι το όφελος θα το εισπράξει ο ίδιος και όχι ο Μητσοτάκης, είτε ότι θα έχει πολύ σημαντικό επικοινωνιακό όφελος κραυγάζοντας «διώξαμε το ΔΝΤ». Το ΔΝΤ φυσικά δεν θα φύγει, μόνο ένα μικρό μέρος του ποσού που του χρωστάμε θα εξοφληθεί πρόωρα, αλλά αυτό η κυβέρνηση θα το διαστρεβλώσει και θα το παρουσιάσει ως εθνική νίκη.

Ποια από τις δύο εκδοχές ισχύει; Μάλλον η δεύτερη. Θέλουν επικοινωνιακά να παρουσιάσουν μια επιτυχία και η πρόωρη εξόφληση ενός μέρους του δανείου του ΔΝΤ μπορεί να εκληφθεί ως τέτοια από κάποιους.

Πάντως οικονομικά στέκει και είναι θετική η πρόωρη εξόφληση ενός ακριβού δανείου και η αντικατάστασή του με φθηνότερο. Διότι αυτό θα γίνει αν τελικά η κυβέρνηση προχωρήσει σε αυτή την εξόφληση.

Κατά τα άλλα, η κυβέρνηση συνεχίζει να παρουσιάζει μια εξιδανικευμένη εικόνα της οικονομίας για να εμφανιστεί ως πετυχημένη προεκλογικά. Οι υπόλοιποι απλώς περιμένουμε τις εκλογές για να δούμε τι θα γίνει και προς τα πού θα κινηθεί η χώρα. Ούτως ή άλλως, ό,τι είχε να κάνει η κυβέρνηση αυτή το έκανε, δεν μένει κάτι μέχρι τις εκλογές. Καιρός να προχωρήσουμε παραπέρα.