Η Οδός Μακρυγιάννη, αλλά και το κομμάτι της Διονυσίου Αεροπαγίτου (από την Συγγρού μέχρι και την συμβολή της με την Μακρυγιάννη) είναι δύο πεζόδρομοι της Αθήνας που αξίζουν πραγματικό χρυσάφι.

Όσο και αν φαίνεται περίεργο δεν είναι τόσο οι τιμές ζώνης των ακινήτων που οδηγούν στο … χρυσάφι – τις οποίες και αγνοώ- αλλά το γεγονός ότι τα δύο κομμάτια των πεζοδρόμων συνορεύουν με το νέο εμβληματικό κτήριο της ελληνικής πρωτεύουσας, το Μουσείο της Ακρόπολης. Και όμως αυτό το… χρυσάφι, όχι μόνο δεν το έχουμε πιάσει στα χέρια μας, αλλά δεν έχουμε σκεφθεί καν τους τρόπους για να το φέρουμε κοντά μας και να το αξιοποιήσουμε.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή, προκειμένου να δώσουμε ορισμένες εξηγήσεις. Το… χρυσάφι όντως περπατάει δίπλα μας και δεν είναι άλλο από τα εκατομμύρια των επισκεπτών του Μουσείου της Ακρόπολης – βάλτε κάτω τους επισκέπτες και τα εισιτήρια, κάντε τους υπολογισμούς και βγάλτε τα αποτελέσματα. Τα τελευταία χρόνια ο αριθμός των επισκεπτών είναι σταθερά πάνω από 1 εκατομμύριο το χρόνο και τα έσοδα του μόνο από τα εισιτήρια είναι μερικά εκατομμύρια ευρώ – το Μουσείο της Ακρόπολης κατέχει το 50 % του συνόλου των επισκεπτών των μουσείων της χώρας (ένας μέσος όρος την τριετία 2011-2013 πάνω από 1,1-1,2 εκατομμύρια επισκέπτες σε ένα σύνολο 3 εκατομμυρίων και κάτι επισκεπτών). Με βάση αυτό το δεδομένο πρέπει να αντιστοιχεί στο Μουσείο της Ακρόπολης ένα ποσό εσόδων της τάξης των 4 εκατομμυρίων σε ένα σύνολο εσόδων που κυμάνθηκαν στην τριετία 2011-2013 από 8 έως 10 εκατομμύρια ευρώ.

Αλλά, το θέμα δεν είναι τα εισιτήρια και οι εισπράξεις από αυτά. Αν στηρίξεις αποκλειστικά και μόνο σε αυτά τις φιλοδοξίες σου ως πόλη και ως τοπική οικονομία την έβαψες… Αντίθετα εκείνο που μετρά και μπορεί να κάνει την διαφορά είναι η δημιουργική βιομηχανία της πόλης – οι εκπρόσωποι της οποίας απουσιάζουν σχεδόν ολοκληρωτικά, τόσο από το Μουσείο όσο και από τους πεζοδρόμους του… χρυσαφιού. Δεν αναφέρομαι τόσο στην απουσία σημείων πώλησης των πιο ευφάνταστων δημιουργιών των νέων designers στο τομέα του σουβενίρ (εκεί που συναντιέται η ιστορία, η παράδοση και ο πολιτισμός με τον καταναλωτισμό του τουρίστα) όσο στην αδυναμία να παρουσιασθεί με ολοκληρωμένο τρόπο στην πιο διάσημη βιτρίνα της πόλης η σύγχρονη ελληνική παραγωγή και δημιουργία – από τα premium προϊόντα της ελληνικής γης μέχρι τη γαστρονομία!!!

Μια βόλτα από αυτούς τους πεζοδρόμους θα καταδείξει την έλλειψη, αλλά και την διαχρονική μιζέρια που κάποτε ξόρκιζε ο συνδυασμός μιας στέρεας ελληνικότητας με τον δημιουργικό κοσμοπολιτισμό της Μελίνας και του Χατζιδάκι – σήμερα, δυστυχώς, δεν ζει κανείς από τους δύο και στο πεζόδρομο της Μακρυγιάννη σερβίρουν ακόμη μουσακά και τσολιαδάκια παλιάς κοπής…