Σε αναβρασμό βρίσκεται το Σίτι, καθώς παρά τις συνεχείς διαβεβαιώσεις της κυβέρνησης των Εργατικών προς τους τραπεζίτες ότι δεν θα αυξηθεί η φορολογία των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, ο κλάδος ανησυχεί ότι η υπουργός Οικονομικών σχεδιάζει νέες επιβαρύνσεις. Σημειωτέον πως ο νέος προϋπολογισμός θα παρουσιαστεί στις 26 Νοεμβρίου.
Συγκεκριμένα, οι μεγάλες αγγλικές τράπεζες, αλλά και τα αμερικανικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, ανησυχούν για αύξηση στον πρόσθετο φόρο επί των κερδών τους, τον οποίο η προηγούμενη συντηρητική κυβέρνηση είχε μειώσει από 8% σε 3% πριν από δύο χρόνια.
Σήμερα, ωστόσο, τα τραπεζικά στελέχη εκτιμούν ότι η δημοσιονομική «τρύπα» στα κρατικά ταμεία καθιστά μάλλον αναπόφευκτη μια νέα αύξηση, καθώς – όπως παραδέχονται κυβερνητικοί αξιωματούχοι – οι τράπεζες αποτελούν έναν «εύκολο στόχο» για την κοινή γνώμη.
Από την άλλη πλευρά, η κυβέρνηση του Κιρ Στάρμερ αναζητά επειγόντως τρόπους για να εξασφαλίσει πρόσθετα έσοδα ώστε να χρηματοδοτήσει τις δαπάνες της και μάλιστα για το σκοπό αυτό ο ίδιος ο πρωθυπουργός δεν έχει αποκλείσει ακόμη και αυξήσεις σε φόρους εισοδήματος, εισφορών ή ΦΠΑ, υπονοώντας ότι οι προεκλογικές δεσμεύσεις μπορεί να ανατραπούν. Υπό τα δεδομένα αυτά η φορολόγηση στις τράπεζες φαντάζει πολιτικά πιο ελκυστική.
Η ανησυχία στην αγορά αυξήθηκε εκ νέου τις τελευταίες εβδομάδες, καθώς το κυβερνητικό αφήγημα για τις επικείμενες φορολογικές παρεμβάσεις μεταβλήθηκε, προκαλώντας αβεβαιότητα στο Σίτι. Αν και το υπουργείο Οικονομικών επιμένει για την ώρα πως δεν έχουν ληφθεί ακόμη οριστικές αποφάσεις.
«Δεν σχολιάζουμε εικασίες για αλλαγές στη φορολογία πριν από τον προϋπολογισμό», δήλωσε χαρακτηριστικά εκπρόσωπος του υπουργείου. «Η υπουργός έχει λάβει σημαντικά μέτρα για τη διευκόλυνση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος μέσω μεταρρυθμίσεων, περιορίζοντας τη γραφειοκρατία και απελευθερώνοντας επενδύσεις δισεκατομμυρίων λιρών στο Ηνωμένο Βασίλειο».
Ένα πιθανό σενάριο, σύμφωνα με τραπεζικά στελέχη, προβλέπει αύξηση του πρόσθετου φόρου κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες για περιορισμένο χρονικό διάστημα και μάλιστα μόνο για τις μεγαλύτερες τράπεζες της χώρας.
Ενδεικτικά, το υπουργείο θα μπορούσε να εξαιρέσει τις μεσαίες και εξειδικευμένες τράπεζες, αυξάνοντας το όριο φορολογητέων κερδών στα 300 εκατομμύρια λίρες από τα σημερινά 100 εκατομμύρια.
Σημειωτέον πως οι κορυφαίες Barclays, NatWest, Lloyds και HSBC έχουν υποστεί επιπλέον φορολόγηση από το 2011, όταν η κυβέρνηση των Συντηρητικών επέβαλε ειδικό τέλος επί των ισολογισμών μετά την κρίση. Το 2015, αυτό αντικαταστάθηκε από τον φόρο επί των κερδών, που ισχύει έως σήμερα.
Ο διευθύνων σύμβουλος της Goldman Sachs, Ντέιβιντ Σόλομον, φέρεται να ζήτησε σε κατ’ ιδίαν συνάντηση από τη Ρέιτσελ Ριβς να αποφύγει την αύξηση του φόρου. Ωστόσο, οι αμερικανικές τράπεζες θεωρούν απίθανο να εξαιρεθούν από το νέο μέτρο, καθώς η απειλή μεταφοράς προσωπικού στο εξωτερικό δεν έχει πια το ίδιο βάρος, με δεδομένες τις πολιτικές εξελίξεις στη Γαλλία – όπου πολλές τράπεζες έχουν ήδη δημιουργήσει κόμβους μετά το Brexit – αλλά και τη συνεχιζόμενη απροθυμία του προσωπικού να μετακινηθεί στη Φρανκφούρτη.
Η ίδια η Ριβς έχει περάσει σχεδόν όλο το διάστημα από την ανάληψη των καθηκόντων της υπερασπιζόμενη το Σίτι του Λονδίνου ως κινητήρα ανάπτυξης, υποσχόμενη λιγότερους ρυθμιστικούς κανόνες και συχνές επαφές με στελέχη του χρηματοπιστωτικού τομέα. Μάλιστα, πηγές επιμένουν πως η υπουργός Οικονομικών δεν επιθυμεί να επιβάλει νέους φόρους στις τράπεζες, εκτός αν δεν υπάρχει εναλλακτική λύση. Όμως, εύκολες εναλλακτικές λύσεις δεν υπάρχουν, οπότε η ανάγκη για νέα έσοδα ενδέχεται να υπερισχύσει.
Εκτιμάται πως το υπουργείο Οικονομικών αντιμετωπίζει πιθανή «τρύπα» ύψους 20 δισ. λιρών στα ταμεία, λόγω της επικείμενης υποβάθμισης των προβλέψεων για την παραγωγικότητα από το Γραφείο Δημοσιονομικής Ευθύνης. Σύμφωνα με μελέτη του Συνδικάτου Εργαζομένων (TUC), η επιστροφή του φόρου στο 8% θα μπορούσε να αποφέρει 8 δισ. λίρες σε τέσσερα χρόνια.
Προφανώς οι βρετανικές τράπεζες αντιδρούν έντονα σε μια τέτοια προοπτική, θεωρώντας κιόλας πως οποιαδήποτε επιβάρυνση θα θίξει την ανταγωνιστικότητα του κλάδου και άρα την οικονομία συνολικά.
Ο εκνευρισμός των τραπεζών συμπίπτει, εξάλλου, και με την άνοδο του δεξιού κόμματος Reform UK του Νάιτζελ Φάρατζ, ο οποίος προσπαθεί να ρίξει… γέφυρες προς τον επιχειρηματικό κόσμο. Μάλιστα, ο αναπληρωτής του, Ρίτσαρντ Τάις, έχει πραγματοποιήσει σειρά συναντήσεων με επιχειρηματίες και τραπεζίτες, προωθώντας φιλο-επιχειρηματικές πολιτικές του υπερσυντηρητικού κόμματος.
Διαβάστε ακόμη
Οι Ελληνες αγάπησαν τα μεταχειρισμένα ρούχα και αντικείμενα
Αυτός είναι ο λόγος που τα παιδιά τρυπώνουν στο κρεβάτι των γονιών τους
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα
Σχολίασε εδώ
Για να σχολιάσεις, χρησιμοποίησε ένα ψευδώνυμο.