Όταν η Angela Merkel ανακοίνωσε τη σχεδιασμένη αποχώρησή της τη Δευτέρα, λίγα δάκρυα χύθηκαν στη νότια Ευρώπη. Από την Ελλάδα ως την Ιταλία, η Γερμανίδα καγκελάριος έχει ενσαρκώσει την ψυχρή αντιμετώπιση της υπόλοιπης Ευρώπης, ενώπιον όσων Ευρωπαίων αντιμετωπίζουν τα αδιέξοδα της οικονομικής κρίσης.

Στο απόγειο της κρίσης χρέους στη ζώνη του ευρώ το 2012, ο κεντροδεξιός Τύπος της Ιταλίας χαιρέτισε τη νίκη της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου εναντίον της Γερμανίας, προσβάλλοντας τη Merkel στις πρώτες σελίδες. Στην Ελλάδα, οι διαδηλωτές κατά της λιτότητας συχνά την απεικόνισαν με ένα μουστάκι του Χίτλερ ή φορώντας μια ναζιστική στολή.

Ωστόσο, όταν η Merkel τελικά αποχωρήσει, η νότια Ευρώπη μπορεί να έχει λόγο να λυπηθεί.

Είναι αλήθεια ότι η αναποφασιστικότητά της, ήταν κρίσιμος παράγοντας για την παράταση της κρίσης και επίσης δεν ήταν ποτέ αρκετά γενναία για να αντιμετωπίσει όλες τις αποτυχίες που βρίσκονται στην καρδιά της νομισματικής ένωσης. Αλλά η βραδύτητα της δράσης της ήταν σχεδόν σίγουρα αποτέλεσμα της απροθυμίας των Γερμανών ψηφοφόρων μάλλον, παρά της περίφημης επιφυλακτικότητας της. Η Merkel πάντα βρισκόταν δίπλα στο ενιαίο νόμισμα και μάλιστα προκάλεσε σημαντικές μεταρρυθμίσεις που συνέβαλαν στην αντοχή του. Δεν είναι σαφές ότι όποιος την διαδεχθεί θα είναι αρκετά γενναίος ώστε να ακολουθήσει την ίδια πολιτική.

Για τους επικριτές της Merkel, τα ελαττώματά της είναι προφανή: Ενεργούσε πολύ αργά κατά τη διάρκεια της ελληνικής κρίσης χρέους, προσποιούμενη ότι το χρέος της Αθήνας ήταν βιώσιμο όταν δεν ήταν. Ενώ υποστήριξε τρία πακέτα διάσωσης, αυτά επέβαλαν υπερβολική λιτότητα στην Ελλάδα, προκαλώντας μια ατελείωτη σπείρα ύφεσης και περαιτέρω υπερχρέωσης.

Σε γενικές γραμμές, απέτυχε να αναλάβει δράση για πολλά από τα δομικά σφάλματα που βρίσκονται στην καρδιά της νομισματικής ένωσης. Η ζώνη του ευρώ εξακολουθεί να μην διαθέτει δημόσιο ταμείο για να βοηθήσει τις χώρες που αντιμετωπίζουν δυσκολίες, ώστε αυτές να μετριάσουν τις οικονομικές κρίσεις. Ως καγκελάριος, επέμεινε σε μια πολιτική μισθολογικής συγκράτησης και δημοσιονομικού περιορισμού, ένας συνδυασμός που βοήθησε να οικοδομηθεί ένα υπερβολικό εξωτερικό πλεόνασμα το οποίο συνέβαλε στην κρίση, ενώ ταυτόχρονα έκανε λίγα πράγματα για να βοηθήσει τις άλλες χώρες να ανακάμψουν από τις συνέπειες αυτής της πολιτικής.

Ωστόσο, δεν πρέπει να λησμονούμε την τεράστια πρόοδο που έχει σημειώσει η ευρωζώνη κατά την τελευταία δεκαετία. Οι διασώσεις στην Ελλάδα – αλλά και στην Πορτογαλία, την Ισπανία, την Ιρλανδία και την Κύπρο – έδειξαν σε μεγάλο βαθμό την υπέρβαση της Αρχής σύμφωνα με την οποία οι χώρες της Ευρώπης δεν πρέπει η μια να διασώζει την άλλη. Όχι μόνο αυτή είναι μια ρήτρα στις Ευρωπαϊκές Συνθήκες, είναι επίσης μια από τις πιο αγαπητές αρχές σε τμήματα του γερμανικού κατεστημένου. Tην Merkel, αυτό δεν την ένοιαζε: Yποστήριξε τη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, ενός μόνιμου ταμείου διάσωσης που μπορεί να χρησιμοποιήσει ένα τείχος προστασίας πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ σε αντάλλαγμα για ένα πρόγραμμα προσαρμογής εκ μέρους των οικονομιών που βρίσκονταν σε κρίση, τόσο του δημοσιονομικού περιορισμού, όσο και των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.