Την εβδομάδα που μας πέρασε η κυβέρνηση των Σοσιαλιστών στην Ισπανία κατέθεσε νέο Προϋπολογισμό. Ανακοίνωσε μάλιστα την πρόθεσή της να αυξήσει τον κατώτατο μισθό από τα 736 στα 900 ευρώ. Επιπλέον, αυξάνει τις δαπάνες για έρευνα και ανάπτυξη στο 6,7% του ΑΕΠ, εξομοιώνει την πατρότητα με τη μητρότητα, επενδύει 536 εκατ. ευρώ στα πανεπιστήμια, αυξάνει τον φόρο κληρονομιάς, φορολογεί Uber και Airbnb, ενώ δίνει τη δυνατότητα στους δήμους να κατευθύνουν τα πλεονάσματά τους στην προσχολική εκπαίδευση. 

Κάνει δηλαδή όσα πρέπει να κάνει μια σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση που σέβεται τον εαυτό της, αναγνωρίζοντας παράλληλα ότι η έξοδος από την κοινωνική και οικονομική ύφεση χρειάζεται την κοινωνία όρθια και τη μεσαία τάξη με επαρκείς μισθούς και αξιοπρεπείς δημόσιες υπηρεσίες. Ο νέος Προϋπολογισμός βρίσκει σύμφωνους και τους Podemos. Πέδρο Σάντσεθ και Πάμπλο Ιγκλέσιας έδωσαν τα χέρια σε μια σπάνια στιγμή προοδευτικής αλληλεγγύης.
Η συζήτηση για τον κατώτατο μισθό διχάζει διαχρονικά την Αριστερά με τη Δεξιά. Η πρώτη πιστεύει ότι η οικονομία παίρνει τα πάνω της όταν οι εργαζόμενοι καταναλώνουν. Η δεύτερη ότι οι υψηλότεροι μισθοί αποτρέπουν τις επιχειρήσεις να προσλαμβάνουν εργαζομένους και να κάνουν επενδύσεις. Η αλήθεια δεν είναι στη μέση, αλλά εξαρτάται από τις γενικότερες συνθήκες μιας οικονομίας, την κατάσταση της αγοράς εργασίας, τις τεχνολογικές εξελίξεις, τον κοινωνικό διάλογο. Σίγουρα, πάντως, δεν είναι με την πλευρά της λιτότητας.

Μια πρόσφατη μελέτη του Ινστιτούτου των Ευρωπαϊκών Εργατικών Ενώσεων αναφέρει ότι σε γενικές γραμμές οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας την τελευταία δεκαετία της κρίσης έδωσαν περισσότερη έμφαση στην ευελιξία παρά στην ασφάλεια. Από το 2010 και μετά, οι κατώτατοι μισθοί αυξήθηκαν σε όλες τις χώρες της Ευρώπης εκτός από μία: την Ελλάδα. Οπου η εσωτερική υποτίμηση (μείωση εργασιακού κόστους) ήρθε κι έδεσε με πιο ακριβό ηλεκτρικό ρεύμα, γραφειοκρατία, υπερφορολόγηση, λιγότερη καινοτομία και ακόμη ψηλότερες ασφαλιστικές εισφορές για τις επιχειρήσεις και τους εργαζομένους. Ετσι, η αγορά εργασίας αντί να εξομαλύνεται, αντιθέτως «πολώνεται» με εποχιακά επαγγέλματα, part timers χαμηλής ειδίκευσης, φτωχούς εργαζομένους, από τη μία, και όσους κατέχουν γνώσεις, προσβάσεις και δεξιότητες για (ολοένα λιγότερες) καλές δουλειές ή εργάζονται στο Δημόσιο, από την άλλη.

Επί της αρχής, σωστά η κυβέρνηση αποφάσισε την αύξηση του κατώτατου μισθού, ακολουθώντας το μοντέλο της Ισπανίας και της Πορτογαλίας. Μόνο που το κάνει εκ του πονηρού, ώστε να ανεβάσει τον εργαζόμενο του κατώτατου μισθού στη φορολογική κλίμακα που θα ισχύει από του χρόνου και να του τα πάρει από την άλλη τσέπη. Και στην εύθραυστη κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε σήμερα, με τις κοινωνικές υπηρεσίες στο κόκκινο και την οικονομία να στηρίζεται σε πήλινα πόδια, δεν αρκούν αποσπασματικές πολιτικές προεκλογικού χαρακτήρα. Μια πραγματική προοδευτική πολιτική θα γύριζε ανάποδα το κοινωνικό κράτος και την οικονομία για να πιάσουν τόπο οι θυσίες της μεσαίας τάξης και να μείνουν και κάποια ευρώ στην τσέπη της. Ας ρωτήσουν τον Πέδρο και τον Πάμπλο.

*Ο Παναγιώτης Βλάχος είναι νομικός και σύμβουλος καινοτομίας