Ακόμα και 44 χρόνια μετά την εξόρυξη βαθέων υδάτων μπορεί να παρατηρηθούν επιπτώσεις από την επιβλαβή πρακτική στο θαλάσσιο οικοσύστημα. Αυτό προκύπτει από μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nature και εστίασε σε μία περιοχή στον Βόρειο Ειρηνικό όπου για πρώτη φορά διενεργήθηκαν δοκιμές εξόρυξης το 1979. Και όμως, παρά το πέρας των ετών, η βιοποικιλότητα στο σημείο παραμένει χαμηλότερη από ό,τι σε κοντινές ανέγγιχτες περιοχές.

Η μελέτη διεξήχθη από επιστήμονες στο Εθνικό Κέντρο Ωκεανογραφίας στο Σαουθάμπτον σε συνεργασία με το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας, το Βρετανικό Γεωλογικό Ινστιτούτο και το Πανεπιστήμιο Heriot-Watt.

Πολλές είναι οι έρευνες που συνδέουν την εξόρυξη μετάλλων και ορυκτών από τα βάθη της θάλασσας με σοβαρούς κινδύνους για τη βιοποικιλότητα και τον άνθρωπο, προειδοποιώντας για τις σοβαρές επιπτώσεις.

Τις συνέπειες της δραστηριότητας αυτής, μελέτησαν οι επιστήμονες από το Σαουθάμπτον εξετάζοντας τη ζημία που έχει προκληθεί στη Ζώνη Clarion–Clipperton (CCZ), 5.000 μέτρα κάτω από την επιφάνεια του ωκεανού, μεταξύ Χαβάης και  Μεξικού.

Όπως εξηγούν οι ειδικοί, η περιοχή είναι πλούσια σε οζίδια που περιέχουν μέταλλα όπως κοβάλτιο, νικέλιο και μαγγάνιο, όλα απαραίτητα για τις τεχνολογίες «πράσινης» ενέργειας.

Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η δοκιμή εξόρυξης απογύμνωσε από οζίδια έκταση πλάτους 14 μέτρων και παρά τη μικρή κλίμακα και τη σύντομη διάρκεια του πειράματος, στο σημείο είναι ορατές ακόμα οι φθορές, ενώ ο γύρω βιότοπος δεν έχει ανακάμψει πλήρως.

Για την πρακτική αυτή, μηχανήματα που θυμίζουν εκσκαφείς, «ξύνουν» την επιφάνεια του πυθμένα και στη συνέχεια απορροφούν τα πολύτιμα μέταλλα με κίνδυνο να αλλοιώσουν ή να καταστρέψουν το οικοσύστημα, προκαλώντας ανισορροπία σε δεκάδες είδη, κατακερματισμό και δραματική ζημία στη λειτουργία του βιοτόπου.

Πράγματι, από τη μελέτη επιβεβαιώνεται η φθορά διαρκείας, με τους ερευνητές να αναφέρουν στην έκθεσή τους ότι «τέσσερις δεκαετίες έπειτα από ένα δοκιμαστικό πείραμα εξόρυξης που αφαίρεσε οζίδια, οι βιολογικές επιπτώσεις σε πολλές ομάδες οργανισμών είναι επίμονες, αν και πληθυσμοί πολλών οργανισμών, συμπεριλαμβανομένης της μακροπανίδας των ιζημάτων, των κινητών τροφοδοτών αποθέσεων και ακόμη και της πανίδας μεγάλου μεγέθους, έχουν αρχίσει να εγκαθίστανται εκ νέου παρά τις επίμονες φυσικές αλλαγές στον πυθμένα της θάλασσας».

Ο επικεφαλής συντάκτης της έκθεσης Ντάνιελ Τζόουνς εξηγεί: «Σαράντα τέσσερα χρόνια αργότερα, οι ίδιες οι ράγες εξόρυξης μοιάζουν πολύ με την εποχή που κατασκευάστηκαν για πρώτη φορά, με μια λωρίδα πλάτους 8 μέτρων καθαρισμένη από οζίδια και δύο μεγάλα αυλάκια στον πυθμένα της θάλασσας όπου πέρασε το μηχάνημα».

Όπως είπε ο ειδικός, εξαιτίας της διαδικασίας αυτής, ο αριθμός ζώων μειώθηκε, παρότι καταγράφονται τα πρώτα σημάδια βιολογικής ανάκαμψης.

Οι επιστήμονες επισημαίνουν πως ο αργός ρυθμός θαλάσσιας ζωής μπορεί να αποτελεί έναν από τους λόγους της περιορισμένης ανάκαμψης, καθώς κάποιοι οργανισμοί χρειάζονται περισσότερο χρόνο για να αναπτυχθούν.

Εντούτοις, πριν τη διεξαγωγή της μελέτης, οι ειδικοί δεν είχαν ένα σαφές χρονοδιάγραμμα της διαδικασίας αυτής σε περιοχές εξόρυξης.

Διαβάστε ακόμη

Σε δασμολογικό σοκ οι αγορές – Πώς ο χρυσός έχει γίνει το νέο Trump-trade

Ένα βήμα πιο κοντά το deal Μασούτης – Κρητικός

Συμφωνία Πολωνίας – ΗΠΑ ύψους 2 δισ. δολαρίων για την τεχνική υποστήριξη των Patriot

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα