Με έναν λόγο γεμάτο πολυάριθμες αναφορές, ο Ντόναλντ Τραμπ ορκίστηκε χθες ως ο 47ος πρόεδρος των ΗΠΑ. Στην περίπου 30λεπτη ομιλία του, ο Τραμπ επεσήμανε την έννοια της «επανάστασης της κοινής λογικής», δηλώνοντας ότι η 20ή Ιανουαρίου 2025 σηματοδοτεί μια «ημέρα απελευθέρωσης» για τον αμερικανικό λαό και την αρχή «της χρυσής εποχής της Αμερικής».
Αναφερόμενος στις πρώτες του ενέργειες, ο Τραμπ ανακοίνωσε ότι θα κηρύξει κατάσταση έκτακτης ανάγκης στα νότια σύνορα των ΗΠΑ, λόγω της συνεχιζόμενης μεταναστευτικής κρίσης, ενώ θα κηρύξει και κατάσταση εθνικής ενεργειακής ανάγκης. Επίσης, παρουσίασε σχέδιο για διάταγμα που θα ορίζει δύο μόνο φύλα στην Αμερική – το ανδρικό και το γυναικείο. Ο νέος πρόεδρος αναφέρθηκε επίσης στην πρόθεσή του να μετονομάσει τον Κόλπο του Μεξικού σε Κόλπο της Αμερικής και να επαναφέρει υπό αμερικανικό έλεγχο τη διώρυγα του Παναμά.
Ο Ντόναλντ Τραμπ απέφυγε να αναφερθεί στην υποστήριξη προς την Ουκρανία κατά την ομιλία του, εστιάζοντας ωστόσο σε μια διαφορετική προσέγγιση για την επιτυχία: «Δεν θα μετρήσουμε την επιτυχία μας με βάση το πόσες μάχες κερδίζουμε, αλλά με βάση τους πολέμους που τελειώνουμε ή, ακόμη περισσότερο, εκείνους στους οποίους δεν συμμετέχουμε. Η μεγαλύτερη παρακαταθήκη μου θα είναι η δράση μου ως ειρηνοποιού και ενωτικού παράγοντα», τόνισε χαρακτηριστικά.
Η επιστροφή του Τραμπ στον Λευκό Οίκο χαρακτηρίζεται από τη Süddeutsche Zeitung ως «ένα από τα πιο απίθανα comebacks στην ιστορία των ΗΠΑ». «Πέρασαν 1.475 ημέρες από την ημέρα που ο Τραμπ προκάλεσε τους πιο ακραίους υποστηρικτές του να εισβάλουν στο Καπιτώλιο, αδυνατώντας να αποδεχτεί την ήττα του στις εκλογές από τον Τζο Μπάιντεν. Ακόμα και οι κορυφαίοι παράγοντες του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος πίστευαν τότε ότι η πολιτική του καριέρα είχε τελειώσει. Ωστόσο, αυτό αποδείχθηκε λάθος. Τώρα, στα 78 του χρόνια, ο Τραμπ είναι και πάλι ο ισχυρότερος άνθρωπος στον κόσμο».
Στην πρώτη του ομιλία ως πρόεδρος, ο Τραμπ δεν προσπάθησε να γεφυρώσει τα βαθιά ρήγματα στην αμερικανική κοινωνία, ούτε να καθησυχάσει τους διεθνείς συμμάχους των ΗΠΑ, οι οποίοι εκφράζουν ανησυχία για την κατεύθυνση της εξωτερικής πολιτικής του.
Διαβάστε τη συνέχεια στην DW