Έχουμε από τη μία τις πρόσφατες ανακοινώσεις του υπουργού Υγείας Μάκη Βορίδη για μείωση των προληπτικών εξετάσεων στον ΕΟΠΥΥ και τη δήλωση ότι “νοσοκομεία που δεν είναι ανταγωνιστικά θα κλείνουν”. Δηλαδή αν μία διοίκηση δεν είναι αποτελεσματική θα τιμωρούνται οι ασθενείς και το σύνολο του πληθυσμού που θα χάνουν ένα νοσηλευτικό ίδρυμα. Κυνισμός;
Όλοι μπορούν να διαπιστώσουν ότι η δημόσια Παιδεία χρόνο με τον χρόνο επιδεινώνονται, η μάθηση υποβαθμίζεται σε όλες τις βαθμίδες της.

Οι ακριτομυθίες από τις συζητήσεις με την Τρόικα δείχνουν περαιτέρω διάλυση των εργασιακών σχέσεων -ομαδικές απολύσεις, ανταπεργία- αλλά και ενδεχόμενη αναδιάρθρωση στο ασφαλιστικό σύστημα με περιορισμό των συντάξεων. Γενικότερα η ενδεχόμενη ρύθμιση του χρέους δεν θα συνοδευθεί με βελτίωση της καθημερινότητας για τους πολίτες.

Μετά από πέντε χρόνια μνημονίων είναι πλέον σαφές ότι η πολιτική που υπαγόρευσαν απέτυχε. Όχι μόνο γιατί υποβάθμισε τις συνθήκες ζωής των πολιτών. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι αυτό ήταν αναπόφευκτο στις συνθήκες χρέους και ελλειμμάτων που βρέθηκε η χώρα το 2010. Αλλά γιατί με την πολιτική που επιβλήθηκε διαλύθηκε σε σημαντικό βαθμό η παραγωγική βάση της οικονομίας χωρίς παράλληλα να δημιουργηθούν οι προυποθέσεις για αναδιάρθρωση και εν συνεχεία ανάπτυξη. Το ερώτημα που δεν είναι σε θέση να απαντήσουν οι κυβερνώντες και είναι η απόδειξη της αποτυχίας τους είναι το απλό: σε τί ορίζονται προβλέπουν θα υπάρξει οικονομική ανάπτυξη που τα οφέλη της θα διαχυθούν ώστε να βελτιωθούν οι συνθήκες ζωής των πολιτών. Αυτά που λένε τα μέλη του κυβερνητικού επιτελείου με περίσσευμα κυνισμού είναι απλώς γελοία και δείχνουν πόσο μακρυά από την ζωή του μέσου πολίτη βρίσκονται στην γυάλα του Μαξίμου.

Από την άλλη υπάρχει το πολιτικό τοπίο που προσδιορίζεται από τις διεργασίες για την ανάδειξη Προέδρου της Δημοκρατίας. Καθώς με αυτές τις πολιτικές συνθήκες η προεδρική πλειοψηφία των 180 φαίνεται ανέφικτη άρχισαν τα σενάρια για εθνική συνεννόηση μεταξύ των δύο μεγάλων κομμάτων.

Οι λαγοί στα ΜΜΕ υπερβάλλουν σε εθνική ευαισθησία και ευθύνη δημιουργώντας συνθήκες πίεσης. Φυσικά η εθνική ομοψυχία είναι αυτονοήτως επιθυμητή αρκεί να υπάρχει βάση για να αναπτυχθεί. Οι λαγοί βλέπουν την συνεργασία σαν ένα αλισβερίσι μεταξύ Σαμαρά, Βενιζέλου, Τσίπρα, Λαφαζάνη, Κουβέλη. Λίγο πάνω ο ένας λίγο κάτω ο άλλος, αύξηση της πίεσης στον τρίτο -όλοι έχουν σκελετούς στα ντουλάπια τους- και που θα πάει θα τα βρουν. Το ότι η ουσιαστική πολιτική απουσιάζει από τους υπολογισμούς δείχνει και το φαιδρό της υπόθεσης.

Ας υποθέσουμε ότι σε μία έξαρση εθνικής υπευθυνότητας ΣΥΡΙΖΑ, ΝΔ και άλλες δυνάμεις τα βρίσκουν. Ποιός θα είναι ο κοινός παρονομαστής; Θα κλείσουν τα μη ανταγωνιστικά νοσοκομεία ή όχι; θα μειωθούν περαιτέρω οι παροχές πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας Υγείας; θα συνεχίσει η υποθάθμιση της δημόσιας εκπαίδευσης σε όλες τις βαθμίδες; Θα εκχωρηθεί μεγαλύτερο μερίδιο της δημόσιας ασφάλισης στον ιδιωτικό τομέα; Θα δωθεί πετρέλαιο και δωρέαν ηλεκτρικό στους αδύναμους πολίτες; θα προχωρήσει η ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ;

Στο μείζον θα συνεχίσει η πολιτική λιτότητας με την ευχή και την ελπίδα η όποια ανάπτυξη να βασιστεί στις ιδιωτικές επενδύσεις εάν και όποτε δεήσουν να έλθουν στην χώρα ή θα υπάρξει στροφή 180 μοιρών με δημόσιες επενδύσεις και παρεμβάσεις; Και αν ναι με τί πόρους; Εν ολίγοις η εθνική κυβέρνηση τί πολιτική θα ασκήσει;

Δύο ενδεχόμενα υπάρχουν στην περίπτωση που προχωρήσει η εθνική συνεννόηση:

το πρώτο είναι το νεοφιλελεύθερο επιτελείο του Μαξίμου να προσχωρήσει στην οικονομική πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ. Τότε θα φανεί αμέσως το άσκοπο της πολιτικής του τα τελευταία δύο χρόνια.

Το δεύτερο είναι να εγκαταλείψει ο ΣΥΡΙΖΑ την πολιτική που τον ανέδειξε από το 4% στο 27% και επιπλέον αντανακλά τον ιδεολογικό και πολιτικό του πυρήνα. Αν το πράξει πολύ απλά δεν θα έχει πλέον λόγο ύπαρξης. Θα επιβεβαιώσει τότε εκείνους που παρακολουθώντας την διολίσθησή του στον “ρεαλισμό” λένε ότι “ο ΣΥΡΙΖΑ είναι η τελευταία ελπίδα του συστήματος για να μην έλθει η Αριστερά στην εξουσία”.