Υπάρχει στην κοινωνία γκρίνια, ανησυχία, εκνευρισμός και οργή για το «άνοιξε-κλείσε» με την πανδημία, αλλά και την αγορά και την οικονομία. Υπάρχουν σαφώς αρκετά εμφανή σημεία φθοράς σε ζητήματα διαχείρισης της πανδημίας, αλλά επ’ ουδενί δεν αλλάζει ούτε η τάση, ούτε το μέγεθος της ποσοστιαίας διαφοράς μεταξύ κυβέρνησης και αξιωματικής αντιπολίτευσης σε καμία έρευνα. Τους χωρίζουν σταθερά 15-18 μονάδες, ποσοστό διπλάσιο από το εκλογικό αποτέλεσμα του 2019.

Στο πρώτο κύμα του κορωνοϊού, τον Μάρτιο, τα δημοσκοπικά ευρήματα εξηγούνταν απλούστατα, διά γυμνού οφθαλμού που λένε. Η κυβέρνηση τα πήγε καλά, δεν είχε πίεση στα νοσοκομεία, υπήρξαν λίγοι θάνατοι σε σχέση με το τεράστιο πρόβλημα διεθνώς, οπότε κυβέρνηση και Μητσοτάκης το «εισέπραξαν» εντυπωσιακά.

Το περίεργο, αν είναι όντως περίεργο, είναι η δημοσκοπική συμπεριφορά του κοινού τώρα, στο δεύτερο -πολύ πιο σκληρό και φονικό- κύμα που μας κατέταξε στην υψηλή κατηγορία χωρών σε ποσοστά θνητότητας και φυσικά ακόμα δεν έχει τελειώσει. Προφανώς, λοιπόν, συμβαίνουν δύο τινά:

Ο πρώτος λόγος μπορεί να είναι ότι έστω και με αστερίσκους και γκρίνιες αναγνωρίζεται στην κυβέρνηση ότι «κάνει ό,τι μπορεί» και μάλιστα με σχετική επιτυχία απέναντι σε μια υγειονομική κρίση που σε τέτοιο μέγεθος δεν έχει ξανασυμβεί ποτέ στην Ιστορία. Το ίδιο συμβαίνει και στην αγορά, ότι δηλαδή «βοηθάει όσο μπορεί» και στα οικονομικά, αφού ομολογουμένως «βρέχει χρήμα από το ελικόπτερο», χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αν συνεχιστεί η κατάσταση με τα lockdown, ορισμένοι κλάδοι όπως η εστίαση θα υποστούν ανεπανόρθωτη βλάβη.

Ο δεύτερος λόγος ίσως έγκειται στη θεωρία της σχετικότητας, δηλαδή τι άλλο μπορεί κανείς να επιλέγει δημοσκοπικά πλην της Νέας Δημοκρατίας, κι εδώ φαίνεται ότι η αντιπολίτευση «δεν ακούγεται» καθόλου. Ο ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο δεν τσιμπάει, αλλά έχασε το ένα τρίτο της δυναμικής του σε ποσοστά από τις εθνικές εκλογές και δεν το παίρνει με τίποτα. Ενώ το ΚΙΝ.ΑΛ. πελαγοδρομεί κανονικά, ένα μικρό παράδειγμα είναι ότι δεν ψήφισε τον νόμο για την τάξη και την αστυνόμευση στα πανεπιστήμια. Αλήθεια, υπάρχει Πασόκος (που ακόμα ψηφίζει ΠΑΣΟΚ) που θέλει τα πανεπιστήμια έτσι όπως είναι σήμερα;

Αυτή η εικόνα των δημοσκοπήσεων όλων ανεξαιρέτως των εταιρειών -όπως αντιλαμβάνεται κανείς- δεν αφήνει κανένα περιθώριο για αμφισβητήσεις στους αποδέκτες, που είναι τα ίδια τα κόμματα. Η Ν.Δ. και ο αρχηγός της και πρωθυπουργός μπορούν να ελπίζουν βασίμως ότι θα βγουν από την υγειονομική κρίση το φθινόπωρο με μικρές αμυχές προκειμένου να δώσουν μετά την πιο μεγάλη και δύσκολη μάχη, που είναι η ανάταξη της οικονομίας. Εκεί είναι το πιο δύσκολο, γιατί απαιτεί εύλογο χρόνο, γνώση και πολλές ευφάνταστες κινήσεις που δεν συνηθίζονται στην πολιτική.

Ο κ. Τσίπρας, από την άλλη, αν δεν πιστεύει στη μάλλον ασύστατη θεωρία του ώριμου φρούτου, τουλάχιστον για τις επόμενες εκλογές θα πρέπει να «το πάρει ανάποδα» γιατί οδηγείται ξεκάθαρα σε πολιτικό αδιέξοδο. Καλά θα κάνει να λύσει «τα του οίκου του», γιατί αν δεν το κάνει τώρα, η λογική λέει ότι δεν θα μπορέσει να το κάνει ποτέ, άρα δεν θα αποκτήσει καθαρό λόγο και προσανατολισμό στην Κεντροαριστερά, που είναι η μοναδική οδός επανεκλογής του. Αν μπορεί βεβαίως και αν το θέλει, γιατί -και για τα δύο- εγείρονται αμφιβολίες.

Η κυρία Γεννηματά απλώς μπορεί να ελπίζει μόνο σε ενδεχόμενη αδυναμία του κ. Μητσοτάκη να σχηματίσει κυβέρνηση στις επόμενες εκλογές, αν έως τότε δεν έχει χάσει τη θέση της. Δύσκολο, αλλά όχι απίθανο πάντως.

Ολα αυτά βεβαίως εξαρτώνται από μια «λεπτή γραμμή», αφού ο εφιάλτης μιας μετάλλαξης που δεν θα την «πιάνει» το εμβόλιο μπορεί να τινάξει τον κόσμο όλο στον αέρα μέχρι να ξαναβρεθεί ένα νέο αποτελεσματικό φάρμακο ή άλλο εμβόλιο.