Οσοι περιμένουν να έρθουν σε (πολιτικού) γάμου κοινωνία η Φώφη Γεννηματά και ο Σταύρος Θεοδωράκης θα διαψευστούν.

Τουλάχιστον για το προβλεπτό μέλλον οι προσπάθειες να ενωθούν εις σάρκα μίαν το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι δεν αναμένεται να ευδοκιμήσουν. Η απόσταση που πρέπει να διανυθεί μεταξύ Χαριλάου Τρικούπη και Σεβαστουπόλεως είναι ακόμη μεγάλη. Και είναι ναρκοθετημένη με προσωπικές φιλοδοξίες, αμοιβαία καχυποψία, διαφορετικές προτεραιότητες και -το κυριότερο- αποκλίνουσες οπτικές ως προς το τι είναι και εκπροσωπεί ο κάθε χώρος. Οι μεν λένε ότι είναι σοσιαλδημοκράτες, οι δε μεταρρυθμιστές. Το Ποτάμι θεωρεί εαυτόν το «νέο» στην πολιτική και το ΠΑΣΟΚ, εκφραστή του «παλαιού κατεστημένου που χρεοκόπησε τη χώρα». Το ΠΑΣΟΚ αντίθετα υποστηρίζει πως εξαερώθηκε πολιτικά επειδή «έθεσε το εθνικό συμφέρον υπεράνω του κομματικού» και θεωρεί το Ποτάμι «απολίτικο και συγκυριακό κομματικό μόρφωμα». Και τα δύο κόμματα, πάντως, επειδή αυτοτοποθετούνται στον χώρο του Κέντρου, είναι υποχρεωμένα να συνομιλούν αφενός γιατί η πίεση που υφίστανται αμφότερα από τη Ν.Δ. και τον ΣΥΡΙΖΑ είναι μεγάλη, αφετέρου επειδή, όντως, στην κατάσταση όπου βρίσκεται η χώρα υπάρχει ανάγκη να δημιουργηθεί ένας αξιόπιστος και αριθμητικά υπολογίσιμος πολιτικός φορέας που θα εξισορροπεί, σε κυβερνητικό επίπεδο, τις ακραίες πολιτικές ή και συμπεριφορές της Αριστεράς και της Δεξιάς. Η εκλογή του κεντροδεξιού Κυριάκου Μητσοτάκη στην ηγεσία της Ν.Δ. και η συνεχής μετατόπιση του Αλέξη Τσίπρα προς ολοένα πιο ρεαλιστικές και κεντροαριστερής οπτικής θέσεις ήταν λογικό να εκληφθούν από τα κόμματα που βρίσκονται στον χώρο του Κέντρου ως συμπληγάδες πέτρες που απειλούν να τα συνθλίψουν. Και ήταν αναμενόμενο να εντατικοποιηθούν οι συνομιλίες μεταξύ τους προκειμένου να αποτραπεί η περαιτέρω πολιτική και εκλογική τους συρρίκνωση.

Κοινό μέλλον και αρχηγικές φιλοδοξίες

Τώρα τα πάντα θα εξαρτηθούν από το πόσο νερό είναι αποφασισμένο το κάθε κόμμα να βάλει στο κρασί του. Και κυρίως, αν Γεννηματά και Θεοδωράκης θα καταφέρουν στο όνομα του κοινού μέλλοντος να ξεπεράσουν τις θεμιτές αρχηγικές τους φιλοδοξίες και συμφωνήσουν σε ένα πρόγραμμα που θα εκφράζει και θα ενοποιεί τον χώρο του Κέντρου και σε ένα πρόσωπο το οποίο θα μπορεί να αντιπαρατεθεί με επάρκεια και αποτελεσματικότητα στους Τσίπρα και Μητσοτάκη. Προσώρας τίποτε από τα δύο δεν συμβαίνει. Και δεν συμβαίνει επειδή κανείς από τους δύο, παρά τα όσα δημοσίως λέγονται, δεν θέλει να συμβεί. Κυρίως ο Σταύρος Θεοδωράκης, του οποίου το κόμμα αλλά και οι οπαδοί στη μεγάλη τους πλειοψηφία προτιμούν τη συνεργασία με τη Ν.Δ. παρά με το ΠΑΣΟΚ. Μπορεί εκατέρωθεν να διατυπώνονται προτάσεις και να αποστέλλονται προσκλήσεις για συμπόρευση, ακόμη και για κοινή εκλογική κάθοδο, όμως η κυρίαρχη εκτίμηση που υπάρχει είναι ότι όλο αυτό το πολιτικό σούρτα φέρτα στον ενδιάμεσο μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και Ν.Δ. χώρο γίνεται είτε για το θεαθήναι και προκειμένου κάποιοι παροπλισμένοι «εργολάβοι» της Κεντροαριστεράς να συνεχίσουν να έχουν ρόλο στα πράγματα, είτε επειδή λόγω των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η κυβέρνηση στο Προσφυγικό, στην αξιολόγηση και στο Ασφαλιστικό – Φορολογικό αυξάνεται η πιθανότητα, έστω και εξ «ατυχήματος», προσφυγής εκ νέου στη λαϊκή ετυμηγορία.

Δεν θέλουν εκλογές

Γεννηματά και Θεοδωράκης δεν θέλουν με τίποτα εκλογές γιατί γνωρίζουν ότι αν στηθούν κάλπες η πόλωση μεταξύ κυβέρνησης και αξιωματικής αντιπολίτευσης, μεταξύ Τσίπρα και Μητσοτάκη, θα εκτοξευθεί στα ύψη και η πιθανότητα εκλογικής ευδοκίμησης του ΠΑΣΟΚ και του Ποταμιού, σε συνθήκες σύγκρουσης δύο κόσμων, είναι περιορισμένη, κάτι που, ως είναι φυσικό, θα έχει επιπτώσεις και στο δικό τους ηγετικό στάτους. Ξορκίζουν λοιπόν όπως ο διάβολος το λιβάνι τις κάλπες και τάσσονται υπέρ της ανάδειξης μιας άλλης κυβέρνησης από την παρούσα Βουλή και όχι από εκλογές επειδή δήθεν δεν τις αντέχει ο τόπος. Αυτό είναι και το μεγάλο πρόβλημα των κομμάτων του Κέντρου που θέτει εμπόδια και στη μεταξύ τους συνεννόηση για συγκρότηση κοινού πολιτικού φορέα: η υποκρισία. Ενώ θεωρούν καταστροφική για τη χώρα την κυβέρνηση, δεν προσπαθούν να την απομακρύνουν επειδή φοβούνται ότι οι εκλογές θα αποβούν καταστροφικές πρωτίστως για τα ίδια, και αντ’ αυτού προσπαθούν να τη θέσουν υπό τον έλεγχό τους προκειμένου, όπως λένε, να τη συνετίσουν!

Οταν βάζεις το κάρο των φιλοδοξιών σου μπροστά από το άλογο των συμφερόντων της χώρας, είναι επόμενο οι εκκλήσεις για συμπόρευση είτε με τη μορφή «κοινοβουλίου του Κέντρου», που προτείνει ο Θεοδωράκης, είτε της «εθνικής συνδιάσκεψης και της εκλογής αρχηγού από τη βάση», που προτείνει η Γεννηματά, περισσότερο να θυμίζουν προσκλητήρια για εαρινές συνάξεις (κεντροαριστερών) χωροφυλάκων παρά για πραγματικά καλέσματα σε πολιτικό γάμο των δυνάμεων της Σοσιαλδημοκρατίας, του Προοδευτικού Κέντρου, της Ανανεωτικής Αριστεράς και της Πολιτικής Οικολογίας.

Αποτυχημένη συνταγή

Οσο το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι κρύβονται πίσω από οικουμενικά σχήματα διακυβέρνησης, τα οποία εκτός από αποτυχημένη συνταγή αποτελούν και διαστρέβλωση της λαϊκής βούλησης, δεν πρόκειται οι προσπάθειες συνεύρεσης, σ’ έναν κοινό φορέα, των δυνάμεων του Κέντρου να αποδώσουν καρπούς. Ή θα θέσουν ανοιχτά θέμα κυβερνητικής αλλαγής και θα παρουσιάσουν το πρόγραμμα μιας άλλης διακυβέρνησης, οπότε μπορούν και να ελπίζουν σε πολιτική και εκλογική ενδυνάμωση του ενδιάμεσου κεντρώου χώρου, ή θα συνεχίσουν το παιχνίδι, δημόσια, των λεκτικών αλληλοασπασμών και, παρασκηνιακά, των διαχωρισμών και της επίρριψης ευθυνών στον άλλον για τη μη συνεργασία. Και επειδή, όπως λέει θυμόσοφα και ο λαός μας «Κυριακή, κοντή γιορτή», θα πρέπει να αναμένουμε την απόρριψη από τον Θεοδωράκη της πρότασης της Γεννηματά τόσο για την ενοποίηση των Κοινοβουλευτικών Ομάδων του ΠΑΣΟΚ και του Ποταμιού όσο και για τη συγκρότηση κοινών επιτροπών που θα οδηγήσουν στην ίδρυση ενός νέου πολιτικού φορέα. Και επειδή χωρίς το Ποτάμι νέος φορέας της Κεντροαριστεράς δεν μπορεί να υπάρξει, όπως έχουν αποφανθεί οι Ευάγγελος Βενιζέλος και Ανδρέας Λοβέρδος, το πιο πιθανό είναι το ΠΑΣΟΚ να συνεχίσει, μαζί με τη ΔΗΜ.ΑΡ. του Θανάση Θεοχαρόπουλου συν κάποιες μικρές ομάδες πολιτικών στελεχών, να βαδίζει στον δρόμο της Δημοκρατικής Συμπαράταξης. Και φυσικά με τη Φώφη Γεννηματά επικεφαλής και χωρίς διαδικασίες εκλογής νέας ηγεσίας από τη βάση. Ηδη το γεγονός και μόνο ότι οι διαδικασίες εθνικής συνδιάσκεψης για ίδρυση νέου φορέα, που ήταν να γίνουν τον Απρίλιο, μετατίθενται για μετά το Πάσχα είναι ενδεικτικές των προβλημάτων που υπάρχουν όσον αφορά στην τελεσφόρηση του εγχειρήματος, ενώ, σύμφωνα με εκτιμήσεις, δεν αποκλείεται αυτές να μετατεθούν ακόμη και για μετά το καλοκαίρι, αν το ενδιαφέρον δεν είναι το επιθυμητό.

Προτεραιότητες

Ενας δρόμος δύσβατος, ειδικά αν διαγενομένων του χρόνου και των εξελίξεων ο Ευάγγελος Βενιζέλος και τα στελέχη που συμπορεύονται μαζί του αποφασίσουν να χαράξουν, όπως λέγεται, διαφορετική πορεία από αυτή που έχει επιλέξει η Φώφη Γεννηματά. Και που μπορεί να γίνει κακοτράχαλος αν το Κίνημα του Γιώργου Παπανδρέου τελικά δεν συμπράξει, όπως θέλει να πιστεύει η Χαριλάου Τρικούπη, με το ΠΑΣΟΚ, αλλά προτιμήσει -σε περίπτωση που στηθούν πρόωρα κάλπες και υπάρξουν αλλαγές και στον εκλογικό νόμο- να συμπαραταχθεί μαζί με άλλες προοδευτικές κινήσεις και πολιτικές προσωπικότητες με τον ΣΥΡΙΖΑ σε μια ευρύτερη αναμέτρηση των Προοδευτικών με τους Συντηρητικούς και με διακύβευμα τις αλλαγές που χρειάζονται να γίνουν στην Ευρωπαϊκή Ενωση προκειμένου αφενός να αναβαπτιστεί αυτή στις αξίες της και να παραμείνει ενωμένη και αφετέρου να σταματήσει η Ελλάδα να αντιμετωπίζεται ως αποικία χρέους, πειραματόζωο ακραίων πολιτικών λιτότητας και μεταναστευτικό λοιμοκαθαρτήριο της Ευρώπης. Και επειδή το πιθανότερο είναι ότι οι επόμενες εκλογές θα γίνουν με το ευρωπαϊκό φόντο κυρίαρχο λόγω των εξελίξεων που θα λαμβάνουν χώρα στα περισσότερα κράτη-μέλη της Ενωσης, ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι κάποια στιγμή ενδέχεται να ανακαλύψουν ότι η φορά των πολιτικών πραγμάτων και η εξέλιξη των δημόσιων υποθέσεων τα αναγκάζουν να εγκαταλείψουν την προσπάθεια να ενωθούν μεταξύ τους και είναι προς το συμφέρον τους να γίνουν τμήματα ευρύτερων συνόλων με διαφορετικές προτεραιότητες το καθένα όσον αφορά οικονομία, στους θεσμούς, στην κοινωνική και πολιτική αντιπαράθεση και τις εθνικές προτεραιότητες.

Κοινωνική απήχηση

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η υπόθεση της Κεντροαριστεράς στην Ελλάδα δεν μπορεί να ευδοκιμήσει όσο οι πολίτες τής έχουν γυρισμένη την πλάτη. Και αυτή τη στιγμή οι Ελληνες πολίτες ήκιστα ενδιαφέρονται για το «Επινέ» των σοσιαλιστών ή το «κονκλάβιο» των μεταρρυθμιστών. Και είναι σίγουρο ότι ο κεντροαριστερός μεγαλοϊδεατισμός δεν πρόκειται να τους συγκινήσει όσο ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι και λοιποί συγγενείς συνεχίζουν να ψηφίζουν μεν τα μνημόνια, αλλά να καταψηφίζουν τα μέτρα επειδή τώρα στο γκουβέρνο είναι ο Τσίπρας και ο Καμμένος. Οι δυνάμεις της Κεντροαριστεράς για να αποκτήσουν κοινωνική απήχηση και να ισχυροποιηθούν στον ενδιάμεσο, μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και Ν.Δ., χώρο θα πρέπει να σταματήσουν να ασχολούνται με τις επικοινωνιακές ρεβεράντζες των παραγόντων της και να παρουσιάσουν ένα συγκροτημένο, πειστικό, ιεραρχημένο, κοστολογημένο και κοινωνικά αποδεκτό εναλλακτικό πρόγραμμα διακυβέρνησης για παραγωγική και κοινωνική ανασυγκρότηση, χωρίς όμως επιπλέον λιτότητα, ύφεση, ανεργία και εξανδραποδισμό όλων ανεξαιρέτως των Ελλήνων.

Επιπροσθέτως, θα πρέπει να σταματήσει, ειδικά από το Ποτάμι, ο άκριτος ευρωπαϊσμός, που σε ορισμένες περιπτώσεις δίνει την εντύπωση της ευρωλαγνείας και της άνευ όρων υποταγής σε κάθε απαίτηση των δανειστών. Και φυσικά, όπως μας λέει πρώην υπουργός των κυβερνήσεων Σημίτη και ιστορικό στέλεχος του ΠΑΣΟΚ, «οι ηγεσίες και τα προβεβλημένα στελέχη θα πρέπει να αποβάλουν τη νοοτροπία του χωροφύλακα της Κεντροαριστεράς. Οι εποχές έχουν αλλάξει, η Χωροφυλακή έχει καταργηθεί εδώ και χρόνια, ακόμη και το υπουργείο Δημοσίας Τάξεως έγινε Προστασίας του Πολίτη. Ο καιρός που κάποιοι, ελέω κομματικών, κυβερνητικών και κρατικών αξιωμάτων, ήλεγχαν τις πολιτικές υποθέσεις και ασκούσαν εξουσία στον χώρο της Κεντροαριστεράς παρήλθε ανεπιστρεπτί. Τα παράσημα του παρελθόντος δεν σου δίνουν διαβατήριο για το μέλλον, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις είναι και βαρίδια για να έχει κάποιος πρωταγωνιστικό ρόλο στο παρόν»…