Tον Σεπτέμβρη του 2019 ο Ντόναλντ Τραμπ καρατόμησε με ένα tweet τον σύμβουλο Εθνικής Ασφάλειας του Λευκού Οίκου Τζον Μπόλτον. Κανείς δεν πίστευε τότε ότι ο Μπόλτον, από τα γεράκια της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, θα αποτελούσε μια μόνιμη απειλή για τον αμερικανό πρόεδρο. Ένα βιβλίο με την υπογραφή του το οποίο πρόκειται να κυκλοφορήσει στα βιβλιοπωλεία την ερχόμενη εβδομάδα έχει προκαλέσει ταραχή στον πλανητάρχη πέντε μήνες πριν από τις προεδρικές εκλογές.

Η κυβέρνηση Τραμπ προσέφυγε την Τρίτη στη Δικαιοσύνη για να εμποδίσει την κυκλοφορία του υπό έκδοση βιβλίου. Στο κείμενο της προσφυγής, που κατατέθηκε σε ομοσπονδιακό δικαστήριο, διατυπώνεται το επιχείρημα ότι ο Μπόλτον δεν υπέβαλε το χειρόγραφό του στην προεδρία για έγκριση και κατά συνέπεια τελεί «καθαρά σε παραβίαση των όρων της σύμβασης εργασίας του και της πρόσβασής του σε άκρως απόρρητες πληροφορίες», ενώ θέτει σε κίνδυνο την ίδια «την εθνική ασφάλεια» των ΗΠΑ. Η κυκλοφορία του βιβλίου, το οποίο φέρει τον τίτλο The Room Where It Happened: A White House Memoir, αναμένεται την 23η Ιουνίου.

Ο εκδοτικός οίκος Simon & Schuster, που έχει εξασφαλίσει τα δικαιώματα, διαβεβαιώνει πως ο πρώην σύμβουλος εθνικής ασφαλείας συνεργάστηκε με την προεδρία, τροποποίησε το αρχικό χειρόγραφο του και πήρε υπόψη του τις «ανησυχίες» της. Σε κάθε περίπτωση, επικαλείται «το δικαίωμα του πρεσβευτή Μπόλτον να αφηγηθεί την ιστορία του περάσματός του από τον Λευκό Οίκο του Τραμπ, σύμφωνα με την Πρώτη Τροπολογία» του αμερικανικού Συντάγματος, η οποία εγγυάται την ελευθερία της έκφρασης.

Ο Τζον Μπόλτον έχει ήδη παραχωρήσει ενόψει της κυκλοφορίας του βιβλίου τηλεοπτική συνέντευξη στο δίκτυο ABC, που αναμένεται να μεταδοθεί την Κυριακή. Σύμφωνα με δελτίο Τύπου του εκδοτικού οίκου, ο Μπόλτον, που παρέμεινε στο αξίωμα στρατηγικής σημασίας στον Λευκό Οίκο από τον Απρίλιο του 2018 ως τον Σεπτέμβριο του 2019, περιγράφει στο βιβλίο του ότι ο πρόεδρος έπαιρνε όλες τις αποφάσεις του «καθοδηγούμενος από υπολογισμό για να εξασφαλίσει την επανεκλογή του». «Αυτό που είδε ο Μπόλτον είναι εκπληκτικό: έναν πρόεδρο που η επανεκλογή του είναι το μοναδικό πράγμα που μετράει γι’ αυτόν, ακόμη κι αν αυτό σημαίνει ότι θα τεθεί σε κίνδυνο ή θα αποδυναμωθεί η χώρα», προστίθεται στο δελτίο Τύπου.

Κατά το βιβλίο του Τζον Μπόλτον, ο Αμερικανός μεγιστάνας έλαβε πολλές άλλες αποφάσεις που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην παραπομπή του σε δίκη και στην απομάκρυνσή του από το αξίωμα, πέραν της υπόθεσης της Ουκρανίας, για την οποία δικάστηκε και αθωώθηκε από την ελεγχόμενη από τους Ρεπουμπλικάνους Γερουσία.

Η υποβολή της προσφυγής έγινε μία ημέρα μετά τη δήλωση του Τραμπ πως ο Μπόλτον θα παραβιάσει τον νόμο εάν προχωρήσει στη δημοσίευση του βιβλίου. Ο Τραμπ απέπεμψε τον Μπόλτον από το αξίωμα τον Σεπτέμβριο, έπειτα από 17 μήνες στον ρόλο του συμβούλου εθνικής ασφαλείας.

Τον Ιανουάριο οι New York Times επικαλούμενοι χειρόγραφο του Μπόλτον από το βιβλίο του σχολίαζαν πως οι ελάχιστοι που έχουν διαβάσει το βιβλίο ισχυρίζονται ότι αποκαλύπτει την ανάρμοστη οικονομική σχέση του Nτόναλντ Τραμπ με τον Ερντογάν. Οι δύο πρόεδροι είχαν «μη συμβατικές συμφωνίες» για μια σειρά ζητημάτων.«Ήταν τέλη του 2018 και ο πρόεδρος Ερντογάν βρισκόταν στο τηλέφωνο με τον πρόεδρο Τραμπ: «Μπορείς να παρέμβεις στο υπουργικό συμβούλιο για να περιορίσεις ή να σταματήσεις την έρευνα για τη HalkBank”» φέρεται να αναφέρεται στο βιβλίο του Μπόλτον. Η Halkbank είναι μία από τις μεγαλύτερες κρατικές τράπεζες της Τουρκίας, η οποία κατηγορούταν από το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ για παραβίαση των αμερικανικών κυρώσεων εις βάρος του Ιράν, λόγω της φερόμενης μεταφοράς τουλάχιστον 10 δισ. δολαρίων, σε χρυσό και μετρητά. «Η κυβέρνηση του Ερντογάν προσέλαβε μία εταιρεία, η οποία διευθύνεται από έναν φίλο και χρηματοδότη του Τραμπ, ώστε να ασχοληθεί με την υπόθεση» επισημαίνεται, μεταξύ άλλων, στο δημοσίευμα των ΝΥΤ.

Η εμπλοκή του Τραμπ με την τουρκική τράπεζα ξεκίνησε από το 2017. Τότε ο προσωπικός φίλος του, Ρούντι Τζουλιάνι σε συνάντηση στο Οβάλ Γραφείο ζήτησε την βοήθεια του για την απελευθέρωση του Τούρκου εμπόρου χρυσού, Ρέζα Ζαράμπ. Ο τουρκοϊρανός επιχειρηματίας συνελήφθη τον Μάιο 2016 στη διάρκεια ενός οικογενειακού ταξιδιού του στο Μαϊάμι και βρίσκεται στο επίκεντρο του σκανδάλου της Halkbank.

Ο ίδιος αποκάλυψε αρχικά στο ομοσπονδιακό δικαστήριο του Μανχάταν ότι από τον Μάρτιο 2012 έως τον Μάρτιο 2013 δωροδόκησε με περισσότερα από 50 εκατομμύρια ευρώ τον πρώην υπουργό Οικονομίας της Τουρκίας Τζαφέρ Τσαγλαγιάν. Οι αμερικανικές αρχές τον κατηγορούν ότι είχε κεντρικό ρόλο για την προμήθεια περισσότερων από 10 δισ. δολαρίων σε χρυσό και δολάρια στην Τεχεράνη για τις ποσότητες ιρανικού πετρελαίου που εξάγονταν στην Τουρκία σε παραβίαση των αμερικανικών κυρώσεων. Ο Ρεζά Ζαράμπ αφέθηκε ελεύθερος, μόνο εφόσον συμφώνησε να καταθέσει εναντίον στελεχών της Halkbank, αλλά «οι προσπάθειες του Ερντογάν να πείσει τον Τραμπ να παρεμβαίνει στην υπόθεση συνεχίστηκαν».

Μάλιστα, όπως σχολίασαν οι New York Times η καταδίκη της τουρκικής τράπεζας από την αμερικανική δικαιοσύνη επήλθε «μόνο εφόσον η Τουρκία εισέβαλε στη Συρία στις αρχές του Οκτωβρίου του 2019».

Σε ό,τι αφορά το σκάνδαλο με την Ουκρανία, ο Μπόλτον υποστηρίζει στο βιβλίο του ότι ο Ντόναλντ Τραμπ του είχε πει ότι ήθελε να συνεχιστεί το πάγωμα της αμερικανικής στρατιωτικής βοήθειας ύψους 391 εκατομμυρίων δολαρίων στην Ουκρανία, έως ότου η κυβέρνησή της δεχόταν να διενεργήσει έρευνες σε βάρος του δημοκρατικού αντιπάλου του, Τζο Μπάιντεν, και του γιου του, Χάντερ Ο Τραμπ, όπως ήταν αναμενόμενο, διέψευσε τα πάντα, ενώ πολλοί Ρεπουμπλικανοί αφήνουν αιχμές για τη χρονική συγκυρία του δημοσιεύματος ακριβώς πάνω στην αγόρευση της υπεράσπισης. «Αν είπε τέτοιο πράγμα (ο Μπόλτον), το έκανε για να πουλήσει ένα βιβλίο», έγραψε ο Τραμπ στο Τwitter.

Το γεράκι του Λευκού Οίκου

Tο Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας του Λευκού Οίκου είχε ενημερώσει τον Μπόλτον ότι το υπό έκδοση βιβλίο του περιέχει «αυστηρά απόρρητες» πληροφορίες, που θα μπορούσαν να βλάψουν τα αμερικανικά συμφέροντα, και τον κάλεσε να ματαιώσει την έκδοσή του υπό την παρούσα μορφή. Οι Δημοκρατικοί στο παρελθόν κατηγορούσαν τον Μπόλτον για πολεμοκαπηλεία, χαρακτηρίζοντας τον επικίνδυνο για την παγκόσμια ασφάλεια. Στην παρούσα φάση όμως επέλεξαν να ποντάρουν πάνω του εκτιμώντας ότι οι αποκαλύψεις του θα βλάψουν ανεπανόρθωτα τον Τραμπ. Από την άλλη πλευρά, στους Ρεπουμπλικάνους, που παλαιότερα τον είχαν «αγιοποιήσει», τώρα τον παρουσιάζουν ως ψεύτη.

Ο Μπόλτον, ένας νεοσυντηρητικός γνωστός για τις πολεμοχαρείς θέσεις του, καρατομήθηκε τον περασμένο Σεπτέμβριο. Η  αποπομπή του προκάλεσε ανακούφιση σε πολλές πρωτεύουσες του κόσμου. Ο Ντόναλντ Τραμπ τον απέλυσε –με ένα tweet, όπως συνηθίζει– επικαλούμενος διάσταση απόψεων σε διάφορα θέματα εξωτερικής πολιτικής, αλλά και αντιπαραθέσεις του τέως συμβούλου του με άλλους υπουργούς της κυβέρνησης. Η διάσταση απόψεων αφορούσε τη Βόρεια Κορέα, το Ιράν, το Αφγανιστάν, τη Βενεζουέλα, με τον Μπόλτον να υποστηρίζει ακραίες θέσεις και συμπεριφορές, ενώ ταυτόχρονα οι σχέσεις του με τον υπουργό Εξωτερικών Μάικ Πομπέο ήταν άθλιες.

Ο Μπόλτον ήταν πάντα ένας πολύ «επικίνδυνος άνθρωπος», που τον έκανε ακόμη πιο επικίνδυνο η θέση που είχε δίπλα στο σημερινό Αμερικανό πρόεδρο. Ετσι ακριβώς  τον είχε χαρακτηρίσει Αμερικανός διπλωμάτης  που υπηρέτησε υπό αυτόν, όταν ήταν εκπρόσωπος των ΗΠΑ στα Ηνωμένα Εθνη επί προεδρίας Τζ. Μπους του νεότερου.