«Τσουνάμι» οργής στις αμερικανικές πόλεις για πέμπτη συνεχόμενη ημέρα μετά τον φόνο του 46χρονου αφροαμερικανού Τζορτζ Φλόιντ κατά την προσαγωγή του από αστυνομικούς.

Διαδηλώσεις ξέσπασαν σε δεκάδες πόλεις, όπως Μινεάπολη, Λος Αντζελες, Νέα Υόρκη, Ουάσινγκτον, Ατλάντα, Σιάτλ, Μαϊάμι, Σικάγο, Φιλαδέλφεια…

Οι διαδηλώσεις με βασικό σύνθημα το «Δεν μπορώ να αναπνεύσω» –τα τελευταία λόγια του Φλόιντ όταν βρισκόταν ακινητοποιημένος στο έδαφος με το γόνατο ενός αστυνομικού στον λαιμό του–, ξεκίνησαν ειρηνικά, όμως στη συνέχεια ξέσπασαν επεισόδια με τους διαδηλωτές να κλείνουν δρόμους, να βάζουν φωτιές και να συγκρούονται με την αστυνομία, η οποία έκανε χρήση δακρυγόνων και πλαστικών σφαιρών για να αποκαταστήσει την τάξη.

Τη νύχτα του Σαββάτου, οι ταραχές συνεχίστηκαν και η αστυνομία έχει προχωρήσει σε σχεδόν 1.400 συλλήψεις σε 17 πόλεις από την Πέμπτη που ξεκίνησαν τα επεισόδια.

Οι δήμαρχοι επέβαλαν απαγόρευση κυκλοφορίας σε αρκετές μεγάλες πόλεις όπως σε Ατλάντα, Λος Αντζελες, Ντένβερ και Σιάτλ, αλλά οι συγκρούσεις έγιναν ακόμα πιο άγριες και βίαιες από τις προηγούμενες ημέρες.

Βίντεο που τραβήχτηκαν στη Νέα Υόρκη δείχνουν αστυνομικά τζιπ να πέφτουν πάνω σε οδοφράγματα πίσω από τα οποία ήταν εκατοντάδες διαδηλωτές.

Σε άλλο βίντεο στο Σολτ Λέικ φαίνονται αστυνομικοί να σπρώχνουν έναν ηλικιωμένο άνδρα με μπαστούνι, αναγκάζοντάς τον να πέσει στο έδαφος.

Ακόμα και εργαζόμενοι σε ΜΜΕ κατήγγειλαν χρήση υπερβολικής βίας από αστυνομικούς, όπως ότι χτυπήθηκαν από πλαστικές σφαίρες ή ότι τους έριξαν δακρυγόνα.

Δύο μέλη του τηλεοπτικού συνεργείου του Reuters τραυματίστηκαν από σφαίρες καλυμμένες από καουτσούκ στη Μινεάπολις χθες Σάββατο το βράδυ, την ώρα που κάλυπταν τις ταραχές.

Σύμφωνα με το βίντεο που τράβηξε ο εικονολήπτης Χούλιο- Σέζαρ Τσάβες, ένας αστυνομικός σημαδεύει απευθείας εναντίον του, την ώρα που η αστυνομία κάνει εκτεταμένη χρήση πλαστικών σφαιρών και δακρυγόνων για να διαλύσει τους διαδηλωτές.

“Ένας αστυνομικός τον οποίο τραβώ με την κάμερα στρέφεται προς το μέρος μου και με σημαδεύει με το όπλο του που ρίχνει πλαστικές σφαίρες”, δήλωσε ο Τσάβες.

Λίγα λεπτά αργότερα τόσο ο Τσάβες όσο και ο Ρόντνεϊ Σιούαρντ, σύμβουλος ασφαλείας του Reuters, τραυματίστηκαν από πλαστικές σφαίρες όταν βρίσκονταν σε ένα κοντινό βενζινάδικο όπου αναζήτησαν καταφύγιο .

Στο βίντεο που τράβηξε ο Τσάβες την ώρα που έτρεχαν για να βρουν ένα ασφαλές σημείο ακούγονται πυροβολισμοί και ο Σιούαρντ φωνάζει “με χτύπησαν στο πρόσωπο με πλαστική σφαίρα”.

Αργότερα φαίνεται ο Σιούαρντ να λαμβάνει τις πρώτες βοήθειες για ένα βαθύ τραύμα κάτω από το αριστερό του μάτι. Και οι δύο άνδρες φέρουν τραύματα στα χέρια τους, ενώ ο Τσάβες έχει χτυπηθεί και στον σβέρκο.

Οι δύο άνδρες ήταν ξεκάθαρο ότι ήταν δημοσιογράφοι: Ο Τσάβες κρατούσε κάμερα και φορούσε τη δημοσιογραφική του ταυτότητα στον λαιμό, ενώ ο Σιούαρντ φορούσε αλεξίσφαιρο γιλέκο με τη λέξη “Press” πάνω του.

Το θέαμα των διαδηλωτών που έχουν πλημμυρίσει τους δρόμους τροφοδότησε μια αίσθηση κρίσης που ολοένα και αυξάνει στις ΗΠΑ έπειτα από εβδομάδες lockdown λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού, εξαιτίας της οποίας εκατομμύρια άνθρωποι έχουν μείνει άνεργοι, με τις μειονότητες να πλήττονται περισσότερο.

Στην πρωτεύουσα Ουάσινγκτον εκατοντάδες διαδηλωτές συγκεντρώθηκαν κοντά στο υπουργείο Δικαιοσύνης φωνάζοντας «Οι ζωές των μαύρων μετρούν». Πολλοί στη συνέχεια κατευθύνθηκαν προς τον Λευκό Οίκο όπου ήρθαν αντιμέτωποι με την αστυνομία.

Ο ίδιος ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ είχε δηλώσει χθες ότι αν οι διαδηλωτές, που την προηγουμένη είχαν συγκεντρωθεί στην Λαφαγιέρ Σκουέρ απέναντι από τον Λευκό Οίκο, παραβίαζαν τον φράκτη, θα τους είχαν υποδεχθεί «τα αγριότερα σκυλιά και τα απειλητικότερα όπλα που έχει δει ποτέ».

Αργότερα, κατά την επίσκεψή του στο το Διαστημικό Κέντρο Κένεντι, στη Φλόριντα, ο Τραμπ επεσήμανε ότι: «Ο θάνατος του Τζορτζ Φλόιντ στους δρόμους της Μινεάπολiς είναι μεγάλη τραγωδία». Πρόσθεσε όμως ότι η μνήμη του Φλόιντ «ατιμάζεται από τους ταραχοποιούς, τους πλιατσικολόγους και τους αναρχικούς» και απηύθυνε έκκληση να υπάρξει «συμφιλίωση, όχι μίσος», και να αποδοθεί «δικαιοσύνη», αντί να επικρατεί «χάος».

Τα ξημερώματα του Σαββάτου ο Αμερικανός πρόεδρος επαίνεσε την Εθνοφρουρα για την παρέμβασή της παρατηρώντας ότι αυτό θα έπρεπε να είχε γίνει δύο ημέρες νωρίτερα.

Οι πλήρεις δυνάμεις της Εθνοφρουράς της Μινεσότα κινητοποιήθηκαν για πρώτη φορά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο έπειτα από τέσσερις νύκτες ταραχών στη Μινεάπολις, τη μεγαλύτερη πόλη της πολιτείας και στη γειτονική Σεντ Πολ.

Ο κυβερνήτης της Μινεσότα Τιμ Γουόλτς δήλωσε ότι η ανάπτυξη της Εθνοφρουράς είναι αναγκαία διότι ξένα στοιχεία εκμεταλλεύονται τις διαδηλώσεις για να σπείρουν το χάος και ότι περιμένει πως οι εκδηλώσεις διαμαρτυρίας του Σαββάτου θα είναι οι βιαιότερες μέχρι σήμερα.

Όταν του ζητήθηκε από τους δημοσιογράφους να δώσει διευκρινίσεις, δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει την σκέψη του.
Ο Αμερικανός υπουργός Δικαιοσύνης Ουίλιαμ Μπαρ κατηγόρησε επίσης «ομάδες εξωτερικών ακραίων στοιχείων και ταραξιών εκμεταλλεύονται την κατάσταση για να υπηρετήσουν την δική τους χωριστή και βίαιη ατζέντα».

Εθνική δυσαρέσκεια

Ακτιβιστές υπέρ των πολιτικών δικαιωμάτων εκτίμησαν ότι η σύλληψη και ο φόνος του Τζορτζ Φλόιντ από λευκούς αστυνομικούς πυροδότησε την οργή που υποβόσκει εδώ και καιρό στη Μινεάπολις και σε άλλες πόλεις των ΗΠΑ για τον ρατσισμό που επικρατεί στο σύστημα απόδοσης δικαιοσύνης.
Όμως οι ταραχές που εξαπλώθηκαν πάρα πολύ γρήγορα συμπίπτουν και με μια βαθιά αίσθηση δυσαρέσκειας για τις κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις τoυ covid-19.

Σε μια πρωτόγνωρη κίνηση το Πεντάγωνο έθεσε στρατιωτικές μονάδες σε ετοιμότητα τεσσάρων ωρών σε περίπτωση που ζητηθεί η συνδρομή τους από τον κυβερνήτη της Μινεσότα για την αντιμετώπιση των ταραχών.
Μονάδες της Εθνοφρουράς κινητοποιήθηκαν επίσης στο Οχάιο, το Μιζούρι, το Ουισκόνσιν και το Τενεσί.

Μη κατονομαζόμενος αμερικανός αξιωματούχος δήλωσε ότι ο στρατός έχει δώσει εντολή σε δυνάμεις της Στρατιωτικής Αστυνομίας να είναι έτοιμες να επέμβουν αν οι τοπικές αρχές χρειασθούν την βοήθειά τους.

«Εχουμε την δυνατότητα να αναπτύξουμε εκεί τον στρατό μας εκεί πολύ γρήγορα», εάν ζητηθεί η βοήθειά του, προειδοποίησε το απόγευμα ο Ντόναλντ Τραμπ.