Η υπουργός Οικονομικών του Ηνωμένου Βασιλείου Ρέιτσελ Ριβς ανέλαβε καθήκοντα στη βρετανική κυβέρνηση υποσχόμενη ένα αναπτυξιακό θαύμα, οικονομική ασφάλεια και σταθερότητα στα δημόσια οικονομικά. Έξι μήνες μετά,  το σχέδιό της κοντεύει να διαλυθεί. Η Ριβς πασχίζει να διατηρήσει την εμπιστοσύνη των χρηματοπιστωτικών αγορών, καθώς το Ηνωμένο Βασίλειο γίνεται το επίκεντρο μιας παγκόσμιας πώλησης  ομολόγων.

Παρά το γεγονός ότι η ίδια και ο πρωθυπουργός Κιρ Στάρμερ έκαναν τη «δημοσιονομική υπευθυνότητα» σύνθημα της περσινής προεκλογικής εκστρατείας που βοήθησε να προκύψει η πρώτη κυβέρνηση των Εργατικών εδώ και 14 χρόνια, το γόητρό τος έχει δεχθεί πλήγμα από μια εξέγερση των επενδυτών που ανεβάζει το κόστος δανεισμού και κινδυνεύει να μετατραπεί σε  βρόχο  για τα δημόσια οικονομικά.

Η απόδοση του 10ετούς ομολόγου αυξήθηκε αυτή την εβδομάδα στο υψηλότερο επίπεδο από το 2008, ήτοι 4,923%, ενώ η στερλίνα υποχώρησε στο πιο αδύναμο επίπεδο εδώ και πάνω από ένα χρόνο. Αν συνεχιστεί η αύξηση των αποδόσεων,θα παρασύρει την οικονομία, υπονομεύοντας την «ομιλία για την ανάπτυξη» που λέγεται ότι σχεδίαζε η Ριβς τις επόμενες εβδομάδες, για να διορθώσει το αφήγημα της κυβέρνησης.

Η Ριβς πληρώνει το τίμημα επειδή έδωσε στον εαυτό της πολύ μικρή ανάσα έναντι των κύριων δημοσιονομικών της στόχων. Άφησε λίγο λιγότερο από 10 δισεκατομμύρια λίρες χώρο στον προϋπολογισμό της τον Οκτώβριο, τα οποία έχουν πλέον σχεδόν εξανεμιστεί λόγω των υψηλότερων πληρωμών τόκων χρέους που συνοδεύουν την αύξηση του κόστους δανεισμού.

Οι ανησυχίες για την κατάσταση των τεντωμένων δημόσιων οικονομικών του Ηνωμένου Βασιλείου σε συνδυασμό με τον επίμονο πληθωρισμό τροφοδότησαν ένα βίαιο selloff αυτή την εβδομάδα και προκάλεσαν συγκρίσεις με την κατάρρευση της αγοράς πριν από δύο χρόνια που ανέτρεψε την κυβέρνηση της Λιζ Τρας.

Η καταστροφή των ομολόγων αυτή την εβδομάδα είναι ωστόσο διαφορετική από την τεράστια καταστροφή που προκάλεσε η  Τρας, καθώς αυτή τη φορά οι αιτίες βρίσκονται στις ΗΠΑ και όχι στις αμιγώς εγχώριες εξελίξεις στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Συνδέονται όμως σε ένα βασικό στοιχείο: Την εμπιστοσύνη.

Προς το παρόν, οι επενδυτές έχουν αποφασίσει ότι δεν έχουν εμπιστοσύνη στα σχέδια της Ριβς για την επίτευξη της ανάπτυξης που απαιτείται για να αντιμετωπιστεί ο σωρός του εθνικού χρέους, σε υψηλό 60 ετών κοντά στο 100% του ΑΕΠ, ή για την αντιμετώπιση του επίμονου πληθωρισμού.

Το ξεπούλημα της αγοράς, το οποίο έχει πλήξει ταυτόχρονα τις αποδόσεις των ομολόγων και το νόμισμα, υποδηλώνει ότι το Ηνωμένο Βασίλειο βιώνει φυγή κεφαλαίων, όπως συνέβη πριν από την κρίση της στερλίνας το 1976.

Όπως σημειώνει το Bloomberg, μια ταραχώδης εβδομάδα για τους διαπραγματευτές ομολόγων και νομισμάτων του Ηνωμένου Βασιλείου φτάνει στο τέλος της, με τις αποδόσεις να έχουν κολλήσει κοντά στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων ετών και τη στερλίνα κοντά στην πιο αδύναμη τιμή της από τα τέλη του 2023.

Η αγορά άνοιξε σήμερα σε  ελαφρώς χαμηλότερα επίπεδα, με το κλίμα ήδη να γίνεται πιο ήρεμο από το απόγευμα της Πέμπτης. Η λίρα υποχώρησε κατά 0,2% στα 1,2290 δολάρια και η απόδοση του 10ετούς χρυσού αυξήθηκε κατά δύο μονάδες βάσης στο 4,83%.

Οι αποδόσεις των 10ετών και 30ετών ομολόγων του Ηνωμένου Βασιλείου σημείωσαν άλμα άνω των 20 μονάδων βάσης κατά τις τελευταίες πέντε συνεδριάσεις, το μεγαλύτερο του τελευταίου έτους. Ενώ πολλοί επενδυτές λένε ότι η πτώση ήταν υπερβολική, επικρατεί προσοχή – παρά τα πιο ελκυστικά επιτόκια που προσφέρονται.

«Περισσότερη σαφήνεια γύρω από τη δημοσιονομική πολιτική στον επερχόμενο προϋπολογισμό και σχετικά με την εξέλιξη του τραπεζικού επιτοκίου μπορεί να χρειαστεί για να επιστρέψει η ζήτηση των γκιλντ με βιώσιμο τρόπο», έγραψε σε σημείωμά του ο στρατηγικός αναλυτής της Morgan Stanley, Φάμπιο Μπασάνιν. «Δεδομένης αυτής της επικρατούσας δυναμικής, συνιστούμε στους επενδυτές να διατηρήσουν μια επιφυλακτική στάση για τα επιτόκια του Ηνωμένου Βασιλείου».

Αλλά για την κυβέρνηση των Εργατικών το σκηνικό παραμένει δύσκολο. Το υψηλότερο κόστος δανεισμού απειλεί να εξανεμίσει το μειούμενο δημοσιονομικό περιθώριο των 9,9 δισεκατομμυρίων λιρών (12,2 δισεκατομμυρίων δολαρίων). Η υπουργός Οικονομικών  ενδέχεται να αναγκαστεί να σφίξει τη δημοσιονομική πολιτική, προτιμώντας πιθανότατα νέες περικοπές στις δημόσιες δαπάνες αντί για αυξήσεις φόρων.

«Ο συνδυασμός της υποτονικής ανάπτυξης και του πληθωρισμού πάνω από τον στόχο προκαλεί ακόμα περισσότερο εκνευρισμό στους επενδυτές», έγραψαν σε σημείωμά τους οι στρατηγικοί αναλυτές της Deutsche Bank AG, συμπεριλαμβανομένων των Χένρι Αλεν και Τζιμ Ράιντ. «Και το σημερινό μοτίβο των κινήσεων της αγοράς, με τις αποδόσεις να αυξάνονται και τη στερλίνα να υποχωρεί, θυμίζει προηγούμενα επεισόδια αναταραχής».

Διαβάστε ακόμη

Ακίνητα: Κρυφοί «κόφτες» ακυρώνουν τις φοροελαφρύνσεις στις ανακαινίσεις του 2024

Πλαίσιο: Έρχονται νέα καταστήματα και επενδύσεις στην ψηφιακή πλατφόρμα και τα logistics

Τραμπ: Αυτά είναι τα προεδρικά διατάγματα που αναμένεται να υπογράψει την πρώτη μέρα της θητείας του

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα