Μην μπορώντας να ταξιδέψουν στο εξωτερικό κατά την περίοδο της πανδημίας, οι Κινέζοι καταναλωτές πυροδότησαν μια πραγματική αγοραστική «έκρηξη» στην επαρχία Χαϊνάν, στη νότια άκρη της Κίνας, παρασυρμένοι από τα πολυάριθμα εμπορικά κέντρα αφορολόγητων ειδών του τροπικού νησιού.

Σήμερα, όμως, ο τομέας του ταξιδιωτικού λιανεμπορίου στη Χαϊνάν βρίσκεται σε πτώση διάρκειας 14 μηνών, χωρίς ενδείξεις άμεσης ανάκαμψης. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της τοπικής τελωνειακής αρχής, οι πωλήσεις duty-free προϊόντων μειώθηκαν κατά 10,8% στο πρώτο τετράμηνο του 2025 σε σύγκριση με την προηγούμενη χρονιά, ενώ τόσο ο αριθμός των αγοραστών όσο και των προϊόντων που αγοράστηκαν έχουν μειωθεί κατά πάνω από 25% από τις αρχές του έτους.

Οι παγκόσμιοι κολοσσοί της βιομηχανίας ομορφιάς επηρεάζονται πλέον έντονα από την κατάρρευση του ταξιδιωτικού λιανεμπορίου στην Κίνα. Μέχρι πρότινος, εταιρείες όπως η Estee Lauder, η Shiseido και η L’Oreal στηρίζονταν στις πολυδάπανες duty-free αγορές των Κινέζων ταξιδιωτών για να ενισχύσουν την κερδοφορία τους. Όμως και οι τρεις είδαν τις πωλήσεις ταξιδιωτικού λιανεμπορίου στην Ασία ή στην Κίνα να συρρικνώνονται τόσο το 2024 όσο και στο πρώτο τρίμηνο του 2025.

Η νεοαποκτηθείσα συγκράτηση στις duty-free αγορές ακολουθεί μια παρόμοια πορεία με τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι παγκόσμιες εταιρείες πολυτελείας στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη. Η υπερβολική κατανάλωση της πανδημικής περιόδου ώθησε τις εταιρείες σε μεγάλες επενδύσεις, όμως η ζήτηση κατέρρευσε μόλις οι καταναλωτές περιόρισαν τα έξοδά τους στην μετά Covid εποχή.

Η L’Oreal σκοπεύει να προχωρήσει σε περικοπές έως και 50% στο προσωπικό του τομέα ταξιδιωτικού λιανεμπορίου, το οποίο αποτελείται κυρίως από Κινέζους εργαζόμενους, λόγω της κακής πορείας του κλάδου τα τελευταία δύο χρόνια, σύμφωνα με ρεπορτάζ του τοπικού μέσου Caixin τον Απρίλιο.

Η εταιρεία, με έδρα το Παρίσι, διευκρίνισε μέσω ανακοίνωσης ότι βρίσκεται σε φάση αναδιάρθρωσης με στόχο την καλύτερη προσαρμογή στις αλλαγές της αγοράς και στις νέες καταναλωτικές ανάγκες. Πρόσθεσε, επίσης, πως οι πληροφορίες του Caixin δεν είναι ακριβείς.

Σύμφωνα με το Bloomberg, η αυστηρότερη διαχείριση των εξόδων από την πλευρά των Κινέζων καταναλωτών συνέβαλε, επίσης, στη μείωση κατά 17,5% των πωλήσεων του πρώτου τριμήνου για τη La Prairie, τη μάρκα πολυτελών καλλυντικών της Beiersdorf AG, η οποία απαντά στη συγκυρία περιορίζοντας την εξάρτησή της από την Κίνα.

Bloomberg

«Η βιομηχανία καλλυντικών βλέπει πλέον το πλεονέκτημα τιμής του ταξιδιωτικού λιανεμπορίου να διαβρώνεται», σχολιάζει ο Ζακ Ρόιζεν, γενικός διευθυντής της Digital Luxury Group στην Κίνα. «Οι εκπτώσεις από παγκόσμιες μάρκες ομορφιάς – συχνές και μεγάλες – τόσο online όσο και offline έχουν μειώσει το χάσμα τιμών μεταξύ της ηπειρωτικής Κίνας και των duty-free καταστημάτων, μειώνοντας έτσι τη γοητεία του ταξιδιωτικού λιανεμπορίου».

Χαρακτηριστικό της απώλειας ανταγωνιστικότητας των καταστημάτων της Χαϊνάν είναι το γεγονός ότι η αλυσίδα Sam’s Club της Walmart στην Κίνα προσφέρει την κρέμα προσώπου Crème de la Mer σε τιμές έως και 20% χαμηλότερες από τα αφορολόγητα καταστήματα. Οι καταναλωτές που αγοράζουν από το Tmall της Alibaba, μπορεί να μην κερδίζουν έκπτωση στην τιμή, όμως συχνά λαμβάνουν πολλά δώρα με την αγορά.

Η επανέναρξη των ταξιδιών μετά την Covid προς προορισμούς όπως η Ιαπωνία και η Νοτιοανατολική Ασία έχει επίσης περιορίσει τη δυναμική των duty-free αγορών στη Χαϊνάν. Οι εύποροι καταναλωτές, που τροφοδότησαν την άνθηση του νησιού κατά την πανδημία, έχουν επιστρέψει πλέον στις αγορές του εξωτερικού. Στην εξίσωση έρχονται να προστεθούν και οι κινεζικές μάρκες καλλυντικών, που κερδίζουν συνεχώς έδαφος προσφέροντας προϊόντα υψηλής ποιότητας σε ανταγωνιστικές τιμές, σύμφωνα με τον Ρόιζεν.

Το Πεκίνο έχει επίσης εντείνει την καταστολή εις βάρος μεταπωλητών που εκμεταλλεύονταν τους ευνοϊκούς κανόνες των duty-free αγορών στο νησί. Γνωστοί ως «daigou», κάποιοι χρησιμοποιούσαν τις ποσοστώσεις άλλων για να αγοράζουν μεγάλες ποσότητες προϊόντων, τις οποίες στη συνέχεια μεταπωλούσαν στην υπόλοιπη Κίνα με κέρδος. Μια τελωνειακή επιχείρηση κατά της πρακτικής το 2023 κατέσχεσε προϊόντα άνω των 83 εκατ. δολαρίων, αγορασμένα στη Χαϊνάν και μεταπωλημένα παράνομα, σύμφωνα με το China News Service.

Η πτώση των πωλήσεων έχει επηρεάσει άμεσα και την οικονομία της Χαϊνάν. Το 2021, στην κορύφωση της αγοραστικής φρενίτιδας, η οικονομία του νησιού αναπτύχθηκε κατά 11,2% σε ετήσια βάση, υπερβαίνοντας κατά πολύ τον εθνικό ρυθμό αύξησης του 8,6%. Όμως το 2024, το ΑΕΠ της Χαϊνάν αυξήθηκε μόλις κατά 3,7%, υπολείποντας του γενικού ρυθμού ανάπτυξης της Κίνας, που διαμορφώθηκε στο 5%.

Το 2022, η τοπική κυβέρνηση είχε θέσει ως στόχο τις πωλήσεις duty-free προϊόντων ύψους 100 δισ. γιουάν. Στην πρόσφατη αναφορά της για το 2025, ο στόχος αυτός έχει υποβαθμιστεί στα 52 δισ. γιουάν.

Ανεκπλήρωτες προσδοκίες

Όταν το 2011 τέθηκε για πρώτη φορά το ετήσιο όριο αφορολόγητων αγορών στη Χαϊνάν στα 5.000 γιουάν, ελάχιστοι προέβλεπαν την έκρηξη που θα ακολουθούσε. Το 2020, η κυβέρνηση αύξησε δραστικά το όριο στα 100.000 γιουάν, τροφοδοτώντας τις ελπίδες των παγκόσμιων οίκων καλλυντικών ότι η Χαϊνάν θα εξελισσόταν σε βασική αναπτυξιακή αγορά. Η Shiseido άνοιξε έξι νέα, εντυπωσιακά καταστήματα για τις premium μάρκες της το 2022, ενώ η Pola Orbis Holdings εγκαινίασε το πρώτο της duty-free κατάστημα στο νησί το 2021.

Η προοπτική αυξημένων αγορών προσέλκυσε και την προσοχή των επενδυτών ακινήτων. Οι Swire Properties Ltd και LVMH Moet Hennessy Louis Vuitton SE έχουν συνάψει συνεργασίες με τοπικούς εταίρους για την κατασκευή πολυτελών εμπορικών κέντρων στη Σανγιά, με προγραμματισμένο άνοιγμα από το 2026 και μετά.

Η Swire Properties δήλωσε στο Bloomberg ότι η επένδυση ευθυγραμμίζεται με το μακροπρόθεσμο όραμα για τη Χαϊνάν, καθώς το 50% από το επενδυτικό πλάνο των 100 δισ. δολαρίων Χονγκ Κονγκ (12,8 δισ. δολάρια ΗΠΑ) κατευθύνεται προς τη στρατηγική μακροχρόνιας ανάπτυξης στην ηπειρωτική Κίνα. «Παραμένουμε αισιόδοξοι για το μέλλον του Ελεύθερου Εμπορικού Λιμένα της Χαϊνάν», ανέφερε η εταιρεία μέσω email. Η LVMH δεν απάντησε σε αίτημα για σχόλιο.

«Το ταξιδιωτικό λιανεμπόριο στη Χαϊνάν δεν έχει δείξει ακόμη ισχυρή ανάκαμψη», δηλώνει η Σερένα Σανγκ, αναλύτρια καταναλωτικών προϊόντων στη SPDB International Holdings. «Η κατά κεφαλήν δαπάνη κατά την περίοδο των φετινών διακοπών της Πρωτομαγιάς συνέχισε να υποχωρεί. Θα χρειαστεί χρόνος για να αξιολογηθεί η αντίδραση των καταναλωτών, καθώς το νησί προχωρά σε ανεξάρτητη τελωνειακή λειτουργία».

Η Τσεν Γιουσάν, κάτοικος της Χαϊνάν, ενσαρκώνει αυτή τη στροφή στη συμπεριφορά των καταναλωτών. Πριν τέσσερα χρόνια, η 30χρονη διένυε τακτικά το πολύωρο ταξίδι, άνω των 6 ωρών μετ’ επιστροφής, από το σπίτι της για να γεμίσει σακούλες με πολυτελή καλλυντικά. Παρότι ζει κοντά στα καταστήματα, έπρεπε να επιδείξει απόδειξη ταξιδιού από την ηπειρωτική Κίνα για να έχει πρόσβαση στο όριο duty-free αγορών. Σήμερα, το κάνει μόνο μία ή δύο φορές τον χρόνο, καθώς η οικονομία επιβραδύνεται και το μέλλον είναι αβέβαιο.

«Με την οικονομία όπως είναι, περιορίζω τις δαπάνες για ακριβά προϊόντα περιποίησης δέρματος», λέει η Τσεν. «Δεν αγοράζω πια καν πολυτελείς τσάντες. Δεν μου χρειάζονται. Προτιμώ πλέον να ξοδέψω τα χρήματά μου σε ένα καλό hotpot για να κακομάθω τον εαυτό μου».

Διαβάστε ακόμη

HSBC: Νέες τιμές-στόχοι για τις ελληνικές τράπεζες

Διπλό «λίφτινγκ» στην 3ετή φοροαπαλλαγή για κλειστά ακίνητα που περνούν σε ενοικίαση

UBS: Ποια μπορεί να είναι η επίπτωση των δασμών 50% στην ευρωπαϊκή οικονομία

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα