Το παραδοσιακό δόγμα της παγκοσμιοποίησης αμφισβητεί στο βιβλίο του «Επανεφεύρεση των συνόρων» ο Στέφεν Μάου, καθηγητής Κοινωνιολογίας στο πανεπιστήμιο Χούμπολντ του Βερολίνου, εντοπίζοντας την σκοτεινή πλευρά του φαινομένου.

Όπως επισημαίνει ο καθηγητής, μιλώντας στη Γερμανική Ραδιοφωνία (DLF) «μέχρι σήμερα είχαμε το αφήγημα των ανοιχτών συνόρων, μας έλεγαν ότι με την παγκοσμιοποίηση τα εθνικά σύνορα αποκτούν όλο και λιγότερη σημασία. Η δική μου θέση- και αυτή πραγματεύομαι στο βιβλίο- είναι ότι, παράλληλα με το άνοιγμα των συνόρων που αδιαμφισβήτητα βλέπουμε σε κάποιον βαθμό, η παγκοσμιοποίηση πυροδοτεί και μία αντίθετη τάση. Κάποια σύνορα κλείνουν, νέα τείχη υψώνονται. Στην ουσία πρόκειται για μηχανισμούς επιλογής και διαχωρισμού ανάμεσα σε εκείνους που επιτρέπεται να περάσουν τα τείχη και σε εκείνους που μένουν πίσω».

Και οι δύο αυτές αντίρροπες τάσεις -το άνοιγμα και το κλείσιμο των συνόρων- παρατηρούνται ταυτόχρονα, υποστηρίζει ο Στέφεν Μάου. Μόνο που η κοινή γνώμη, κυνηγώντας το ευγενές όραμα των ανοιχτών συνόρων και των ανοιχτών οριζόντων, μαθαίνει ελάχιστα για την άλλη, πιο σκοτεινή πλευρά της παγκοσμιοποίησης. Ίσως γιατί θεωρεί αυτονόητο ότι αυτό που συμβαίνει στον στενό κύκλο των προνομιούχων Ευρωπαίων πολιτών, στο «κλειστό κλαμπ» της ζώνης Σένγκεν, μπορεί να συμβεί εξίσου και αλλού.

Οι Αφρικανοί ταξίδευαν πιο ελεύθερα πριν 30 χρόνια

Στην πραγματικότητα συμβαίνει το αντίθετο. «Θα έλεγα ότι η παγκοσμιοποίηση προκαλεί κινητικότητα, αλλά και ακινησία ταυτόχρονα». Εκτιμά ο γερμανός κοινωνιολόγος. «Πάρτε για παράδειγμα την ελεύθερη μετακίνηση για τουριστικούς σκοπούς. Στη δεκαετία του ’70 οι πολίτες πολλών αφρικανικών, αλλά και ευρωπαϊκών χωρών μπορούσαν να ταξιδέψουν στο εξωτερικό χωρίς βίζα, σε περισσότερες χώρες. Σήμερα δεν έχουν την ίδια ελευθερία. Οι περιορισμοί είναι περισσότεροι από εκείνους που προβλέπονταν πριν από 30, 40 χρόνια…»

Διαβάστε τη συνέχεια στην Deutsche Welle