του Μανώλη Γραφάκου

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης από το βήμα της ΔΕΘ, έκανε ένα ακόμα βήμα εμπρός, παρουσιάζοντας δύο εξαιρετικά σημαντικές μεταρρυθμιστικές προτάσεις από το πρόγραμμα – σχέδιο διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας.

Τόλμησε για πρώτη φορά για αρχηγό κόμματος εξουσίας, να προτείνει ελεύθερη επιλογή ασφαλιστικού ταμείου για τις συντάξεις από τους πολίτες και τερματισμό της κρατικής χρηματοδότησης (άρα και παρέμβασης) του κράτους στους Δήμους. Είναι δύο μεγάλες τομές, που αλλάζουν σημαντικές πτυχές της ζωής των πολιτών.

Αρχικά το συνταξιοδοτικό, με την υιοθέτηση κεφαλαιοποιητικού συστήματος και τελικό στόχο την ελεύθερη επιλογή ασφαλιστικού φορέα: Κατά τη γνώμη μου είναι η πιο σημαντική τομή που μπορεί και πρέπει να γίνει σήμερα στη χώρα μας. Το συνταξιοδοτικό μας σύστημα είναι μια από τις κύριες αιτίες που η χώρα έφτασε ένα βήμα πριν τη χρεοκοπία. Από το 2000 μέχρι το 2017 το κράτος το χρηματοδότησε με πάνω από 200 δισ. το συνταξιοδοτικό σύστημα. Η ανορθολογική χρηματοοικονομική του διάρθρωση και το γεγονός ότι δεν έλαβε υπόψη του τις δημογραφικές μεταβολές, το έφεραν σε αδιέξοδο. Αδιέξοδο που φάνηκε όταν χάθηκαν θέσεις εργασίας και μαζί εισφορές ύψους 8 δισ. ευρώ (σε σχέση με το 2009) από τον ιδιωτικό τομέα.

Η ευλογία της αύξησης του χρόνου ζωής των ανθρώπων, αλλάζει τον τρόπο χρηματοδότησής του και πλέον τα κεφαλαιοποιητικά συστήματα παροχών είναι σήμερα δικαιότερα και φυσικά χρηματοοικονομικά και χρηματοδοτικά σταθερότερα. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης παρουσίασε ένα απλό σύστημα τριών πυλώνων. Ο πρώτος η εθνική σύνταξη για όλους τους Έλληνες, ο δεύτερος ανταποδοτική σύνταξη με κεφαλαιοποιητικό σύστημα, με τελικό στόχο την ελεύθερη επιλογή ασφαλιστικού φορέα και ο τρίτος προαιρετικά αυτός της ιδιωτικής ασφάλισης. Ένα σύστημα δίκαιο, που ο κάθε πολίτης διαμορφώνει του όρους της σύνταξής τους, με ελευθερία επιλογής φορέα, που όμως έχει ζητήματα στη μετάβασή του, που πρέπει να συζητηθούν και να αντιμετωπιστούν μέχρι την τελική εφαρμογή του.

Ο ΕΝΦΙΑ στους Δήμους μικρότερος όμως κατά 30%: Αποτελεί τη δεύτερη μεγάλη μεταρρύθμιση που θα εφαρμόσει η Νέα Δημοκρατία.

Ο φόρος που επιβαρύνει το ακίνητο είναι λογικό να είναι αρμοδιότητα των ΟΤΑ. Οι Δήμοι με τις ενέργειές τους στη διαμόρφωση του αστικού τοπίου, στην ευπρέπεια του δημοσίου χώρου, στην καθαριότητα των πόλεων κ.α., επηρεάζουν ευθέως την αξία ενός ακινήτου. Αν πχ ένας δρόμος μετατραπεί σε ήπιας κυκλοφορίας, με φύτευση, με καλό φωτισμό, τότε η αξία των ακινήτων σε αυτόν προφανώς θα αυξηθεί. Αν σε μια γειτονιά δημιουργηθεί ένα πάρκο, η αξία των γειτονικών ακινήτων θα αυξηθεί. Άρα οι Δήμοι επηρεάζουν με τις ενέργειες ή τις παραλήψεις τους τις αξίες των ακινήτων. Είναι λοιπόν ορθό και λογικό, να έχουν αποκλειστικό λόγο στην επιβάρυνσή τους με φόρους ή τέλη και να έχουν όφελος από την αύξηση της αξίας της περιουσίας των πολιτών. Άλλωστε και σήμερα ένα σημαντικό τμήμα της επιβάρυνσης του ακινήτου γίνεται από τους ΟΤΑ, μέσα από ένα σύστημα εύκολης είσπραξης, ομαλά κατανεμημένης κάθε χρόνο, με λογική γενικά επιβάρυνση των πολιτών. Αυτό το σύστημα μπορεί να επεκταθεί καθολικά και να καλύψει οριστικά την επιβάρυνση των ακινήτων με φόρους ή τέλη.

Η πρόταση του Κυριάκου Μητσοτάκη για εκχώρηση της αρμοδιότητας του φόρου ακινήτων στους ΟΤΑ, σε ποσοστό 30% από ότι είναι σήμερα, είναι όχι μόνο στη σωστή κατεύθυνση, αλλά αποτελεί τη βάση για μια μεγάλη μεταρρύθμιση στο κράτος και στην αυτοδιοίκηση. Έτσι:

Η αυτοδιοίκηση αποκτά ίδιους πόρους, άρα αυξάνει την ελευθερία των επιλογών της και κόβει τον ομφάλιο λώρο από το κεντρικό κράτος.
Υπάρχει πλέον αποκέντρωση στην πράξη.

Οι πολίτες γνωρίζουν που πάνε τα χρήματά τους σε τοπικό επίπεδο και οι τοπικοί άρχοντες είναι υποχρεωμένοι περισσότερο παρά ποτέ να λογοδοτούν στους συμπολίτες τους για τις ενέργειές τους.

Η απευθείας χρηματοδότηση των ΟΤΑ από τους πολίτες και όχι μέσα από τους φόρους και το κεντρικό κράτος, μειώνει γραφειοκρατία και κόστος.

Οι δύο αυτές μεταρρυθμίσεις που ανακοίνωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, μειώνουν τον κρατισμό και μάλιστα σημαντικά. Αυξάνουν την ελευθερία των πολιτών και των τοπικών αρχών.

Μειώνουν το ρόλο του κράτους στην οικονομία και στην κοινωνία. Διαμορφώνουν ελεύθερους και παράλληλα υπεύθυνους πολίτες. Προφανώς μειώνουν το κόστος του κράτους, άρα και τους αναγκαίους φόρους που θα πληρώνουν οι πολίτες. Έτσι βοηθούν και στην ανάπτυξη της οικονομίας κάνοντας ελκυστικότερες τις επενδύσεις στην Ελλάδα και ανταγωνιστικότερες τις εξαγωγές. Έτσι συμβάλουν στην αύξηση του εθνικού μας πλούτου και στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.

Η Ελλάδα μπορεί καλύτερα!