Για τον Λόρενς Γκραφ το 2019 αποτέλεσε χρονιά σταθμό για εκείνον και την εταιρεία του καθώς προχώρησε στην πώληση τους ενός από τους μεγαλύτερους πολύτιμους λίθους του κόσμου, επιτρέποντας του να μεταφέρει τις εγκαταστάσεις της εταιρείας του στη Νέα Υόρκη και να άνοιξει ένα επιπλέον κατάστημα σε κεντρική περιοχή στο Παρίσι.

Σύμφωνα με το Bloomberg Billionaires Index, πρόκειται να έναν από τους πλουσιότερους πολίτες του Ηνωμένου Βασιλείου με καθαρή περιουσιακή αξία στα 5 δισ. δολάρια, με τη φετινή χρονιά να πληροί  όλες τις προδιαγραφές για την επέκταση των καταστημάτων του, αλλά και του πελατολογίου του, όπου κοσμούν ονόματα όπως αυτά της  Όπρα Γούϊνφρεϊ και του Σουλτάνου του Μπρουνέϊ στους πελάτες του.

Πρόσφατα,  η εταιρεία του Γκραφ δήλωσε σχετικά με τα περιοριστικά λόγω της πανδημίας πως «επηρέασε σοβαρά όλους τους τομείς της επιχείρησής μας», συμπεριλαμβανομένης και της αναστολής λειτουργίας όλως των καταστημάτων αλλά και την καθυστέρηση της κυκλοφορίας της νέας συλλογής» ενώ παραδεχεται πως αυτή η κατάσταση αποτελεί πρόβλημα για τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων.

Μετά από μια σύντομη ανάπαυλα, ο ιός επιταχύνεται και πάλι σε τμήματα του Ηνωμένου Βασιλείου, της Ευρώπης, των ΗΠΑ και της Μέσης Ανατολής, όπου η Graff Diamonds διαθέτει περίπου τα μισά καταστήματα λιανικής, σύμφωνα με στοιχεία του Bloomberg. Αυτό μπορεί να κάνει το κοσμηματοπωλείο να εξαρτάται ακόμη περισσότερο από την Ασία, όπου η εταιρεία με έδρα το Λονδίνο έχει αναπτυχθεί ραγδαία καθώς ο πλούτος του πληθυσμού της περιοχής αυξήθηκε.

Η επέλαση της πανδημίας του κορωνοϊου δεν ήταν το πρώτο χτύπημα για τον «βασιλιά των διαμαντιών», ο οποίος ίδρυσε την εταιρεία του πριν από έξι δεκαετίες, αφού άφησε το σχολείο στην ηλικία των 15 ετών για να εργαστεί για ένα κοσμηματοπώλη, ο οποίος κατά τα λεγόμενα του, έλεγε πως δεν θα καταφέρει να ανοίξει ποτέ δικό του κοσμηματοπωλέιο. Η αναταραχή στο χρηματιστήριο ανάγκασε την Graff Diamonds να σταματήσει την αρχική δημόσια προσφορά 1 δισ. δολαρίων το 2012, όταν η εταιρεία έδειξε την ευπάθειά της στις μεταβολές των δαπανών πολυτελείας, αποκαλύπτοντας ότι οι 20 κορυφαίοι πελάτες της αποτελούσαν σχεδόν το ήμισυ των ετήσιων εσόδων τον προηγούμενο χρόνο.

Η πληγείσα εταιρεία πολυτελών κοσμημάτων του Γκραφ δεν είναι η μόνη που έχει υποστεί οικονομική ζημιά λόγω του Covid-19. Οι Tiffany και Pandora αντίστοιχα είδαν συρρίκνωση των εσόδων τους κατά περισσότερο από το ένα τέταρτο τους πρώτους έξι μήνες του 2020 σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, με τον όμιλο της LVMH να διακόπτει αιφνίδια την αγορά της Tiffany, αν και η αλυσίδα έκτοτε σημείωσε άνοδο των πωλήσεων, όπως και η Pandora.

Ωστόσο, η «Graff Diamonds» έχει ακόμα πολύ δρόμο να διανύσει, ώστε να ξεπεράσει τις επιπτώσεις που προκάλεσε η πανδημία. Η Graff Diamonds International – μία από τις θυγατρικές της εταιρείας – καταγράφει καθαρά περιουσιακά στοιχεία 760,6 εκατ. δολαρίων στο τέλος του 2020 με  διευκόλυνση ανανεώσιμης πίστωσης 200 εκατ. δολαρίων, ώστε η εταιρεία να μπορεί να καλύψει τα κενά της ρευστότητας που αντιμετωπίζει. Ο Γκραφ, ο οποίος ζει στην Ελβετία, έχει και άλλα περιουσιακά στοιχεία, όπως μια συλλογή έργων τέχνης με έργα των Άντι Γουόρχολ, Ζαν Μισέλ Μπασκιά και Ρόι Λίχτενσταϊν, μεταξύ άλλων.

Σε δήλωση της η Graff Diamonds International αναφέρει πως ο κοσμηματοπώλης κατέχει «μια καλά χρηματοδοτούμενη και κεφαλαιοποιημένη εταιρεία και λαμβάνοντας τις σωστές αποφάσεις τώρα, η εταιρεία θα καταφέρει να βγει αλώβητη από την πανδημία».