Σε αντίθεση με όσα πιστεύουν πολλοί, το Προσφυγικό δεν είναι τόσο επικίνδυνο ζήτημα για την Ελλάδα όσο είναι η οικονομική της κατάσταση.

Ο βασικός λόγος είναι ότι το μεν Προσφυγικό είναι προσωρινό, ενώ το οικονομικό μόνιμο. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι το Προσφυγικό το αντιμετωπίζουν από κοινού όλες οι χώρες της Ευρώπης, ενώ το οικονομικό για να αντιμετωπιστεί πρέπει η ελληνική κυβέρνηση (και η Ελληνική Βουλή) να εφαρμόσουν μεταρρυθμίσεις που δεν θέλουν.

Το Προσφυγικό λοιπόν θα λυθεί σύντομα, ενώ το οικονομικό θα μας βασανίζει για καιρό ακόμη.
Πώς θα λυθεί το πρώτο; Καταρχάς ήδη υπάρχουν οι πρώτες αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης σε συνεργασία με την Τουρκία που προβλέπουν τη διαχείριση του Προσφυγικού έως ότου συμπληρωθούν οι προβλεπόμενοι αριθμοί προσφύγων που έχει συμφωνήσει να δεχτεί η Ευρώπη.

Μόλις συμπληρωθούν αυτοί οι αριθμοί, θα ακολουθηθεί άλλο μοντέλο για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Η συμφωνία με την Τουρκία προβλέπει ένα σύστημα επιστροφής προσφύγων και παράνομων μεταναστών στην Τουρκία και προσφέρει ως αντάλλαγμα την επιτάχυνση των ενταξιακών διαδικασιών της στην Ε.Ε. Ποιας Τουρκίας είναι όμως το ερώτημα, διότι η γείτονα όπως είναι σήμερα δεν μπορεί να ενταχθεί στην Ε.Ε. Ωστόσο, η λεγόμενη παλιότερα Ευρωπαϊκή Τουρκία θα μπορούσε. Μέχρι στιγμής είναι ένα μεγάλο ενιαίο κράτος, δεν είναι όμως καθόλου σίγουρο ότι θα παραμείνει έτσι, σύμφωνα με τους γεωπολιτικούς αναλυτές. Αναμένονται μάλιστα εξελίξεις σε αυτό το ζήτημα, οι οποίες θα μπορούσαν δυνητικά να οδηγήσουν στην ένταξη της Ευρωπαϊκής Τουρκίας στην Ε.Ε. μετά από κάποια -αρκετά- χρόνια.

Πολλοί θεωρούν ότι μέχρι να λυθεί το ζήτημα αυτό η Ελλάδα θα γεμίσει πρόσφυγες. Δεν θα γίνει ούτε αυτό. Η Ελλάδα έχει συμφωνήσει να δεχθεί 50.000 πρόσφυγες. Δεν έχουν έρθει ακόμη 50.000. Πολλοί από αυτούς που έχουν έρθει, μάλιστα, θα επιστραφούν στην Τουρκία. Οι ευρωπαϊκές χώρες θα κρατήσουν κλειστά τα βόρεια σύνορά μας για να μη στέλνουμε άλλους μέχρι να φτάσουμε τους 50.000 και μετά θα αρχίσουν να παραλαμβάνουν εκείνες πρόσφυγες. Πρόσφυγες, όχι οικονομικούς μετανάστες. Τους οικονομικούς μετανάστες πρέπει να δούμε εμείς τι θα τους κάνουμε, στέλνοντάς τους είτε στην Τουρκία είτε στις πατρίδες τους.

Από άποψη αριθμών το Προσφυγικό δεν είναι σημαντικό πρόβλημα. Η Ευρώπη των 500 εκατομμυρίων κατοίκων μπορεί εύκολα να απορροφήσει 3 εκατομμύρια Σύρους και η Ελλάδα των 10 εκατομμυρίων μπορεί να απορροφήσει 50.000 Σύρους πρόσφυγες.

Οσον αφορά στην κακή εντύπωση που προκαλεί ο εκβιασμός της Ευρώπης από τους Τούρκους, η αλήθεια είναι ότι η Ευρώπη ποτέ δεν είχε εξωτερική πολιτική, ούτε ενιαίο γεωπολιτικό σχεδιασμό.

Εκανε πάντα ό,τι της έλεγαν οι Αμερικανοί, οι οποίοι ακόμη δεν της έχουν δώσει γραμμή σχετικά με το ζήτημα της Συρίας, της Τουρκίας και των γεωπολιτικών κινήσεων που σχετίζονται με τις χώρες της Μέσης Ανατολής. Οι αποφάσεις της Αμερικής συνδέονται με τις αμερικανορωσικές σχέσεις και εκεί φαίνεται να υπάρχει συνεννόηση μετά την αποχώρηση των Ρώσων από τη Συρία. Κοντός ψαλμός αλληλούια. Η Αμερική θα μιλήσει και η Ευρώπη θα ακολουθήσει, οπότε το πρόβλημα θα αντιμετωπιστεί με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Δεν σημαίνει βέβαια αυτό ότι η κατάσταση δεν θα χειροτερέψει πριν βελτιωθεί και γι’ αυτό πρέπει εμείς να οργανωθούμε και να σοβαρευτούμε για να αντιμετωπίσουμε ενδεχομένως τα χειρότερα, πράγμα που η κυβέρνηση δεν κάνει.

Αντίθετα όμως με το Προσφυγικό, το πρόβλημα της οικονομίας μας δεν αντιμετωπίζεται εύκολα. Ο ελληνικός πολιτικός κόσμος αντικαθιστά συστηματικά τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις με εισπρακτικά φορολογικά μέτρα. Αυτό προσπαθεί και τώρα να κάνει η κυβέρνηση. Οι πολύ υψηλοί φόροι -ληστρικοί για να ακριβολογούμε- διαλύουν την οικονομία. Και δεν φέρνουν καν αποτέλεσμα στα ταμεία του κράτους, διότι πολλοί πολίτες δεν έχουν να τους πληρώσουν και άλλοι αρνούνται να τους πληρώσουν. Το πού θα καταλήξει αυτή η κατάσταση δεν είναι ακόμη ορατό.

Κατά πάσα πιθανότητα αυτή η κυβέρνηση θα επιβάλει και άλλους φόρους για να αποφύγει μεταρρυθμίσεις. Ο,τι και να κάνει πάντως, μάλλον θα περάσει από τη Βουλή το Ασφαλιστικό. Μέχρι εκεί όμως. Πιθανότατα θα χρειαστεί να έρθει η επόμενη κυβέρνηση για να κάνει τις μεταρρυθμίσεις, δηλαδή να προχωρήσει κάποιες αποκρατικοποιήσεις και να μειώσει τις δαπάνες του Δημοσίου ώστε να είναι σε θέση σταδιακά να μειώσει και τους φόρους. Ολα αυτά βεβαίως είναι θεωρητικά και αν δεν τα δούμε δεν μπορούμε να τα πιστέψουμε, διότι έχουμε πολλές φορές καεί στον χυλό, οπότε τώρα φυσάμε και το γιαούρτι.

Η ουσία του θέματος είναι ότι αν δεν ξεμπερδέψουμε με τις μεταρρυθμίσεις, δεν θα πάρουμε ανάσα. Οσο το κράτος επιτίθεται στον ιδιωτικό τομέα, στους πολίτες και τις επιχειρήσεις δεν πρόκειται να γίνουν επενδύσεις. Οσο βρισκόμαστε σε καθεστώς capital controls και όσο οι αγορές δεν μας δανείζουν επενδύσεις δεν θα γίνουν ούτε από Ελληνες, ούτε από ξένους. Οταν φύγουμε από αυτό το καθεστώς, αφού δηλαδή υλοποιήσουμε τις μεταρρυθμίσεις και φτιάξουμε για πρώτη φορά στην ιστορία μας ένα σταθερό φορολογικό καθεστώς και ένα ευνοϊκό για τις επενδύσεις και τις επιχειρήσεις περιβάλλον, μπορούμε να ελπίζουμε. Αυτό όμως αργεί ακόμη δυστυχώς. Και αργεί διότι εξαρτάται από ένα εξαιρετικά χαμηλού επιπέδου πολιτικό προσωπικό, από μια κακομαθημένη, διεφθαρμένη και αντιπαραγωγική δημόσια διοίκηση και από ψηφοφόρους που προτιμούν να πείθονται από ψεύτες πολιτικούς που υπόσχονται ουτοπίες παρά να αποφασίζουν λογικά και υπεύθυνα για το μέλλον της χώρας.