Ειλικρινά τώρα έχει κανείς αμφιβολία ότι οι Κινέζοι σύντροφοι – εκεί στο μακρινό Πεκίνο- δεν μετέφρασαν καλά τις δηλώσεις του αντιπροέδρου της κυβέρνησης Γιάννη Δραγασάκη για το μέλλον του ΟΛΠ και του μετοχικού του ελέγχου αλλά και για τα καινούργια –πραγματικά- αφεντικά του πρώτου λιμανιού της χώρας;

Νομίζω κανείς… Και δεν είναι μόνο δική μου ιδέα. Με άλλα λόγια, ο κ. Δραγασάκης – από τις παλιές καραβάνες του κινήματος της αριστεράς- είπε αυτό που είχε σχεδιάσει να πει και οι Κινέζοι μετάφρασαν με τη δέουσα προσοχή αυτές τις δηλώσεις. Το τι συνέβη τις επόμενες μέρες το γνωρίζουν οι περισσότεροι… Ενδοκυβερνητικές κόντρες, εσωκομματικές αντιδράσεις, διαψεύσεις και ανασκευές και πολλές …μετονομασίες. Οι ιδιωτικοποιήσεις έγιναν ΣΔΙΤ – έστω και ιδιότυπα ΣΔΙΤ για τις ανάγκες της συγκυρίας- και τα ΣΔΙΤ κατά περίπτωση διακρατικές ή προγραμματικές συμφωνίες.

Ας πάμε όμως πίσω στο χρόνο. Εκεί στις αρχές της δεκαετίας του ΄90 όταν η κυβέρνηση Κων/νου Μητσοτάκη βάζει μπρός τη μηχανή των ιδιωτικοποιήσεων. Τότε τα κορυφαία στελέχη της μιλούσαν κατά κύριο λόγο για …αποκρατικοποιήσεις, δίνοντας μια επιπλέον ιδεολογική νότα στην πολιτική επιλογή τους. Για να είναι ειλικρινής ποτέ δεν κατάλαβα τις λεπτές αποχρώσεις των διαφορών ανάμεσα στους δύο όρους. Μετά την εκ των έσω πτώση της κυβέρνηση Μητσοτάκη πέρασε αρκετός καιρός για να αρχίσουν οι ΠΑΣΟΚ-οι που επανέκαμψαν δριμύτεροι να ψελλίζουν περί μετοχοποιήσεων. Το πάρτι έγινε μετά το ΄96 όταν οι κατά συρροή μετοχοποιήσεις ΔΕΚΟ με την εισαγωγή των μετοχών τους στη τότε Σοφοκλέους έγιναν ρουτίνα με τις διαδικασίες εξπρές. Τότε ήταν που βρέθηκε η φόρμουλα με το σπάσιμο των ΔΕΚΟ στα δύο – την εταιρεία παγίων και την εταιρεία διαχείρισης της δραστηριότητας. Η πρώτη κρατούσε στο χαρτοφυλάκιο της (όπου το 100% των μετοχών της παρέμενε στο δημόσιο) τα βασικά περιουσιακά στοιχεία όπως οι λιμενικές υποδομές στην περίπτωση του ΟΛΠ ή τα φράγματα, οι ταμιευτήρες, τα εξωτερικά υδραγωγεία και τα αντλιοστάσια στην περίπτωση της ΕΥΔΑΠ. Με αυτό τον τρόπο η τότε κυβέρνηση – με επικεφαλής τον Κώστα Σημίτη- πίστευε πέραν όλων των άλλων ότι αποδιώχνει από κοντά της τις κατηγορίες για …ξεπούλημα από τους εσωκομματικούς αντιπάλους αλλά και την αντιπολίτευση από τα δεξιά και τα αριστερά.

Στη συνέχεια το Χρηματιστήριο πάτωσε και κανείς δεν ασχολήθηκε με την …ονοματολογία και την δημιουργική ασάφεια των όρων. Πάντως, κανείς δεν θα πίστευε ότι η συζήτηση για την τύχη των πρώην ΔΕΚΟ θα γυρνούσε πίσω στο χρόνο και θα ακολουθούσε τα μονοπάτια του ιδεολογικού παλαιοημερολογητισμού. Και όμως έτσι συμβαίνει. Οι ιδιωτικοποιήσεις εξορίζονται από το λεξιλόγιο της κυβέρνησης και όλοι ψάχνουν την κατάλληλη μετονομασία. Τα καινούργια βαφτίσια δεν αργούν.

Το θέμα όμως είναι άλλο. Η κυβέρνηση πέραν της ονοματολογίας έχει σχέδιο με αρχή, μέση και τέλος σε σχέση με το χαρτοφυλάκιο του ΤΑΙΠΕΔ; Το μόνο σίγουρο είναι ότι ακόμη και αν έχει δεν έκανε μέχρι τώρα το κόπο να μας το παρουσιάσει. Χωρίς να μπλέκω με τις διαδικασίες και τα λοιπά νομικά θα έλεγα πως εκείνο που χρειάζεται η αγορά, οι επιχειρήσεις, οι εργαζόμενοι, η οικονομία και γενικότερα, η χώρα είναι η ειλικρίνεια στις πολιτικές. Για παράδειγμα η κυβέρνηση αρνείται προς το παρόν να νομιμοποιήσει την διαδικασία του διαγωνισμού για τα περιφερειακά αεροδρόμια και η μία εκδοχή για την τύχη του διαγωνισμού και το μέλλον αυτού του πολλαπλά χρήσιμου εργαλείου όπως είναι για την ανάπτυξη της τοπικής ή νησιωτικής οικονομίας τα αεροδρόμια εναλλάσσεται με άλλη. Και όμως θα είχε αξία αν η σημερινή κυβέρνηση πέρα από τις γενικότητες μπορούσε να διατυπώσει μια εναλλακτική πρόταση συγκεκριμένη και στην παραμικρή λεπτομέρεια της. Μια πρόταση εάν και εφόσον μπορέσει να ξεμπλέξει με το δυνατό μικρότερο κόστος από τις διαδικασίες που βρίσκονται σε εξέλιξη. Σε κάθε περίπτωση, ας μην ξεχνάμε ότι τα πάγια πάγια και η διαχείριση διαχείριση. Το σχήμα βολεύει καθώς τα πάγια μένουν για πάντα στην ιδιοκτησία του κράτους και η διαχείριση μπορεί να ανατεθεί σε κάθε ένα ικανό να φέρει αποτέλεσμα, να διευρύνει τα έσοδα από την λειτουργία της δραστηριότητας, να διατηρήσει και να αυξήσει την απασχόληση, να μεγαλώσει τα οφέλη για την οικονομία και την κοινωνία.