Ο Φρίντριχ Μερτς βρίσκεται αντιμέτωπος μια σημαντική πολιτική δοκιμασία, καθώς προσπαθεί να ισορροπήσει μεταξύ των απαιτήσεων του πιθανού κυβερνητικού του εταίρου, των Σοσιαλδημοκρατών (SPD), και της αυξανόμενης δυσαρέσκειας στο εσωτερικό της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης (CDU).
Μετά την παραχώρηση σημαντικών υποχωρήσεων προς το SPD και τους Πράσινους για να εξασφαλίσει ένα μαζικό επενδυτικό πακέτο, η εσωκομματική πίεση αυξάνεται. Συντηρητικοί αξιωματούχοι απαιτούν από τον Μερτς να σκληρύνει τη στάση του στις διαπραγματεύσεις για τον κυβερνητικό συνασπισμό, δίνοντας έμφαση σε δύο βασικά ζητήματα: τη φορολογική πολιτική και τη μετανάστευση.
Την ερχόμενη εβδομάδα, ανώτερα στελέχη της CDU και του SPD θα συναντηθούν σε κρίσιμες συνομιλίες, ενώ το κόμμα του Μερτς ζητά κατάργηση του νόμου για τη θέρμανση που ψήφισε η κυβέρνηση του Όλαφ Σολτς και αναθεώρηση του κοινωνικού κράτους.
Το δίλημμα του Μερτς: Μεταρρυθμίσεις ή διατήρηση της ενότητας;
Σύμφωνα με το Bloomberg, ο Μερτς έχει ήδη εγκαταλείψει βασικές προεκλογικές δεσμεύσεις για δημοσιονομική πειθαρχία, προκειμένου να εξασφαλίσει εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ μέσω δανεισμού για την άμυνα, τις υποδομές και την πράσινη μετάβαση. Όμως, η πρόκληση τώρα είναι να διατηρήσει μια σκληρή διαπραγματευτική γραμμή χωρίς να προκαλέσει περαιτέρω ενδοκομματικές αντιδράσεις.
Σε μια προσπάθεια να δείξει ότι δεν είναι διατεθειμένος να υπογράψει μια συμφωνία με οποιοδήποτε κόστος, ο 69χρονος πολιτικός άφησε να εννοηθεί πως, αν οι συνομιλίες αποτύχουν, θα μπορούσε να αποσυρθεί από την πολιτική. «Αν δεν τα καταφέρουμε, η καριέρα μου θα έχει τελειώσει ούτως ή άλλως», δήλωσε σε εκδήλωση στη Φρανκφούρτη, αμέσως μετά την έγκριση του επενδυτικού πακέτου.
Η δήλωσή του αυτή είχε ξεκάθαρο αποδέκτη τα μέλη της CDU, πολλοί εκ των οποίων θεωρούν ότι ο αρχηγός τους κάνει υπερβολικές υποχωρήσεις προκειμένου να εξασφαλίσει την Καγκελαρία.
Οι διαφορές με το SPD
Η φορολογική πολιτική αποτελεί βασικό σημείο σύγκρουσης μεταξύ των δύο κομμάτων. Οι Σοσιαλδημοκράτες αντιτίθενται στο σχέδιο της CDU για μείωση του ανώτατου φορολογικού συντελεστή, ενώ προωθούν την επαναφορά φόρου πλούτου, ένα μέτρο που είχε καταργηθεί τη δεκαετία του 1990 με την υποστήριξη των συντηρητικών.

Στο ζήτημα της μετανάστευσης, ο Μερτς προτείνει την αυτόματη απόρριψη αιτήσεων ασύλου στα γερμανικά σύνορα – μια πολιτική που θα μπορούσε να συγκρουστεί με το ευρωπαϊκό και το εθνικό δίκαιο. Σε πρόσφατη συνέντευξή του στο Phoenix TV, τόνισε ότι οι ισχύοντες ευρωπαϊκοί κανόνες για το άσυλο δεν λειτουργούν και ότι γειτονικές χώρες όπως η Γαλλία και η Πολωνία θα κατανοήσουν την ανάγκη μιας σκληρότερης προσέγγισης από τη Γερμανία.
Ο στόχος του Μερτς είναι να ολοκληρώσει τις διαπραγματεύσεις για τον συνασπισμό έως το Πάσχα (20 Απριλίου), αν και τόνισε ότι η ταχύτητα δεν πρέπει να επισκιάσει την ποιότητα της συμφωνίας. «Πρέπει να διαπραγματευτούμε σωστά και όχι βιαστικά», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Η μάχη για την οικονομία και την άμυνα
«Θα το κάνουμε αυτό», είπε ο Λαρς Κλίνγκμπαϊλ, ο συναρχηγός του κόμματος, στους δημοσιογράφους αργά τη Δευτέρα, αφού οι ομάδες εργασίας παρουσίασαν τα αποτελέσματά τους. «Τώρα είναι καθήκον μας να ολοκληρώσουμε αυτές τις διαπραγματεύσεις συνασπισμού, ώστε να μπορέσουμε να σχηματίσουμε έναν σταθερό συνασπισμό για αυτήν τη χώρα».
Για να καθησυχάσει τη συντηρητική βάση του, ο Μερτς επιδιώκει να εξασφαλίσει τα υπουργεία Οικονομίας και Εσωτερικών για την CDU, καθώς θεωρεί ότι είναι κομβικά για την προώθηση της οικονομικής του ατζέντας και της αυστηρότερης μεταναστευτικής πολιτικής. Από την άλλη, το SPD επιδιώκει να διατηρήσει τον έλεγχο του υπουργείου Οικονομικών, ενώ επιθυμεί να κρατήσει το υπουργείο Άμυνας, εν μέσω των αυξανόμενων προκλήσεων στην ευρωπαϊκή ασφάλεια.
Η πολιτική πίεση και η άνοδος της ακροδεξιάς
Η πίεση και για τα δύο κόμματα είναι έντονη. Από τις εκλογές της 23ης Φεβρουαρίου, τόσο οι συντηρητικοί υπό την ηγεσία της CDU όσο και το SPD έχουν καταγράψει πτώση στα ποσοστά τους, ενώ τα ακραία κόμματα κερδίζουν έδαφος. Η ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) βρίσκεται πλέον μόλις 3 ποσοστιαίες μονάδες πίσω από το μπλοκ της CDU σε πρόσφατες δημοσκοπήσεις, γεγονός που αυξάνει την ανησυχία για την πολιτική σταθερότητα της χώρας.
Η γερμανική οικονομία έστειλε θετικά μηνύματα τον Μάρτιο, με την επιχειρηματική εμπιστοσύνη να καταγράφει υψηλό 9μήνου χάρη στην προοπτική αυξημένων κυβερνητικών επενδύσεων. Ωστόσο, η αισιοδοξία αυτή θα μπορούσε να διαλυθεί γρήγορα αν αποτύχουν οι συνομιλίες για τον σχηματισμό κυβέρνησης.
Οι οικονομολόγοι προειδοποιούν ότι η Γερμανία χρειάζεται ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις για να εκμεταλλευτεί αποτελεσματικά τη δημοσιονομική χαλάρωση. Ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Ifo, Κλέμενς Φούεστ, εκτιμά ότι οι διαπραγματεύσεις θα τραβήξουν σε μάκρος και πως η τελική συμφωνία δεν θα περιλαμβάνει φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις.
«Οι διαπραγματεύσεις για τον συνασπισμό θα διαρκέσουν περισσότερο από το αναμενόμενο», δήλωσε σε συνέντευξή του στο Bloomberg TV. «Στο τέλος, τα κόμματα πιθανότατα θα καταλήξουν σε μια συμφωνία, αλλά δεν θα πρόκειται για ένα πολύ φιλόδοξο πακέτο μεταρρυθμίσεων».
Το δίλημμα του χρέους και η δυσαρέσκεια των συντηρητικών
Ο Μερτς έχει ήδη προκαλέσει αντιδράσεις στο εσωτερικό του κόμματός του, καθώς εγκατέλειψε τη δημοσιονομική αυστηρότητα που χαρακτήριζε τη CDU επί δεκαετίες. Το νέο πλαίσιο χαλάρωσης των συνταγματικών κανόνων για το χρέος, επιτρέπει στη Γερμανία να προχωρήσει σε 500 δισ. ευρώ σε δανεισμό για υποδομές και κλιματικά έργα, καθώς και απεριόριστη χρηματοδότηση για την άμυνα.
«Τα προβλήματα της χώρας μας δεν λύνονται μόνο με χρήματα», δήλωσε ο Μερτς, αφήνοντας να εννοηθεί ότι οι διαπραγματεύσεις θα είναι δύσκολες. «Δεν έχουμε καταλήξει ακόμα σε συμφωνία».
Διαβάστε ακόμη
Το 2027 το νέο πάρκινγκ του «Ελ. Βενιζέλος» με 3.500 θέσεις στάθμευσης (pic)
Ιωάννης Μπρας: Πάνω από 7,5 εκατομμύρια φέτος οι επιβάτες κρουαζιέρας
ΕΚΤ: Μείωση στο 2,25% ή στάση στο 2,50%; Τι δείχνουν τα δεδομένα για τα επιτόκια
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα