Με 280 εργαζόμενους 25 και πλέον εθνικοτήτων σε 9 γραφεία ανά την υφήλιο, η εταιρεία από τον Γέρακα στοχεύει σε Λατινική Αμερική, Αφρική και Μέση Ανατολή

Κώστας Τσαούσης

Οσοι δραστηριοποιούνται στον τομέα των τεχνολογιών και σύσσωμη η ελληνική επιχειρηματικότητα γνωρίζουν το όνομα Upstream. Στην αγορά λέγεται ότι η Upstream είναι αυτή που εισήγαγε τον όρο start-up στην Ελλάδα, «καλλιεργώντας τo mentality της επιχειρηματικότητας», όπως αναφέρθηκε πρόσφατα στους «Financial Times».

Σ ήμερα αριθμεί 280 εργαζόμενους 25 και πλέον εθνικοτήτων σε 9 γραφεία ανά την υφήλιο. H πλειονότητα έχει έδρα την Αθήνα (Γέρακα), όπου βρίσκονται το Operations Center και ολόκληρο το R&D της εταιρείας, μια πολυμήχανη, νέα και με υψηλή ειδίκευση ομάδα μηχανικών, αναλυτών και digital marketeers που παίζουν στα δάχτυλα τις τελευταίες τεχνολογίες σε τομείς όπως το artificial intelligence και το machine learning.

Και δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά, όπως μου εξηγεί ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας, ο γαλλικής καταγωγής Guy Krief. Σε έναν κλάδο όπου οι εξελίξεις είναι πλέον ραγδαίες, μόνο η καινοτομία προσθέτει πόντους στο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. «Η καινοτομία είναι στο DNA της Upstream», αναφέρει ο επικεφαλής της εταιρείας. Ο Guy, όπως τον φωνάζουν όλοι στην Upstream, μας αναφέρει ότι το επίπεδο των ανθρώπων της εταιρείας είναι εξαιρετικά υψηλό. Ο ίδιος έχει πολυδιάστατη εμπειρία, που τον έχει φέρει από τη Γαλλία στην Ελλάδα, στη Νέα Υόρκη και πάλι στην Αθήνα. Με την Upstream τον συνδέουν ισχυροί δεσμοί, από το 2004, όταν ξεκίνησε στην εταιρεία στους τομείς Προϊόντων και Καινονοτομίας.

f1_sel16.jpg

Πελάτες της Upstream κατά την πορεία της μετά την ίδρυσή της, το 2001, από τους Μάρκο Βερέμη και Αλέξη Βρατσκίδη, γίνονται οι σημαντικότεροι πάροχοι κινητής τηλεφωνίας, εγχώριοι και μη. Η εταιρεία γίνεται ζωτικό κομμάτι του οικοσυστήματος της κινητής επικοινωνίας, σχεδιάζοντας ψηφιακές υπηρεσίες που δημιουργούν αξία για τις εταιρείες κινητής τηλεφωνίας.

Από το 2009 και μετά, η εταιρεία προσανατολίζεται στις χώρες του αναπτυσσόμενου κόσμου παρατηρώντας τις σημαντικές διαφορές με τις αγορές της Δύσης και τις ενισχυμένες ευκαιρίες. Στις χώρες του αναπτυσσόμενου κόσμου, όπου ρίχνει πλέον το βάρος η Upstream, οι καταναλωτές έχουν κυρίως συνδέσεις καρτοκινητής, οι υπηρεσίες δεδομένων είναι πανάκριβες και το Internet στο κινητό -αν και συχνά το μόνο διαθέσιμο Internet- είναι είδος πολυτελείας. Τα δύο τελευταία χρόνια, περνώντας μια περίοδο μετασχηματισμού, η εταιρεία υπό τον Krief, δεν μένει στάσιμη. Επανασχεδιάζει το επιχειρηματικό της μοντέλο, στοιχηματίζει σε νέες πρωτοποριακές τεχνολογίες και επενδύει σε ένα εντελώς νέο προϊοντικό χαρτοφυλάκιο που ξεχωρίζει από τον ανταγωνισμό. Και έχει ήδη ξεκινήσει να κερδίζει έδαφος.

H πλατφόρμα ψηφιακής ασφάλειας Secure-D φιλοξενείται συχνά με πηχυαίους τίτλους σε διεθνή μέσα ενημέρωσης όπως η «Wall Street Journal» και το BBC. Ασπίδα προστασίας από κάθε λογής κακόβουλα λογισμικά στο κινητό, η πλατφόρμα της Upstream έχει φέρει στο φως πολλαπλές και χτυπητές περιπτώσεις online διαφημιστικής απάτης από δημοφιλείς εφαρμογές, κυρίως Android, που κρύβουν πίσω τους malware που χρεώνουν τους χρήστες με υπέρογκα ποσά και υποκλέπτουν τα δεδομένα τους. Η τελευταία της έρευνα ξεσκέπασε την Android εφαρμογή Vidmate, με την οποία 500 εκατομμύρια χρήστες στον κόσμο κατεβάζουν βίντεο και μουσική στο κινητό. Πίσω από την εφαρμογή υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι βρίσκεται ο κινεζικός γίγαντας Alibaba, η έβδομη εταιρεία στον κόσμο το πρώτο τρίμηνο του 2019, από πλευράς κεφαλαιοποίησης.

Μέχρι σήμερα, στους μόλις 18 μήνες λειτουργίας της, η πλατφόρμα έχει επεξεργαστεί πάνω από 2 δισεκατομμύρια κινητές συναλλαγές και έχει εντοπίσει πάνω από 60.000 περιπτώσεις κακόβουλου λογισμικού που έχουν προσβάλει περισσότερα από 30 εκατομμύρια smartphones στον κόσμο. «Μέσω του Secure-D εντοπίζουμε περίπου 170 νέες κακόβουλες εφαρμογές κάθε μέρα. Πρόκειται για μια πραγματική επιδημία που εξαπλώνεται όσο το μερίδιο της online διαφήμισης μεγαλώνει», αναφέρει ο Krief, προσθέτοντας ότι η online διαφημιστική απάτη είναι μια αγορά -βιομηχανία τη χαρακτηρίζει- που ξεπερνά τα 40 δισ. δολάρια.

Το Zero-D, από την άλλη, είναι η πλατφόρμα της Upstream που προσφέρει στους χρήστες ελεύθερη πρόσβαση στο Διαδίκτυο όταν τα data τους έχουν εξαντληθεί. Η υπηρεσία είναι ήδη live σε Λατινική Αμερική και Αφρική στοχεύοντας σε 250 εκατομμύρια χρήστες κινητής τηλεφωνίας. Πρόσφατα η υπηρεσία λανσαρίστηκε στη Νότια Αφρική και εν συνεχεία στη Δημοκρατία του Κονγκό σε συνεργασία με τη Vodacom. Για τους χρήστες των αναπτυσόμενων χωρών που μένουν συχνά χωρίς data, και άρα πρόσβαση στο Διαδίκτυο, η δυνατότητα να πλοηγείσαι, να ενημερώνεσαι με ειδήσεις, να έχεις στη διάθεσή σου μηχανή αναζήτησης και βασική υπηρεσία chat δωρεάν είναι ανεκτίμητη.

Το όφελος για τις εταιρείες κινητής που προσφέρουν στους πελάτες τους την υπηρεσία είναι ότι απολαμβάνουν υψηλότερα ποσοστά loyalty και ενίσχυση εσόδων μέσα από τις δυνατότητες που προσφέρει η online διαφήμιση. Τα πρώτα αποτελέσματα είναι παραπάνω από ενθαρρυντικά. «Στόχος μας είναι σε κάθε χώρα που λανσάρουμε να βρισκόμαστε ανάμεσα στις δέκα κορυφαίες ιστοσελίδες από πλευράς επισκεψιμότητας», μας λέει ο Krief. Και μάλλον τα καταφέρνουν: το Zero-D στις αγορές της Νότιας Αφρικής και του Κονγκό είναι ήδη κοντά στην κορυφή των πιο δημοφιλών ιστοσελίδων σε κάθε χώρα ύστερα από μόλις λίγους μήνες λειτουργίας.

Πριν από δύο χρόνια δεν υπήρχε ούτε το Secure-D ούτε το Zero-D. Τώρα οι δύο αυτές υπηρεσίες αποτελούν το 50% των πωλήσεων της εταιρείας. «Στόχος μας είναι με τις τεχνολογίες μας να βοηθήσουμε την ανάπτυξη και πρόσβαση στο Mobile Internet σε όλο τον αναπτυσσόμενο κόσμο. Η δουλειά μας αγγίζει τη ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων, χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά», λέει ο κ. Krief.

Η Upstream απευθύνεται σήμερα σε 1,2 δισεκατομμύριο καταναλωτές, σε αγορές με πολύ μεγάλα περιθώρια ανάπτυξης, με το μέγεθος και την ωριμότητα ενός παίκτη που γνωρίζει πολύ καλά τις ψηφιακές τεχνολογίες και την αγορά των κινητών επικοινωνιών. Διατηρώντας σταθερά υψηλά τη δυνατότητα να παράγει καινοτομία και με την ίδια όρεξη όπως όταν πρωτοξεκίνησε, η εταιρεία αρνείται να δείξει σημάδια γήρανσης και δεν φοβάται να ρισκάρει. «Σαν start-up», όπως λέει ο επικεφαλής της.