Δεν περνάει μέρα που ένα τουλάχιστον στέλεχος της κυβερνητικής παράταξης να μην υποπέσει σε ένα ολίσθημα: πολιτικό, ηθικό, θεσμικό ή απλώς φραστικό.

Είναι σαν να βρίσκονται σε έναν διαρκή ανταγωνισμό μεταξύ τους για το ποιος θα δείξει τον μικρότερο σεβασμό σε όλους εκείνους που τους ψήφισαν και στους υπόλοιπους που τους ανέχονται.

Συμπεριφέρονται ως να μετέχουν σε ένα ιδιότυπο διαγωνισμό για το ποιος θα προσβάλει περισσότερο τη νοημοσύνη των πολιτών, εκστομίζοντας την πιο μεγάλη κουταμάρα, αρκεί να θεωρήσουν ότι με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζουν, για να θυμηθούμε και τον Άντι Γουόρχολ, μερικά λεπτά δημοσιότητας.

Έχουν άποψη για τα πάντα και μιλούν ανενδοίαστα για πράγματα που καταφανώς όχι μόνον δεν γνωρίζουν, αλλά, τις περισσότερες φορές, αρνούνται και να τα μάθουν ενώ επιτίθενται με θράσος σε όποιον επισημαίνει την προκλητική άγνοια και την αμάθεια που τους χαρακτηρίζει.

Με πρώτο διδάξαντα τον ίδιο τον Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος με κυνική ευκολία κάνει επίδειξη γνώσεων που όλοι αντιλαμβάνονται ότι δεν έχει, με πιο χαρακτηριστική την προβληματική γλωσσομάθειά του ή την επιστημονική ημιμάθεια ακόμη και στο επιστημονικό πεδίο που υποτίθεται ότι σπούδασε, ο ένας μετά τον άλλον οι συνεργάτες του ακολουθούν την ίδια τακτική, λες και τους έχει επιλέξει ακριβώς για τα συγκεκριμένα «προσόντα» τους.

Νάρκισσοι που αρέσκονται να ακούν τη φωνή τους και ζουν για να βλέπουν τη φιγούρα τους στις τηλεοπτικές οθόνες, όταν δεν συνομιλούν με τους καθρέπτες τους, είναι έτοιμοι να υποστηρίξουν τα πάντα και τα αντίθετά τους, αδιαφορώντας αν και στις δύο εκδοχές συνήθως πέφτουν έξω.

Κανακεύουν, για παράδειγμα, με τον πιο απροκάλυπτο τρόπο πρόσωπα που μέχρι πρότινος ενέτασσαν οι ίδιοι στο φαινόμενο «διαπλοκή», αλλά κουνούν το δάκτυλο στους αντιπάλους τους, κατηγορώντας τους ότι εκπροσωπούν το παλαιό και διατεινόμενοι ότι τάχατες ηγούνται προοδευτικού μετώπου το οποίο όλοι βλέπουν ότι συγκροτείται με όρους χυδαίας συναλλαγής.

Παντογνώστες της συμφοράς, υποδύονται τους σύγχρονους… αντι-Μέτερνιχ που, αντί να υπερασπίζονται τα δίκαια της χώρας τους, μιλούν με γαλαντόμο διάθεση για τα δικαιώματα των… γειτόνων, φθάνοντας μέχρι του σημείου να απευθύνουν –σε ποιους άραγε;- νουθεσίες «να μην είμαστε μοναχοφάηδες».

Οικολόγοι της… δεκάρας που αντιλαμβάνονται την ανάπτυξη με τα φουγάρα που υψώνονται στους ουρανούς, κάνουν από τηλεοράσεως μαθήματα… γεωγραφίας, αναμασώντας προπαγανδιστικές διεκδικήσεις που είναι βέβαιο ότι δεν αντιλαμβάνονται τη σημασία τους, πλην, όμως, αυτό δεν μπορεί να αποτελεί άλλοθι για όσο τουλάχιστον έχουν επίσημες ιδιότητες και κατέχουν αξιώματα.

Προκλητικά ανελλήνιστοι, κακοποιούν βάναυσα την ελληνική γλώσσα –«άμα τη ανάληψη…», έγραψε μόλις προχθές στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης η Ρένα Δούρου- και όταν διανοείται κανείς να τους υποδείξει ότι πρέπει να επανορθώσουν, περνούν στην αντεπίθεση, ζητώντας τα ρέστα επειδή… «είδαμε και τους άριστους που χρεοκόπησαν τη χώρα».

Καταφεύγουν σε λεονταρισμούς περί μονομερών ενεργειών, για να δείξουν ότι δήθεν μας έβγαλαν από το Μνημόνιο, ενώ στην πραγματικότητα υποχωρούν ατάκτως μόλις οι δανειστές δηλώσουν τη διαφωνία τους. Και, βάζοντας την ουρά κάτω από τα σκέλια, νομοθετούν υπάκουα όλα όσα τους υπαγορεύονται.

Καταστρέφουν την οικονομία, στραγγαλίζοντας την υγιή επιχειρηματικότητα, με την ακραία υπερφορολόγηση που έχουν επιβάλει, ώστε να μοιράζουν επιδόματα και να χρηματοδοτούν ρουσφέτια, αδιαφορώντας για το συγκλονιστικό γεγονός ότι το χρέος –ιδιωτικό και δημόσιο-που θα διέγραφαν, όχι μόνον δεν μειώνεται, αλλά αυξάνεται.

Θα μπορούσε κανείς να πει πολλά ακόμη, διεκτραγωδώντας τα έργα και τις ημέρες τους, αλλά ίσως είναι περιττό και μάταιο. Γιατί, κακά τα ψέματα, οι συγκεκριμένοι άνθρωποι που διαχειρίζονται τις τύχες του τόπου τα τελευταία τεσσεράμισι χρόνια αυτό υπήρξαν πάντα: αδαείς, αμαθείς, αμετροεπείς.

Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι επί δεκαετίες οι Έλληνες κατέτασσαν στο πολιτικό περιθώριο τους φορείς των απόψεων που εκπροσωπούν. Όπως την ίδια τύχη επιφυλάσσουν στους ομοϊδεάτες τους στις περισσότερες χώρες του πλανήτη. Η κρίση ήταν εκείνη που τους έφερε στο προσκήνιο. Και όσο διαρκεί, θα παραμένουν στην πρώτη γραμμή.

Με άλλα λόγια, η πραγματική ανάταξη της χώρας θα ξεκινήσει μόνον όταν οι αδαείς, οι αμαθείς και οι αμετροεπείς επιστρέψουν στο περιθώριο τους. Και, φυσικά, όταν έρθουν στις θέσεις άνθρωποι που ξέρουν, μαθαίνουν και δεν λένε ό,τι τους κατεβαίνει.