Οι δραματικές εξελίξεις στο Προσφυγικό και την τρομοκρατία, η ξεκάθαρη πλέον βούληση της κυβέρνησης να ψηφίσει οπωσδήποτε τα μέτρα για την αξιολόγηση, η επαναβεβαίωση της απόφασης του Αλέξη Τσίπρα να συνεχίσει να κυβερνά με τους ΑΝ.ΕΛ. του Πάνου Καμμένου και η εκ μέρους του Μαξίμου ακραία ταύτιση των κυβερνήσεων Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ με τα κατεστημένα οικονομικά και εκδοτικά συμφέροντα άλλαξαν άρδην το πολιτικό σκηνικό.

Ενώ μέχρι πρότινος ήταν ζωντανό το θέμα αλλαγής -κάποια στιγμή στο μέλλον- κυβερνητικού εταίρου, τώρα και σε συνδυασμό με την άκρως επιθετική τακτική που έχει υιοθετήσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης τα μικρότερα κόμματα, και ειδικότερα ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι, νιώθουν να πιέζονται υπερβολικά, καθώς εκτός των άλλων χάνουν και τον ενδιάμεσο σταθεροποιητικό ρόλο στον οποίο είχαν επενδύσει πολιτικά. Οι ηγεσίες τους κατανοούν ότι ο νέος δικομματισμός (ΣΥΡΙΖΑ – Ν.Δ.) που στήνεται, εφόσον δεν προσκρούσει σε κάποιο ενδιάμεσο σοβαρό ανάχωμα, στις επόμενες εκλογές θα προσλάβει χαρακτηριστικά σύγκρουσης «δύο κόσμων», στην οποία τα ενδιάμεσα κόμματα είναι δύσκολο να ευδοκιμήσουν εκλογικά.

Oι δημοσκοπήσεις

Τούτων δοθέντων, Φώφη Γεννηματά και Σταύρος Θεοδωράκης αποφάσισαν να αφήσουν στην άκρη τις κομματικές προτεραιότητες, τις ιδεολογικοπολιτικές προσημειώσεις και τις προσωπικές φιλοδοξίες που μέχρι πρότινος υπηρετούσαν και διαλαλούσαν, και να δουν αν μπορούν να συνυπάρξουν είτε σε μια εκλογική συμπαράταξη, είτε σε ένα νέο κόμμα. Ο επιπρόσθετος λόγος που ανάγκασε τη Φώφη και τον Σταύρο να κάνουν την ανάγκη φιλοτιμία και να προσπαθήσουν να τα βρουν είναι τα αρνητικά ευρήματα των δημοσκοπήσεων για τα κόμματά τους. Στη συνάντηση που είχαν την περασμένη Πέμπτη συμφώνησαν να διαγράψουν τις -ανεδαφικές, είναι η αλήθεια- προτάσεις που είχαν καταθέσει το προηγούμενο διάστημα (η Φώφη την Εθνική Συνδιάσκεψη για την Κεντροαριστερά και ο Σταύρος το Κοινοβούλιο του Κέντρου) και να αναθέσουν σε 25 εκπροσώπους των κομμάτων και των ομάδων που ενδιαφέρονται να συμμετάσχουν στο εγχείρημα ανασυγκρότησης του πολιτικού χώρου που βρίσκεται μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και Νέας Δημοκρατίας την επεξεργασία νέων προτάσεων.

Πρόκειται για τον χώρο τον οποίο άλλοι βαφτίζουν Προοδευτικό Κέντρο, άλλοι Σοσιαλδημοκρατία και άλλοι Κεντροαριστερά. Στην Επιτροπή Θέσεων και Διαλόγου, όπως την ονόμασαν, συμφωνήθηκε κανένα κόμμα να μην έχει την πλειοψηφία, και από τα 25 μέλη της επιτροπής το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι να έχουν από 5, η ΔΗΜ.ΑΡ. 3, οι Κινήσεις Πολιτών 1, ενώ 3 μέλη πιθανότατα θα έχει και το Κίνημα του Γιώργου Παπανδρέου, εφόσον τελικά συμμετάσχει στο εγχείρημα, ενώ οι υπόλοιπες θέσεις θα δοθούν σε κοινωνικά στελέχη που διακρίνονται στην Αυτοδιοίκηση, στον ιδιωτικό τομέα, στον πανεπιστημιακό χώρο ή σε πρώην υπουργούς, όπως η Αννα Διαμαντοπούλου και πιθανώς ο Γιώργος Φλωρίδης, αλλά όχι ο Αλέκος Παπαδόπουλος, ο οποίος διαφωνεί με το εγχείρημα και τον τρόπο που επιχειρείται «ουσιαστικά η νεκρανάσταση του ΠΑΣΟΚ». Σημειώνουμε εδώ πως ο Γ. Παπανδρέου έχει τη γνώμη ότι οι πολιτικοί αρχηγοί των κομμάτων που θα συμμετάσχουν στην προσπάθεια ανασύνταξης του ενδιάμεσου χώρου, μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και Ν.Δ., θα πρέπει να καθίσουν οι ίδιοι γύρω από ένα τραπέζι προκειμένου να συζητήσουν ποιο ακριβώς θα είναι το διακύβευμα της συνεργασίας και να μην ανατεθεί αυτός ο ρόλος σε κάποια επιτροπή, επειδή συνήθως η συγκρότηση επιτροπών διαιωνίζει και δεν λύνει τα προβλήματα.

Η πολιτική των επιτροπών

Την ίδια γνώμη φαίνεται να έχουν άλλα στελέχη και παράγοντες της Κεντροαριστεράς, καθώς θεωρούν ότι η «πολιτική των επιτροπών» ακολουθείται επειδή ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι δεν είναι έτοιμα για το εγχείρημα και θέλουν να κερδίσουν χρόνο για να δουν τι ακριβώς θα κάνουν αργότερα. Αντίθετα κάποια άλλα στελέχη θεωρούν ότι η συγκρότηση της επιτροπής το επόμενο δεκαήμερο και η συζήτηση, για περίπου δύο μήνες, των θέσεων που πρέπει να έχει ο νέος φορέας «θα προσδώσουν δυναμική στο εγχείρημα, θα φέρουν πιο κοντά τα κόμματα, τις συλλογικότητες και τα πρόσωπα και, το κυριότερο, θα προκαλέσουν το ενδιαφέρον πολιτών που είτε έχουν αποστασιοποιηθεί από την πολιτική, είτε έχουν πάει στον ΣΥΡΙΖΑ και τώρα αισθάνονται πολιτικά άστεγοι, είτε ακόμη και όσων διαφωνούν με τη διολίσθηση, όπως λένε, του Κυριάκου Μητσοτάκη στον παραδοσιακό αντιπολιτευτικό λαϊκισμό».

Το σίγουρο, πάντως, είναι ότι Φώφη Γεννηματά και Σταύρος Θεοδωράκης, έστω εξ ανάγκης, αποφάσισαν να συνεργαστούν και η συνεργασία αυτή θα επεκταθεί και στη Βουλή, όχι με τη συγχώνευση των δύο Κοινοβουλευτικών Ομάδων, όπως θέλει το ΠΑΣΟΚ, αλλά με την από κοινού κατάθεση ερωτήσεων, επερωτήσεων και την ανάληψη κοινοβουλευτικών πρωτοβουλιών σε θέματα όπως ο εκλογικός νόμος, η συνταγματική αναθεώρηση και η σύσταση επιτροπών για διερεύνηση σκανδαλωδών υποθέσεων. Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι η επιτάχυνση των διαδικασιών συγκρότησης του ενδιάμεσου κεντρώου πόλου έχει τη στήριξη και των Ευρωπαίων σοσιαλιστών.

Η αλήθεια είναι ότι, αφού ο Φρανσουά Ολάντ και το Γαλλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα προσβλέπουν στον ΣΥΡΙΖΑ και στη μετεξέλιξή του σε κόμμα της αριστερής σοσιαλδημοκρατίας, ελάχιστα ενδιαφέρονται για τα τεκταινόμενα σε ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι αλλά τάσσονται υπέρ της συμμετοχής των δύο κομμάτων στην κυβέρνηση Τσίπρα. Αντίθετα οι Γερμανοί σοσιαλδημοκράτες συνεχίζουν να βλέπουν με συμπάθεια το ΠΑΣΟΚ και ευνοούν τη συνεργασία με το Ποτάμι. Κυρίως όμως θέλουν να υπάρχει πολιτική σταθερότητα στην Ελλάδα. «Κατανοούμε το να μη θέλετε να συμμετάσχετε στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ», λένε, όμως η συμβουλή τους (τελευταία την έδωσε ο Μάρτιν Σουλτς που συναντήθηκε στην Αθήνα με Γεννηματά και Θεοδωράκη) είναι «να βρείτε τρόπο να στηρίξετε τα μέτρα, αν ο Τσίπρας έχει πρόβλημα με βουλευτές του».

Εκλογές και ποσοστά

Ανεξάρτητα από την ευλογία που θα έχει και από ποιους ο αρραβώνας Σταύρου – Φώφης, το ερώτημα είναι αν μπορούν συνεργαζόμενα τα δύο κόμματα -ενδεχομένως μαζί και με το Κίνημα του Γ. Παπανδρέου- να πετύχουν ένα αξιόλογο ποσοστό στις εκλογές, όποτε αυτές γίνουν. Ο Σταύρος Θεοδωράκης δεν πιστεύει ότι στις περιπτώσεις αυτές ισχύει η αριθμητική πρόσθεση. Κάποιοι μπορούν να μιλούν για διψήφιο ποσοστό και πλασάρισμα στην τρίτη θέση, όμως στην πολιτική είναι λάθος η πρόσθεση των ποσοστών. Αυτό που είναι σημαντικό είναι η δυναμική που αναπτύσσεται. Γι’ αυτό και μέχρι τώρα διαφωνούσε με τις προσθετικές λογικές ακόμη και δικών του στελεχών, κάτι που είπε και στην πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ στη συνάντηση που είχαν την Πέμπτη. Μάλιστα λέγεται ότι εκτός από αυτό της ανέφερε: «Φώφη, αν θέλεις να έχουμε δυναμική, θα πρέπει τα άτομα που θα βάλεις στην Επιτροπή Θέσεων να “μη μυρίζουν πασοκίλα”». Αυτό είναι ένα ακόμη θέμα που θα πρέπει να ξεπεράσουν τα στελέχη των δύο κομμάτων: τις απόψεις που έχουν τα μεν για τα δε. Οι περισσότεροι στο Ποτάμι θεωρούν τους Πασόκους «τοξικούς και εκφραστές του παλιού πολιτικού κατεστημένου», το οποίο οι ίδιοι ήρθαν για να το καταργήσουν, ενώ οι του ΠΑΣΟΚ θεωρούν τους Ποταμίσιους από απολίτικους έως δεξιούς.

Εν πάση περιπτώσει, Φώφη και Σταύρος ελπίζουν ότι στην πορεία η αντιπαλότητα αυτή θα μετριαστεί ή και θα εξαλειφθεί. Εξάλλου δεν είναι σίγουρο ότι ο αρραβώνας θα οδηγηθεί και σε γάμο με τη δημιουργία ενός νέου κόμματος. Αυτή τη στιγμή κανείς δεν θέλει την κατάργηση των κομμάτων τους. Ελπίζουν να υπάρξει έστω μια εκλογική συμπαράταξη, αλλά και σε αυτή είναι δύσκολο να συμφωνήσουν, καθώς δεν ξέρουν πότε θα γίνουν οι εκλογές. Διαφορετικά θα είναι αν γίνουν εντός του 2016, όπως κάποιοι πιθανολογούν, και διαφορετικά αν οι κάλπες στηθούν μετά από δύο-τρία χρόνια, όπως υποστηρίζεται από την κυβέρνηση και τους περισσότερους. Πάντως, ορισμένοι που αντιμετωπίζουν με σκεπτικισμό την όλη προσπάθεια υποστηρίζουν ότι δεν πρόκειται τελικά να αποδώσει επειδή είναι μια προσπάθεια συγκρότησης από τα πάνω και όχι μια κινηματική διαδικασία που εκφράζει την κοινωνία.
Οι ηγετικές ομάδες του ΠΑΣΟΚ και του Ποταμιού προσπαθούν να αντισταθούν στην πίεση που δέχονται από τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και από τη Ν.Δ. από τη στιγμή που εξελέγη ο Κυριάκος Μητσοτάκης, και βασικό τους μέλημα είναι η κοινοβουλευτική τους διάσωση. Χωρίς κοινωνική αντιστοίχιση και με μοναδικό επιχείρημα να υπάρξει ένας ενδιάμεσος χώρος μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και Ν.Δ. είναι όντως δύσκολο να καρποφορήσει η προσπάθεια, παραδέχονται σημαντικά, αλλά παροπλισμένα τώρα, στελέχη του ΠΑΣΟΚ.

Η Κεντροαριστερά, η Προοδευτική Παράταξη μπορεί να ανασυσταθεί μόνο μέσα από ριζοσπαστικό λόγο, προγραμματικές επεξεργασίες που θα περιγράφουν ένα διαφορετικό σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης και οπωσδήποτε πολιτικές και εθνικές προτεραιότητες που θα απαντούν με διέξοδο τρόπο στα μεγάλα προβλήματα που έχουν επισωρεύσει όλες οι μνημονιακές κυβερνήσεις και θα επαναφέρουν την αισιοδοξία στους πολίτες.
Και αυτό γίνεται μέσα από την ανάληψη πρωτοβουλιών για συγκρότηση κοινωνικών μετώπων στην παιδεία, στην αυτοδιοίκηση, στα εργοστάσια, στους αγρότες, στην επιχειρηματικότητα κ.α. και όχι με τον διορισμό, π.χ., 25 ατόμων που θα οργανώσουν τον διάλογο με κόμματα, κομματίδια και τους «συνήθεις υπόπτους» της Κεντροαριστεράς, όπως ο Σπύρος Λυκούδης, ο Δημήτρης Χατζησωκράτης, ο Γιάννης Μεϊμάρογλου ή με πρώην και εν πολλοίς απεχθείς στην κοινωνία υπουργούς του ΠΑΣΟΚ.

Η Φώφη Γεννηματά φαίνεται να έχει κατανοήσει τις δυσκολίες του εγχειρήματος, και γι’ αυτό, λένε συνεργάτες της, τη διαδικασία ανασυγκρότησης της Κεντροαριστεράς τη βλέπει και ως καθαρτήριο του αρχαϊκού κομματικού μηχανισμού της Χαριλάου Τρικούπη, αλλά και -μέσω της ανάδειξης νέων και νεαρών στελεχών- ενίσχυση της δικής της ηγετικής θέσης στο πολιτικό σύστημα.

Ενστάσεις

Πάντως, και παρά τα όσα λέγονται και γράφονται, η Φώφη δεν έχει, τουλάχιστον αυτή τη στιγμή, ιδιαίτερα προβλήματα με τον Ευάγγελο Βενιζέλο και τους οπαδούς του. Ο τέως πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, ίσως επειδή έχει βρεθεί στο στόχαστρο του ΣΥΡΙΖΑ, δεν δείχνει διάθεση υπονόμευσης, όπως κάποιοι προέβλεπαν, της προσπάθειας της Φώφης Γεννηματά να συμμετάσχει στην ανασυγκρότηση της Κεντροαριστεράς ο Γ. Παπανδρέου και το Κίνημά του. Η μόνη ένσταση που έχει διατυπώσει είναι ότι σε αυτή την προσπάθεια δεν έχει θέση ο ΣΥΡΙΖΑ. Κάτι με το οποίο συμφωνούν Φώφη και Σταύρος, ενώ πιθανότατα θα συμφωνήσει και ο Γ. Παπανδρέου, αν υπάρξει σύμπτωση απόψεων στα άλλα ζητήματα τα οποία περιγράφει στην επιστολή που απέστειλε προσφάτως σε Φώφη και Σταύρο και για την οποία δεν έχει, μέχρι τώρα, λάβει απάντηση.

Το σίγουρο είναι ότι «η κατάληξη της προσπάθειας που τώρα ξεκινάει δεν μπορεί», όπως συμφώνησαν προχθές Φώφη και Σταύρος, «να στοχεύει είτε στη συγκρότηση ενός μικρού ΠΑΣΟΚ, είτε ενός μεγάλου Ποταμιού ή σε επανάληψη της “Κίνησης των 58″». Αν θα καταλήξει και σε νέο κόμμα, είναι πολύ πρόωρο να το πούμε. Και επειδή τα νέα κόμματα χρειάζονται και νέες ηγεσίες, μάλλον θα πρέπει να συμβιβαστούμε με την ιδέα ότι το καλύτερο στο οποίο θα μπορούσε, στην παρούσα φάση, να καταλήξει ο κεντρώος δρόμος της Φώφης και του Σταύρου είναι μια εκλογική ομπρέλα η οποία θα σκεπάσει το ΠΑΣΟΚ, το Ποτάμι, το Κίνημα, τη ΔΗΜ.ΑΡ., τις Κινήσεις Πολιτών και κοινωνικές ή ακόμη και πολιτικά ορφανές προσωπικότητες. Και πάντως, δεν πρόκειται να δοθεί το χρίσμα στους δημάρχους Γιώργο Καμίνη και Γιάννη Μπουτάρη, όπως διακινούν ορισμένοι, ούτε και θα συμμετέχουν στην Επιτροπή των 25 σκαπανέων του Προοδευτικού Κέντρου…