H σχέση του ανθρώπου με το κρέας δεν περιορίστηκε ποτέ στη διατροφή. Ήταν στοιχείο και αναγκαιότητας για επιβίωση. Πολλοί ερευνητές συμφωνούν ότι η πρόσβαση σε ζωική πρωτεΐνη και λίπος υπήρξε καθοριστική για την ενίσχυση της σωματικής αντοχής και τη σταδιακή ανάπτυξη της ανθρώπινης νόησης. Με άλλα λόγια, το κρέας δεν αποτέλεσε απλώς τροφή· ήταν μοχλός εξέλιξης.
Στον σημερινό κόσμο, παρά τις τεράστιες διαφορές πολιτισμών και γαστρονομικών παραδόσεων, ο άνθρωπος εξακολουθεί να καταναλώνει κρέας ποικίλης προέλευσης. Παρ’ όλα αυτά, το μεγαλύτερο μέρος της παγκόσμιας κατανάλωσης επικεντρώνεται σε τέσσερις βασικές κατηγορίες:
βοδινό, χοιρινό, πουλερικά και αιγοπρόβειο.
Κι όσο οι διατροφικές προτιμήσεις μεταβάλλονται, ένα στοιχείο παραμένει σταθερό: η συνολική ποσότητα κρέατος που καταναλώνει η ανθρωπότητα αυξάνεται με εντυπωσιακούς ρυθμούς.
Παγκόσμιες προτιμήσεις και ηγετικές χώρες
Αν εξετάσει κανείς τα στοιχεία κατανάλωσης ανά χώρα, διαπιστώνει χαρακτηριστικές διαφοροποιήσεις:
- Αργεντινή – Πρωταθλήτρια στο βοδινό, με 39,9 κιλά ανά κάτοικο.
- Ευρωπαϊκή Ένωση – Πρώτη στον κόσμο στο χοιρινό, με 35,5 κιλά ανά άτομο.
- Κίνα – Επίσης κυρίαρχη στο χοιρινό (30,4 κιλά).
- Ισραήλ – Ο απόλυτος πρωταγωνιστής στα πουλερικά, με 64,9 κιλά ανά κάτοικο.
- Καζακστάν – Ηγέτης στο αιγοπρόβειο, με 8,5 κιλά ανά κάτοικο.
Η κατανάλωση κρέατος επηρεάζεται από παραδόσεις, τιμές, διαθέσιμες πρώτες ύλες και περιβαλλοντικούς παράγοντες. Οι χώρες με ισχυρή κτηνοτροφική κουλτούρα παραμένουν υψηλά στη λίστα, ενώ άλλες επιλέγουν πιο οικονομικές ή ευέλικτες λύσεις όπως τα πουλερικά.
Η αύξηση του πληθυσμού, η άνοδος του βιοτικού επιπέδου και η βιομηχανοποίηση της παραγωγής διαμόρφωσαν ένα νέο τοπίο. Σύμφωνα με τον FAO:
- Από το 1990 έως το 2009, η συνολική κατανάλωση κρέατος αυξήθηκε κατά 60%.
- Η κατανάλωση ανά άτομο αυξήθηκε κατά 25%.
- Το 2025, η παγκόσμια αγορά κρέατος αγγίζει πλέον τα 453 εκατομμύρια τόνους, καταγράφοντας μια από τις μεγαλύτερες αυξήσεις στην ιστορία της.
Ωστόσο, πίσω από την άνοδο αυτή βρίσκεται και μια σκοτεινή πλευρά: η περιβαλλοντική επιβάρυνση. Η μαζική εκτροφή ζώων επιφέρει:
- εξάντληση υδάτινων πόρων,
- φθορά εδαφών λόγω υπερβόσκησης,
- εκπομπές αερίων θερμοκηπίου,
- υψηλές ανάγκες σε ενέργεια, καύσιμα και ζωοτροφές.
Η παραγωγή κρέατος βρίσκεται πλέον στο επίκεντρο της διεθνούς συζήτησης για το κλίμα, ωθώντας πολλές χώρες σε αναζήτηση πιο βιώσιμων μοντέλων παραγωγής.

Η ελληνική κοινωνία διατηρεί βαθιά γαστρονομική σχέση με το κρέας. Από το παραδοσιακό σουβλάκι μέχρι τις πασχαλινές σούβλες, το κρέας κατέχει πρωταγωνιστικό ρόλο στο τραπέζι.
Σύμφωνα με τα διαθέσιμα διεθνή στοιχεία, η Ελλάδα καταναλώνει περίπου 78,9 κιλά κρέας ανά κάτοικο ετησίως. Αυτό την κατατάσσει:
- ούτε στους υπερκαταναλωτές, όπως ΗΠΑ ή Αργεντινή,
- ούτε στους χαμηλής κατανάλωσης, όπως Ινδία ή Μπαγκλαντές. Βρίσκεται δηλαδή στη μεσαία προς υψηλή κατηγορία.
Σημαντικό στοιχείο είναι ότι η κατανάλωση στην Ελλάδα παραμένει σχεδόν σταθερή, παρά τις οικονομικές διακυμάνσεις της τελευταίας δεκαετίας.
Τι προτιμά ο Έλληνας καταναλωτής
Οι αριθμοί παρουσιάζουν μια σαφή εικόνα των προτιμήσεων:
Πουλερικά → 25 κιλά ανά άτομο
Χοιρινό → 22 κιλά
Μοσχάρι → 13,5 κιλά
Αιγοπρόβειο → 6 κιλά
Το κοτόπουλο προηγείται ξεκάθαρα, κυρίως λόγω της προσιτής τιμής του και της ευκολίας μαγειρέματος. Το χοιρινό εξακολουθεί να στηρίζει την ελληνική κουζίνα – από το σουβλάκι μέχρι το μπριάμ και τα χειμωνιάτικα μαγειρευτά. Το αιγοπρόβειο διατηρεί παραδοσιακό χαρακτήρα, με κορύφωση στις γιορτές και κυρίως το Πάσχα.
Η κτηνοτροφία στη χώρα μας χαρακτηρίζεται από μικρές οικογενειακές μονάδες. Αυτές συχνά παράγουν προϊόντα καλύτερης ποιότητας, με πιο φυσικές μεθόδους εκτροφής. Ωστόσο, αυτό το μοντέλο δεν επαρκεί για να καλύψει τη ζήτηση.
Η Ελλάδα εξακολουθεί να εξαρτάται από εισαγωγές, κυρίως:
- στο χοιρινό,
- στο μοσχαρίσιο,
- και δευτερευόντως στα πουλερικά.
Η αυξημένη εξάρτηση από εισαγωγές καθιστά την ελληνική αγορά ευάλωτη σε διεθνείς ανατιμήσεις και διαταραχές των εφοδιαστικών αλυσίδων.
Οι ευρωπαϊκές πολιτικές στοχεύουν σε μια πιο «πράσινη» αγροδιατροφική παραγωγή, κάτι που επηρεάζει άμεσα τον τρόπο με τον οποίο παράγεται το κρέας. Η παραγωγή στην Ελλάδα –αν και μικρής κλίμακας– επιβαρύνεται από:
- υψηλή κατανάλωση νερού,
- εκπομπές αερίων θερμοκηπίου,
- φθορά βοσκότοπων.
Καθώς η Ευρωπαϊκή Ένωση προωθεί μέτρα όπως η μείωση των εκπομπών, η ενίσχυση των βιολογικών μονάδων και η καλύτερη διαχείριση των φυσικών πόρων, η χώρα μας βρίσκεται μπροστά σε μια νέα πραγματικότητα. Η παραδοσιακή κτηνοτροφία πρέπει να προσαρμοστεί, χωρίς όμως να χαθεί η μοναδικότητά της.
Οι διεθνείς τάσεις συγκλίνουν προς ένα νέο μοντέλο διατροφής, όπου το κρέας παραμένει σημαντικό, αλλά όχι υπερκαταναλωτικό.
Τα κύρια στοιχεία αυτής της μετάβασης:
1. Λιγότερο κρέας, καλύτερης ποιότητας
Ο στόχος δεν είναι η κατάργηση του κρέατος, αλλά η μείωση της άσκοπης κατανάλωσης και η επιλογή υψηλής ποιότητας προϊόντων.
2. Άνοδος των φυτικών εναλλακτικών
Τα plant-based προϊόντα αυξάνονται παγκοσμίως, χωρίς ακόμη να απειλούν την παραδοσιακή ελληνική κουζίνα.
3. Επιστροφή στην αυθεντική μεσογειακή διατροφή
Ιστορικά, η ελληνική διατροφή δεν ήταν βασισμένη στο καθημερινό κρέας, αλλά στην ποικιλία λαχανικών, οσπρίων και ψαριών.
4. Ενίσχυση τοπικής παραγωγής
Για να μειωθεί η εξάρτηση από εισαγωγές, η Ελλάδα θα χρειαστεί να επενδύσει σε σύγχρονες υποδομές και τεχνικές εκτροφής.
Η Ελλάδα βρίσκεται σε ένα ενδιάμεσο σημείο: παραμένει πιστή στις παραδόσεις της, αλλά καλείται να προσαρμοστεί στις διεθνείς απαιτήσεις βιωσιμότητας.
Διαβάστε ακόμη
Επενδύσεις 2 δισ. ευρώ – Ξεκλειδώνει ο Αναπτυξιακός (πίνακας)
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα
Σχολίασε εδώ
Για να σχολιάσεις, χρησιμοποίησε ένα ψευδώνυμο.