«Η Ευρώπη δημιούργησε το 2008 μια μεταμοντέρνα εκδοχή της δεκαετίας του ’30». Με τα λόγια αυτά αρχίζει η συνέντευξη του Γιάνη Βαρουφάκη στον ιστότοπο του διεθνούς οικονομικού περιοδικού FORTUNE. Ο πρώην υπουργός Οικονομικών και υποψήφιος ευρωβουλευτής με το κόμμα DiEM25, το οποίο κατεβαίνει σε 8 ευρωπαϊκές χώρες, δεν χαρακτηρίζεται αδίκως από τους συναδέλφους του περιοδικού ως ριζοσπάστης. 

Η ιδέα του για το πως μπορεί να αξιοποιηθεί η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων που βρίσκεται στο Λουξεμβούργο και να ανατραπεί η εικόνα που προαναφέρει, είναι αρκετά προωθημένη.

Οπως λέει ο ίδιος «αν εκδόσουμε ομόλογα ύψους 500 δισ. ευρώ κάθε χρόνο για πέντε χρόνια, συγκεντρώνουμε όλα τα απαραίτητα κεφάλαια που απαιτούνται όχι μόνο να περάσουμε στην «πράσινη ανάπτυξη» και να εκτελέσουμε έργα υποδομής για τον μετασχηματισμό των οδικών και σιδηροδρομικών συγκοινωνιών σε πλήρων ηλεκτροδοτούμενες αλλά και ακόμα να καταπολεμήσουμε τη φτώχεια. Τα χρήματα αυτά είναι εύκολο να βρεθούν από αυτούς που τα διαθέτουν και δεν κάνουν τίποτα ή ακόμη ζημιώνουν, άθελά τους τον τομέα της οικονομίας». 

Ακόμη, εξέφρασε και ένα παράπονο, σχετικά με την παραχώρηση του ΟΛΠ στην Cosco. «Αντί η συμφωνία αυτή να βάλει στο πλαίσιό της και δημιουργία ελληνοκινεζικών  joint – ventures που να δραστηριοποιούνται στον τομέα της τεχνολογίας και στην κατασκευή κινητών τηλεφώνων και συνεργασία για την κατασκευή υπερ ταχείας σιδηροδρομικής συγκοινωνίας μεταξύ Ελλάδας – Γερμανίας, κάτι που χρειάζεται, απλά αποφασίσθηκε η παραχώρηση του λιμανιού και μετά από πιέσεις της Ε.Ε. η πώληση των σιδηροδρόμων στην Ιταλία».

«Το γεγονός ότι η Ευρώπη έχει μείνει πίσω στους τομείς εφαρμογών τεχνητής νοημοσύνης και του 5G στικς τηλεπικοινωνίες δείχνει, ακόμη περισσότερο, για ποιό λόγο χρειάζεται η προαναφερόμενη επένδυση των 500 δισ. ευρώ, ετησίως», καταλήγει ο Γιάνης Βαρουφάκης