Η εξέλιξη της πανδημίας στη χώρα μας από εδώ και πέρα θα καθορίσει σε πολύ μεγάλο βαθμό και την πορεία της οικονομίας τους επόμενους μήνες για τουλάχιστον έναν χρόνο, ίσως και για περισσότερο.

Τα στοιχεία που έρχονται στο φως της δημοσιότητας δείχνουν μια ταχύτατη διασπορά του ιού και ενώ στην πρώτη φάση πήγαμε πολύ καλά λόγω του απόλυτου και έγκαιρου lockdown, τώρα αντιμετωπίζουμε τον κίνδυνο να χάσουμε τον έλεγχο του ιού και να μετράμε θύματα τόσο σε ανθρώπους όσο και σε οικονομική δραστηριότητα.

Το άνοιγμα του εξωτερικού τουρισμού φυσικά και δεν απέδωσε οικονομικά όσα περίμεναν οι υπέρμαχοί του, συνολικά 3 δισ. θα είναι φέτος τα τουριστικά έσοδα, τα οποία δεν καλύπτουν ούτε μικρό μέρος των διαφυγόντων εσόδων. Από την άλλη, το άνοιγμα έπαιξε ρόλο στην εξάπλωση του ιού, ιδιαίτερα στις νεότερες γενιές και δυστυχώς οι ευπαθείς ομάδες είναι δύσκολο να προφυλαχθούν από τα ίδια τους τα παιδιά και τα εγγόνια.

Είναι φως φανάρι ότι τα κρούσματα είναι πάρα πολύ περισσότερα από αυτά που καταγράφονται και το μέγα λάθος της κυβέρνησης είναι ότι απέφυγε να ανακοινώσει τα κρούσματα στους τουριστικούς προορισμούς, αλλά τα τοποθετούσε εκεί όπου γινόταν η εργαστηριακή εξέταση. Δηλαδή κρούσματα της Μυκόνου, της Πάρου, των άλλων νησιών ανακοινώνονταν σαν να είναι στην Αθήνα και έτσι όσοι βρίσκονταν εκεί θεωρούσαν ότι δεν υπήρχαν κρούσματα.

Ξαφνικά τώρα θα αρχίσουμε να ανακαλύπτουμε τα κρούσματα των τουριστικών νησιών που θα εκτινάξουν σημαντικά τον συνολικό αριθμό. Μέγα λάθος, διότι αν είχε χτυπήσει το καμπανάκι των κρουσμάτων εγκαίρως γι’ αυτές τις περιοχές, όσοι βρίσκονταν εκεί διακοπές θα πρόσεχαν αντί να συνωστίζονται ανέμελοι.

Πέραν αυτών, σε ό,τι αφορά την πορεία της οικονομίας, η κυβέρνηση θα πρέπει να δει πώς θα καλύψει το κενό των τουριστικών εσόδων και πώς θα στηρίξει ανθρώπους και επιχειρήσεις οικονομικά με τις δικές μας εγχώριες δυνάμεις προς το παρόν διότι το χρήμα από την Ευρώπη θα αργήσει να έρθει. Η στήριξη δεν μπορεί ασφαλώς να αφορά μόνο τον τουριστικό κλάδο, αλλά και πολλούς άλλους, διότι το χρήμα του τουρισμού διαχέεται σε όλες τις τσέπες και σε όλους τους κλάδους και τελικά θα λείψει από όλους.

Το πρώτο πρόβλημα λοιπόν που έχει να αντιμετωπίσει η κυβέρνηση είναι να δει πώς θα επιβιώσουν οι εργαζόμενοι και οι επιχειρήσεις μέχρι να αρχίσει να μπαίνει το ευρωπαϊκό χρήμα.

Σ τη συνέχεια θα πρέπει να δει πώς θα αξιοποιήσει καλύτερα τα χρήματα που θα έρθουν με το αναπτυξιακό πακέτο και γι’ αυτό ο πρωθυπουργός έφτιαξε μια ειδική ομάδα διαχείρισης στο πλαίσιο του «ανασχηματισμού» – που μόνο ανασχηματισμός δεν ήταν. Υπό μια λογική δεν ήταν τώρα η κατάλληλη στιγμή για ανασχηματισμό, αλλά σύντομα θα χρειαστεί να γίνουν κάποιες θεαματικές αλλαγές προσώπων διότι δεν είναι όλοι οι υπουργοί αποτελεσματικοί και αλάθητοι.

Κάποιοι πρέπει να φύγουν. Στο θέμα της διαχείρισης των χρημάτων της Ευρώπης θα εξελιχθεί μια διαμάχη μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης διότι η κυβέρνηση πιστεύει πως πρέπει να επιδοτηθούν, εκτός από τους πιο αδύναμους οικονομικά, και οι δουλειές, όπως έχει επανειλημμένως τονίσει ο πρωθυπουργός, δηλαδή να δοθούν ενισχύσεις και στις επιχειρήσεις, ενώ η αντιπολίτευση υποστηρίζει πως πρέπει να μοιραστούν τα χρήματα ουσιαστικά ως επίδομα κατανάλωσης.

Η στήριξη των επιχειρήσεων και των θέσεων εργασίας όμως είναι πολύ σημαντικότερη από το επίδομα κατανάλωσης και προσφέρει και επαγγελματική ασφάλεια και οικονομική ανάπτυξη. Το να κατασπαταληθούν τα χρήματα σε καταναλωτικά επιδόματα και να φαγωθούν στα μπουζούκια της επαρχίας θα είναι απολύτως καταστροφικό.

Το άλλο μεγάλο ζήτημα που θα επηρεάσει τις εγχώριες εξελίξεις είναι τα Ελληνοτουρικικά, με τον Ερντογάν να πιέζεται διαρκώς και να χάνει σε όλα τα μέτωπα, γεγονός που τον κάνει, όπως λένε πολλοί αναλυτές, εξαιρετικά επικίνδυνο. Ο Ερντογάν με τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί δεν ενόχλησε μόνο τους Ελληνες και τη Δύση, απευθύνθηκε συνολικά στο Ισλάμ, θέλοντας να παίξει ηγετικό ρόλο σε ολόκληρο τον ισλαμικό κόσμο. Η συμφωνία Ελλάδας – Αιγύπτου για την ΑΟΖ επιβεβαίωσε ότι η Αίγυπτος δεν θα τον αφήσει να παίξει αυτό τον ρόλο, αλλά ότι είναι έτοιμη να έρθει σε σύγκρουση με την Τουρκία αν χρειαστεί. Ηταν μια εξαιρετική για την Ελλάδα συμφωνία διότι δένει μια καλή συμμαχία με τον ισχυρότερο παράγοντα της Ανατολικής Μεσογείου.

Παράλληλα, η οικονομική κατάσταση της Τουρκίας είναι όλο και χειρότερη, με τους ξένους επενδυτές να την εγκαταλείπουν και την τουρκική λίρα να καταρρέει. Και ενώ αυτό επιδεινώνει σημαντικά τη θέση του Ερντογάν, από την άλλη τον πιέζει περισσότερο να «εκραγεί» σε μια θεαματική λαϊκιστική ενέργεια και ενδεχομένως σε ένα θερμό επεισόδιο με την Ελλάδα. Και ενώ στρατιωτικά θα έχει απέναντί του όλες τις χώρες της Ανατολικής Μεσογείου και την Ευρώπη, εμείς δεν παύουμε να είμαστε στην πρώτη γραμμή και να επηρεαζόμαστε περισσότερο από όλους τους άλλους.

Ο ι χειρισμοί της κυβέρνησης μέχρι στιγμής είναι ικανοποιητικοί. Εχει καταφέρει να κρατήσει δύσκολες γεωπολιτικές ισορροπίες, δείχνει μεθοδικότητα και εγρήγορση, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι τα πράγματα θα είναι εύκολα από εδώ και πέρα. Και η μεγαλύτερη δυσκολία θα είναι η αντιμετώπιση της εξάπλωσης του κορωνοϊού χωρίς lockdown.

Ούτε η κοινωνία ούτε η οικονομία αντέχουν νέο lockdown και αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να μάθουμε να ζούμε με υψηλό αριθμό κρουσμάτων καθημερινά και να προσπαθούμε να τον περιορίσουμε μέσω αποστάσεων και τήρησης των κανόνων υγιεινής. Πράγμα εξαιρετικά δύσκολο, όπως φάνηκε το καλοκαίρι, αλλά και όπως αποδείχθηκε σε όσες χώρες το επιχείρησαν στην αρχή της πανδημίας. Οι χειρισμοί που θα απαιτηθούν από εδώ και πέρα είναι ιδιαίτερα δύσκολοι και το κόστος, τόσο το υγειονομικό όσο και το οικονομικό, δυστυχώς προβλέπεται ότι θα είναι μεγάλο.