Η μετοχή της UBS «εκτινάχθηκε» σε υψηλό 17 ετών, καθώς μία ομάδα ισχυρών Ελβετών βουλευτών άνοιξε τον δρόμο για έναν πολιτικό συμβιβασμό γύρω από τις αυστηρότερες κεφαλαιακές απαιτήσεις που σχεδιάζει η κυβέρνηση για τη μεγαλύτερη τράπεζα της χώρας.

Σύμφωνα με το Bloomberg, ανώτερα στελέχη του ελβετικού κοινοβουλίου παρουσίασαν προτάσεις που χαλαρώνουν το πλαίσιο των νέων κανόνων, επιτρέποντας στην UBS να χρησιμοποιεί, σε έναν βαθμό, ομόλογα Additional Tier 1 (AT1) αντί για καθαρά ίδια κεφάλαια προκειμένου να καλύψει τις ενδεχόμενες νέες κεφαλαιακές απαιτήσεις.

Παράλληλα, εισηγήθηκαν να συνεχίσει να συνυπολογίζει μέρος άυλων στοιχείων (λογισμικό και αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις) στο κεφαλαιακό της απόθεμα, αν και πρότειναν την επιβολή ανώτατου ορίου στην ανάπτυξη της επενδυτικής τραπεζικής δραστηριότητας.

Η αντίδραση της αγοράς ήταν άμεση, καθώς η μετοχή της UBS ενισχύθηκε έως και 5%, αγγίζοντας επίπεδα που είχε να δει από τον Φεβρουάριο του 2008, πριν ξεσπάσει η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση.

Οι προτάσεις θεωρούνται από πολλούς ως διέξοδος από το πολιτικό αδιέξοδο που έχει δημιουργηθεί γύρω από το σχέδιο της κυβέρνησης για αυστηροποίηση των τραπεζικών κανόνων. Το αρχικό κυβερνητικό πλάνο θα μπορούσε να επιβάλει στην UBS πρόσθετες κεφαλαιακές απαιτήσεις έως και 26 δισ. δολάρια, προκαλώντας έντονες αντιδράσεις τόσο εντός του κοινοβουλίου όσο και από την ίδια την τράπεζα.

Οι σχεδιαζόμενες μεταρρυθμίσεις αποτελούσαν «βαρίδι» για τη μετοχή της UBS από πέρυσι που τέθηκαν στο τραπέζι, με την τράπεζα να έχει προειδοποιήσει ότι, αν εφαρμοστούν στο σύνολό τους, θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε περιορισμό των αποδόσεων προς τους μετόχους.

«Μέχρι σήμερα, στο τραπέζι βρισκόταν ουσιαστικά το χειρότερο δυνατό σενάριο για την UBS», σχολίασε ο αναλυτής της Vontobel, Αντρέας Βεντίτι και πρόσθεσε: «Αν καταστεί σαφές ότι αυτό δεν θα υλοποιηθεί, τότε η εικόνα αλλάζει ριζικά». Όπως σημείωσε, το ράλι της μετοχής δείχνει ότι οι προτάσεις των βουλευτών έχουν ιδιαίτερο πολιτικό βάρος, καθώς προϊδεάζουν για τη στάση που θα τηρηθεί στις μελλοντικές κοινοβουλευτικές ψηφοφορίες.

Η κυβέρνηση, από την πλευρά της, υποστηρίζει ότι οι αυστηροί κανόνες είναι αναγκαίοι για να διασφαλιστεί πως ο ελβετικός τραπεζικός τομέας δεν θα απειλήσει ξανά τη χώρα, όπως συνέβη πριν από τρία χρόνια με την κατάρρευση της Credit Suisse. Ωστόσο, πολιτικοί, επιχειρηματικοί κύκλοι και η ίδια η UBS προειδοποιούν ότι υπερβολικά σκληρές ρυθμίσεις θα πλήξουν την ανταγωνιστικότητα της μεγαλύτερης ελβετικής τράπεζας και, κατ’ επέκταση, την οικονομία.

«Η κεφαλαιακή βάση των συστημικών τραπεζών και ειδικά της UBS πρέπει να είναι από τις αυστηρότερες σε παγκόσμιο επίπεδο», ανέφεραν οι βουλευτές, μεταξύ των οποίων ο Τιερί Μπουρκάρ από το Φιλελεύθερο Κόμμα και ο Τόμας Μάτερ από το Λαϊκό Κόμμα της Ελβετίας. «Ωστόσο, το χάσμα με τα καθεστώτα της ΕΕ, του Ηνωμένου Βασιλείου, των ΗΠΑ και της Ασίας δεν πρέπει ποτέ να γίνει τόσο μεγάλο ώστε να τίθεται σε κίνδυνο η ανταγωνιστικότητα», συμπλήρωσαν.

Η UBS, σε ανακοίνωσή της, χαιρέτισε με επιφύλαξη τις προτάσεις, κάνοντας λόγο για μια «πιο εποικοδομητική κατεύθυνση» σε σχέση με την «ακραία προσέγγιση» της κυβέρνησης, επαναλαμβάνοντας ότι στηρίζει ένα ισχυρό ρυθμιστικό πλαίσιο με στοχευμένα, αναλογικά και διεθνώς εναρμονισμένα μέτρα.

Μεταξύ άλλων, το σχέδιο προβλέπει να διατηρηθεί η δυνατότητα συνυπολογισμού άυλων κεφαλαίων, ενώ εισάγει και μόνιμο όριο ώστε η επενδυτική τραπεζική να μην ξεπερνά το 30% του σταθμισμένου ως προς τον κίνδυνο ισολογισμού της UBS. Σε περίπτωση υπέρβασης, οι εποπτικές αρχές θα μπορούν να επιβάλλουν πρόσθετες κεφαλαιακές επιβαρύνσεις.

Αν και το σχέδιο δεν έχει άμεση εφαρμογή, καθώς το κοινοβούλιο δεν αναμένεται να συζητήσει τη μεταρρύθμιση πριν από το 2027, στο συναινετικό ελβετικό πολιτικό σύστημα μπορεί να επηρεάσει καθοριστικά την πορεία της κυβερνητικής πολιτικής μέχρι τότε.

Οι ελβετικές μεταρρυθμίσεις διαχωρίζονται σε δύο σκέλη. Το πρώτο, μικρότερο, που αφορά τον περιορισμό της λογιστικής αναγνώρισης στοιχείων όπως το λογισμικό και οι αναβαλλόμενοι φόροι και μπορεί να εφαρμοστεί με κυβερνητικό διάταγμα, εκτιμάται ότι θα αυξήσει τις κεφαλαιακές ανάγκες της UBS κατά περίπου 3 δισ. δολάρια. Το δεύτερο, που απαιτεί κοινοβουλευτική έγκριση, θα υποχρεώσει την τράπεζα να καλύπτει πλήρως με ίδια κεφάλαια τις ξένες θυγατρικές της από την Ελβετία, δημιουργώντας κεφαλαιακό κενό περίπου 23 δισ. δολαρίων.

Τα ομόλογα AT1 θεωρούνται φθηνότερη μορφή κεφαλαίου σε σχέση με τα ίδια κεφάλαια, καθώς πρόκειται για μειωμένης εξασφάλισης χρέος, το οποίο υπό προϋποθέσεις μπορεί να μετατραπεί σε μετοχές. Εισήχθησαν ευρέως μετά την κρίση του 2008 ως πρόσθετο «μαξιλάρι» ανθεκτικότητας για τις τράπεζες.

Διαβάστε ακόμη

Mind the Gap: Η Κομισιόν «ξεσκεπάζει» τις αδυναμίες της Ελλάδας στη φορολογία

Data Center: Πώς θα πάμε από τα 40 MW στα 1,2 GW – Η Ελλάδα μπροστά στη νέα εποχή κατανάλωσης ενέργειας από τα giga factory

5 χρόνια Brexit: Φόροι, ακρίβεια, ανεργία, φυγή επιστημόνων και κατάρρευση του συστήματος υγείας

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα