Εκατοντάδες εταιρείες, 200.000 θέσεις εργασίας, δισεκατομμύρια ευρώ σε έσοδα από φόρους. Αυτοί είναι μόνο λίγοι αριθμοί μέσω των οποίων γίνεται ξεκάθαρο πόσο εξαρτάται η οικονομική επιτυχία της Ιρλανδίας από τις επενδύσεις των ΗΠΑ.
Αν και είναι μία από τις χώρες που είναι πιο ευάλωτες στις προσπάθειες του Ντόναλντ Τραμπ να αναδιαμορφώσει το παγκόσμιο εμπόριο, υπάρχει μια σιωπηρή εμπιστοσύνη στον χρηματοπιστωτικό τομέα και την οικονομία της.
Από τον υπουργό Οικονομικών μέχρι τους τραπεζίτες, η άποψη είναι ότι η μικρή, ανοιχτή οικονομία με το χαμηλό ποσοστό ανεργίας και το υγιές πλεόνασμα ξεκινά από μια ισχυρή θέση έναντι τυχόν πιθανών κλυδωνισμών. Πιστεύουν ότι η χώρα μπορεί να αξιοποιήσει τη φήμη της για σταθερότητα, σαφή ρύθμιση και φιλικότητα προς τις επιχειρήσεις, ώστε να διασφαλίσει ότι η Ιρλανδία θα παραμείνει ένας ελκυστικός προορισμός για τις επενδύσεις.
Είναι ένα μοντέλο που έχει λειτουργήσει για πολύ καιρό, αλλά θα αντιμετωπίσει δοκιμασίες τα επόμενα χρόνια. Γι αυτόν το λόγο, η κεντρική τράπεζα, το υπουργείο Οικονομικών και οι μεγάλες τράπεζες έχουν περιορίσει τις οικονομικές τους προβλέψεις τους τελευταίους μήνες.
«Εστιάζουμε σε ό,τι μπορούμε να ελέγξουμε», δήλωσε αυτή την εβδομάδα ο υπουργός Οικονομικών Πασκάλ Ντόναχιου. «Από την πλευρά της Ιρλανδίας, δε μπορούμε να επηρεάσουμε το τι θα συμβεί με το παγκόσμιο εμπόριο, αλλά μπορούμε να επηρεάσουμε το πόσο ανταγωνιστική είναι η οικονομία μας».
Η ανάπτυξη αναμένεται να επιβραδυνθεί σε περίπου 2% το 2025 από 2,7% πέρυσι.
Μεγάλο μέρος της ανησυχίας για την Ιρλανδία επικεντρώνεται στο τι σημαίνουν οι δασμοί για τους τομείς της τεχνολογίας και των φαρμακευτικών προϊόντων, οι οποίοι κυριαρχούνται από εταιρείες όπως η Apple Inc., η Alphabet Inc., η Eli Lilly & Co. και η Pfizer Inc.
Τα έσοδα από τους εταιρικούς φόρους ανήλθαν σε 39 δισεκατομμύρια ευρώ το 2024, αντιπροσωπεύοντας το 36% των συνολικών φορολογικών εσόδων. Ο αριθμός αυτός συνοψίζει την ικανότητα της Ιρλανδίας να προσελκύει ξένο κεφάλαιο και την εξάρτησή της από τις ΗΠΑ.

Παρά τους κινδύνους για τις επενδύσεις και τις θέσεις εργασίας, η οικονομική ελίτ της χώρας συνεχίζει να προβλέπει ανάπτυξη. Αυτό, τουλάχιστον, ήταν το μήνυμα του Ντόναχιου σε πρόσφατη εκδήλωση του Bloomberg στο Δουβλίνο.
Ο τομέας των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών έχει αναπτυχθεί σημαντικά την τελευταία δεκαετία, εν μέρει λόγω της σταθερότητας που έχει αναπτύξει η Ιρλανδία μετά την οικονομική κρίση του 2008.
Με βάση τα στοιχεία ενεργητικού, ο τομέας έφτασε τα 8 τρισεκατομμύρια ευρώ το 2023. Το συνολικό ενεργητικό που διαχειρίζονται τα αμοιβαία κεφάλαια και τα αμοιβαία κεφάλαια της χρηματαγοράς με έδρα την Ιρλανδία ανέρχεται σε 5,5 τρισεκατομμύρια ευρώ.
Μαζί με την ανταγωνιστικότητα, το άλλο πλεονέκτημα της Ιρλανδίας είναι η συνεπής και σαφής ρύθμιση. Η ιδέα είναι η προστασία και η σταθερότητα, αλλά όχι τα ανεπιθύμητα αποτρεπτικά μέτρα.
Αν και η κεντρική τράπεζα κέρδισε πρόσφατα επαίνους για τη δέσμευσή της στον κλάδο των χρηματοπιστωτικών, δέχτηκε κριτική μετά το δημοψήφισμα για το Brexit, όταν απογοήτευσε τις τράπεζες που ήθελαν να ιδρύσουν εμπορικά τμήματα στο Δουβλίνο. Τελικά, οι περισσότερες επέλεξαν τη Φρανκφούρτη και το Παρίσι.
Υπάρχουν επίσης αντιδράσεις για τους υψηλούς φόρους σε ορισμένες δραστηριότητες και για το ανώτατο όριο στα μπόνους των τραπεζιτών.
Ως νέο ένδειξη της οικονομικής ανάκαμψης της Ιρλανδίας, η κυβέρνηση πρόσφατα πούλησε το υπόλοιπο της συμμετοχής της στην AIB Group Plc. Μετά τα πακέτα διάσωσης της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, αυτό σημαίνει ότι οι δύο μεγαλύτερες τράπεζες της χώρας δεν ανήκουν πλέον στο κράτος. Μια τρίτη, η PTSB, θα ακολουθήσει σύντομα.
Διαβάστε ακόμη
Στεγαστικό και εμπορικές τιμές «παγώνουν» τις αντικειμενικές έως και το 2027
The Banker: Οι ελληνικές τράπεζες επιστρέφουν στη διανομή μερισμάτων μετά από 16 χρόνια
Δασικές πυρκαγιές: Παγκόσμια επιτήρηση από το Διάστημα με τεχνητή νοημοσύνη (vid)
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα
Σχολίασε εδώ
Για να σχολιάσεις, χρησιμοποίησε ένα ψευδώνυμο.