Την απαλλαγή του υπουργού δικαιοσύνης και γενικού εισαγγελέα, Ουίλιαμ Μπαρ, από την υπόθεση της σκιώδους τράπεζας HalkBank ζήτησε ο Γερουσιαστής των Δημοκρατικών, Ρον Γουάιντεν, με επιστολή του στην επιτροπή διερεύνησης του σκανδάλου της τουρκικής τράπεζας, έπειτα από νέα στοιχεία που υποστηρίζουν την ανάμειξη του Αμερικανού προέδρου, Ντόναλντ Τραμπ, στην υπόθεση.

Η κρατική τουρκική τράπεζα HalkBank, κατηγορείται στις Ηνωμένες Πολιτείες για παραβίαση των όρων του αμερικανικού εμπάργκο στο Ιράν, καθώς μετέφερε δισεκατομμύρια δολάρια προς τη χώρα, σύμφωνα με το κατηγορητήριο.

Το αίτημα του Γερουσιαστή έγινε γνωστό με αφορμή την έντονη ανησυχία του υπουργού Δικαιοσύνης αλλά και λόγω της αποκάλυψης του πρώην συμβούλου εθνικής ασφαλείας του Τραμπ, Τζον Μπόλτον, ο οποίος εξέφρασε την ανησυχία του για τις διευκολύνσεις που πρόσφερε στον Ερντογάν και τον πρόεδρο της Κίνας Σί Ζινπινγκ.

Ο Τζόν Μπόλτον σύμφωνα με πληροφορίες έχει αναφέρει τα παραπάνω στο βιβλίο του που έχει ολοκληρώσει, όμως είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν θα εκδοθεί καθώς, αφού έχει διατελέσει σύμβουλος εθνικής ασφαλείας το περιεχόμενο θα πρέπει πρώτα να εγκριθεί από τον Λευκό Οίκο.

Στο αίτημα του ο Γερουσιαστής, αναφέρεται στις ανησυχίες Μπόλτον και Μπαρ σχετικά με τις «προσωπικές χάρες» Τραμπ στον Ερντογάν. Συγκεκριμένα, το κατηγορητήριο στο οποίο αναφέρεται ο Γερουσιαστής υποστηρίζει αυτό που αποκάλυψε η εφημερίδα Νew York Times προ ημερών, ότι δηλαδή ο Ερντογάν το 2018 σε τηλεφωνικό αίτημα προς τον Τραμπ είχε ζητήσει τη παύση της έρευνας εναντίον της Halkbank. Το αίτημα επανέλαβε και ο γαμπρός του Ερντογάν προς τον ομόλογό του, τον αμερικανό ΥΠΟΙΚ Στίβεν Μνούτσιν.

Εν συνεχεία η τουρκική κυβέρνηση προσέλαβε εταιρεία lobbying/δημοσίων σχέσεων που ανήκει στον Μπράιαν Μπάλλαρντ – φίλο και χρηματοδότη του προέδρου Τραμπ – ώστε να επηρεάσει υπέρ της Halkbank τις υπηρεσίες του Λευκού Οίκου και του υπουργείου οικονομικών και εξωτερικών.

Επιπλέον, στην επιστολή του ο Γερουσιαστής Γουάιντεν κατηγόρησε τον Ντόναλντ Τραμπ ότι παρενέβη στην υπόθεση της HalkBank υποστηρίζοντας πως «oι αναφορές δείχνουν ότι ο Τραμπ υποσχέθηκε στον Τούρκο Πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ότι θα χρησιμοποιήσει την εξουσία του για να σταματήσει τυχόν περαιτέρω ενέργειες κατά της τράπεζας και έτσι ο Αμερικανός πρόεδρος ανέθεσε στον Υπουργό Δικαιοσύνης Ουίλιαμ Μπαρ και τον υπουργό Οικονομικών Στίβεν Μνούτσιν να παρέμβουν στο θέμα».

Ο Γούαιντεν έδωσε στον Μπαρ προθεσμία μέχρι τις 18 Φεβρουαρίου για να παραδώσει πληροφορίες σχετικά με τις συναντήσεις που είχε με τον Τραμπ και Τούρκους αξιωματούχους για το ζήτημα της τράπεζας. Ανάμεσα στους Τούρκους αξιωματούχους είναι και ο γιος του Ερντογάν, καθώς και ο ΥΠΟΙΚ της Τουρκίας.

Η εκπρόσωπος του υπουργείου Δικαιοσύνης, δήλωσε ότι το κείμενο των New York Times «παρεξηγεί έντονα» τις συνομιλίες του γενικού εισαγγελέα με τον Μπόλτον και ότι ο Μπαρ δεν είχε ποτέ συζητήσεις για «προσωπικές χάρες» ή κάποιου είδους «επιρροή». Επιπλέον, μέσω της εκπροσώπου του υπουργείου ο Μπαρ σχολίασε ότι δεν υπήρξαν «ακατάλληλες» συμφωνίες του Τραμπ με ξένους αξιωματούχους.

Ερωτήματα δημιούργησε προ ημερών η απόφαση Ομοσπονδιακού εφετείου των ΗΠΑ να δώσει προσωρινή διαταγή ασφαλιστικών μέτρων με αποτέλεσμα να παύει η δίωξη της Halkbank τουλάχιστον μέχρι οι δικαστές να αξιολογήσουν «άλλα αιτήματα» που έχει υποβάλλει η τράπεζα.

Η Halkbank είχε προηγουμένως επιδιώξει την απόρριψη της υπόθεσης, αρνούμενη να δηλώσει αν είναι ένοχη ή αθώα. Ένας δικαστής αρνήθηκε το αίτημα απόρριψης κι έτσι η τράπεζα προχώρησε σε έφεση. Τώρα ένα τριμελές δευτεροβάθμιο εφετείο θα κληθεί να αποφασίσει «σε σύντομο χρόνο».

Οι εισαγγελείς θεωρούν ότι η τράπεζα φυγοδικεί, και ζητούν από το δικαστήριο να την καταδικάσει σε προσβολή του δικαστηρίου και να επιβάλει πρόστιμα μέχρι να αρχίσει να απαντά στις κατηγορίες.

Η υπόθεση

Συγκεκριμένα η εισαγγελία κατηγορεί τη Halkbank ότι συμμετείχε από το 2012 ως το 2016 σε κύκλωμα που επέτρεπε στο Ιράν να διοχετεύει κεφάλαια που είχε εξασφαλίσει από πωλήσεις ποσοτήτων πετρελαίου και φυσικού αερίου στις διεθνείς αγορές, κατά παραβίαση των αμερικανικών κυρώσεων, με τη χρήση ενός περίπλοκου ιστού εταιρειών-βιτρινών. Οι ΗΠΑ κατηγορούν από τον Οκτώβριο και επίσημα την Halkbank.

Ένας ανώτερος σύμβουλος της τράπεζας ο Χακάν Ατίλα, έχει ήδη καταδικαστεί για την υπόθεση, ενώ ένας trader, Ρεζά Ζαράμπ, έχει ήδη ομολογήσει την ενοχή του ως ενορχηστρωτής του σχεδίου. Ο Ζαράμπ έχει προσλάβει το στενό φίλο και σύμβουλο του Τραμπ, τον Ρούντι Τζουλιάνι, για την νομική υπεράσπισή του.

Οι δίκες που ξεκίνησαν τον Οκτώβριο αφορούσαν συνολικά το ποσό των 20 δισ. δολαρίων, και όσον αφορά τις κατηγορίες δεν ακούστηκε το όνομα του Ερντογάν ή του ΥΠΟΙΚ της Τουρκίας, αλλά θεωρούνται οι κύριοι υπεύθυνοι πίσω από την τράπεζα.

Η ανακοίνωση της καταδικαστικής απόφασης δέχτηκε κριτική καθώς δεν υπήρχε λόγος να καθυστερήσει τόσο πολύ η υπόθεση αφού οι αρχές είχαν πολύ νωρίτερα στα χέρια τους μαρτυρίες ανθρώπων κατά του διευθυντή της τράπεζας αλλά και του Ζαράμπ.

Η καταδίκη των δύο, θεωρήθηκε κίνηση επίπληξης της Τουρκίας από την κυβέρνηση Τραμπ, καθώς η Άγκυρα είχε ανακοινώσει την εισβολή στη βορειοανατολική Συρία στις 13 Οκτωβρίου, εναντίον των κουρδικών δυνάμεων που συμμάχησαν με τις ΗΠΑ κατά του ISIS.

Ο Ερντογάν, τον οποίο ο Ζαράμπ ενέπλεξε στην υπόθεση, είχε απορρίψει τη δίωξη ως μια διαδικασία με πολιτικά κίνητρα που έχει σκοπό την υπονόμευση της κυβέρνησής του, κατηγορώντας ευθέως τις ΗΠΑ. Παράλληλα ζητούσε την άμεση παράδοση τόσο του Ατιλα όσο και του Ζαραμπ.

Εν τέλει, ο τελευταίος, μετά την κατάθεσή του τέθηκε σε καθεστώς προστασίας μαρτύρων, ενώ ο Μεμέτ Χακάν Ατίλα, απελευθερώθηκε και τέθηκε επικεφαλής του χρηματιστηρίου της Κωνσταντινούπολης.

Τον Νοέμβριο, το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ επιβεβαίωσε στον Γερουσιαστή ότι ο πρόεδρος Τραμπ διέταξε πολλούς ομοσπονδιακούς οργανισμούς, συμπεριλαμβανομένου του Υπουργείου Δικαιοσύνης, να εξετάσουν εάν η Halkbank θα απειληθεί με τις κυρώσεις των ΗΠΑ.

Επιπλέον, το ΥΠΟΙΚ με αυτή του την απάντηση ουσιαστικά επιβεβαίωσε τις καταγγελίες ότι ο Τραμπ το 2017 άσκησε πιέσεις στον υπουργό Εξωτερικών, για να απαλλαγεί ο Ζαράμπ από τις κατηγορίες.

Μάλιστα, ο Τραμπ επανειλημμένα καυχιέται για τη φιλία του με τον Ερντογάν. Σε συνάντηση του Λευκού Οίκου τον Νοέμβριο είχε πει ότι «έχουν γίνει φίλοι για πολύ καιρό» και ότι είναι «μεγάλος φαν» του Τούρκου Προέδρου.

Ο ρόλος της Ballard Partners

Ο Γούαιντεν κάλεσε επίσης τον Μπαρ να αποκαλύψει οποιεσδήποτε συναντήσεις είχε με την Ballard Partners, μια εταιρία που προσλήφθηκε από την τουρκική κυβέρνηση και εκπροσώπησε την τράπεζα μέχρι να ανακοινωθεί το κατηγορητήριο τον Οκτώβριο.

Η εταιρεία αντιπροσώπευε τον Τραμπ πριν γίνει πρόεδρος των ΗΠΑ, ενώ ο ιδρυτής της θεωρείται κορυφαίος  χορηγός της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ.

«Αυτές οι αναφορές αποτελούν μέρος μιας ευρύτερης ιστορίας που υπογραμμίζει τις προσπάθειες του Προέδρου Τραμπ να ικανοποιήσει την τουρκική κυβέρνηση με την εξαφάνιση των ερευνών σχετικά με την Halkbank, συμπεριλαμβανομένης μιας προσπάθειας lobbying από την Ballard Partners», έγραψε ο Γούαιντεν.

Ο James P. Rubin, επικεφαλής στην Ballard Partners και πρώην αξιωματούχος της κυβέρνησης Κλίντον, δήλωσε στο The Hill ότι δεν υπήρξε καμία επικοινωνία εκ μέρους της Halkbank, με το υπουργείο Δικαιοσύνης.