Στο ρυθμό των δασμών κινείται πλέον ο πλανήτης μετά τις ανακοινώσεις Τραμπ και όλοι επιχειρούν να σταθμίσουν το νέο σκηνικό που διαμορφώνεται για την παγκόσμια οικονομία.
Αρκετές κυβερνήσεις δηλώνουν έτοιμες να διαπραγματευτούν με τις ΗΠΑ, σύμφωνα με αξιωματούχους του Λευκού Οίκου, ενώ η Ε.Ε. δηλώνει ότι είναι πρόθυμη να συζητήσει, αλλά εξετάζει και την πιθανότητα αντιμέτρων.
Το ενδιαφέρον είναι ότι η Ε.Ε., αλλά και χώρες όπως το Μεξικό εξετάζουν αντίμετρα που θα «πονέσουν» περισσότερο πολιτείες των ΗΠΑ που οι Ρεπουμπλικανοί έχουν πολιτική υπεροχή και θεωρούνται κρίσιμες για τις ενδιάμεσες εκλογές, που θα γίνουν το 2026 για να ανανεωθούν τα 435 μέλη της Βουλής των Αντιπροσώπων και το ένα τρίτο των Γερουσιαστών.
Η πολιτική πίεση θεωρείται καθοριστική για την έκβαση της αμερικανικής πολιτικής των δασμών, καθώς πολλοί οικονομολόγοι και αξιωματούχοι προβλέπουν ότι το νέο εμπορικό καθεστώς θα προκαλέσει ύφεση στην αμερικανική οικονομία και μεγάλη επιβάρυνση στους Αμερικανούς καταναλωτές, που ίσως προκαλέσουν πολιτικό κόστος το οποίο θα οδηγήσει τον Τραμπ σε υπαναχώρηση.
Μέχρι τώρα ο ο Τραμπ έδειξε ότι δεν κάμπτεται από την κατάρρευση των χρηματιστηριακών δεικτών λόγω των δασμών, παρόλο που αρχικά κάποιοι αναλυτές υποστήριζαν ότι κάτι τέτοιο θα οδηγούσε τον πρόεδρο σε υπαναχώρηση.
Αντίθετα, ο ίδιος ο Τραμπ, μετά το χρηματιστηριακό σοκ την περασμένη εβδομάδα, κάλεσε τους Αμερικανούς να «κρατήσουν γερά» διότι επιχειρεί μια «οικονομική επανάσταση», αποδεχόμενος ότι θα υπάρξει κόστος και μάλιστα σημαντικό.
Ίσως μάλιστα το χρηματιστηριακό ξεφούσκωμα να εξυπηρετεί πολιτικά τον Τραμπ, καθώς πιθανώς να αφήνει περιθώρια για άνοδο στη συνέχεια, η οποία θα μπορούσε να εξυπηρετήσει πολιτικά τον Τραμπ ενόψει των ενδιάμεσων εκλογών.
Το ερώτημα είναι εάν ο Τραμπ θα αποδειχθεί το ίδιο αδιάφορος για το πολιτικό κόστος από τις συνέπειες στην πραγματική οικονομία, καθώς ο μέσος Αμερικανός θα κληθεί να πληρώσει από την τσέπη του το αυξημένο κόστος των εισαγόμενων προϊόντων και την οικονομική ύφεση η οποία θα προκύψει λόγω των δασμών και θα φέρει αύξηση της ανεργίας.
Το κόστος των δασμών θα πέσει στους Αμερικανούς πολίτες, οι οποίοι θα πρέπει να πληρώσουν περίπου 2,9 τρισεκατομμύρια δολάρια παραπάνω για τα εισαγόμενα αγαθά σε μια δεκαετία, σύμφωνα με το ανεξάρτητο ινστιτούτο Tax Foundation, τα οποία θα εισρεύσουν στα ταμεία του κράτους, για να μειωθεί το έλλειμμα του προϋπολογισμού που έχει εκτοξευθεί πάνω από το 6% του ΑΕΠ ετησίως.
Μεγάλη επιβάρυνση, όμως, θα έχουν και οι αμερικανικές εταιρείες, τις οποίες ο Τραμπ στην ουσία πιέζει να επαναφέρουν στις ΗΠΑ τα εργοστάσια που μετέφεραν στην Κίνα και άλλες χώρες τις τελευταίες δεκαετίες, για να εκμεταλλευτούν το φθηνό εργατικό κόστος.
Εάν οι αμερικανικές (αλλά και οι ευρωπαϊκές εταιρείες που εξάγουν στις ΗΠΑ) θέλουν να διατηρήσουν τα μερίδια αγοράς τους, θα πρέπει να απορροφήσουν το κόστος των δασμών κι αυτό θα οδηγήσει σε μείωση των περιθωρίων κέρδους.
Για την Apple, που έχει ένα από τα υψηλότερα καθαρά περιθώρια κέρδους, που πλησιάζει το 50%, τα στοιχεία είναι ενδεικτικά.
Το φθηνότερο Iphone θα φτάσει να πωλείται 1.142 δολάρια με τους δασμούς, από 799 δολάρια, ενώ το ακριβό μοντέλο θα φτάσει στα 2.300 δολάρια, από 1.599 δολάρια σήμερα, ήτοι μια αύξηση 43%, την οποία η Apple θα πρέπει σε κάποιο βαθμό να απορροφήσει σε βάρος των κερδών της.
Τέτοιοι υπολογισμοί βρίσκονται πίσω από χρηματιστηριακό ξεπούλημα των κολοσσών της Wall Street.
Και δεν είναι μόνο τα iphone, αλλά και όλα τα διαρκή και καταναλωτικά αγαθά όπως τα τρόφιμα και ο ρουχισμός, που αντιπροσωπεύουν το 30% των δαπανών των αμερικανικών νοικοκυριών, τα οποία θα πληγούν, σε διαφορετικό βαθμό, από τους υψηλότερους δασμούς.
Οι δασμοί Τραμπ είναι στην ουσία ένας φόρος στην κατανάλωση ο οποίος υπολογίζεται ότι θα φτάσει σε 1.900 δολάρια για κάθε νοικοκυριό στις ΗΠΑ το 2025.
Οι δασμοί Τραμπ θα αυξήσουν φέτος τα ομοσπονδιακά φορολογικά έσοδα κατά 258,4 δισεκατομμύρια δολάρια ή 0,85% του ΑΕΠ, καθιστώντας τους δασμούς τη μεγαλύτερη αύξηση φόρων από το 1982. Οι δασμοί του Τραμπ το 2025 είναι μεγαλύτεροι από τις φορολογικές αυξήσεις που θεσπίστηκαν υπό τους προέδρους Τζορτζ Μπους, Μπιλ Κλίντον και Μπαράκ Ομπάμα, όπως έγραψαν οι Financial Times.
Ο μέσος δασμολογικός συντελεστής για όλες τις εισαγωγές θα αυξηθεί στο 16%, από 2,5% στο οποίο βρισκόταν πριν τους δασμούς Τραμπ το 2024, που είναι το υψηλότερο μέσο ποσοστό από το 1937 και θα καταγραφεί μείωση των εισαγωγών κατά λίγο περισσότερο από 800 δισεκατομμύρια δολάρια το 2025, ή κατά 25%.
Διαβάστε ακόμη
Πώς τράπεζες και κεφαλαιαγορές θα κινητοποιήσουν πόρους €1 τρισ. για παραγωγικές επενδύσεις
Reuters: Αντίποινα της ΕΕ κατά των ΗΠΑ – Στο στόχαστρο μπέρμπον, κρασί και ηλεκτρικές σκούπες
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα
Σχολίασε εδώ
Για να σχολιάσεις, χρησιμοποίησε ένα ψευδώνυμο.