Παράλληλα μπορούν να αποτελέσουν και μεγάλος μοχλός πίεσης της ΕΚΤ απέναντι στα κράτη των οποίων τα τραπεζικά συστήματα χρειάζονται αυτή την έκτακτη χρηματοδότηση, όπως εξάλλου έχει δείξει η ιστορία με τις περιπτώσεις της Κύπρου και της Ιρλανδίας.

Και αυτό καθώς μπορεί την ευθύνη για τον ELA να την έχουν οι εθνικές Κεντρικές Τράπεζες, αναλαμβάνοντας παράλληλα και το όποιο κόστος και κίνδυνο, όμως το ΔΣ της ΕΚΤ είναι αυτό που έχει την ευθύνη να θέσει περιορισμούς στη λειτουργία του προγράμματος εφόσον κρίνει ότι υπάρχει κίνδυνος στρέβλωσης στο Ευρωσύστημα και η βοήθεια ξεπερνά τα 2 δισ ευρώ. Αρκεί μάλιστα σύμφωνη γνώμη από τα δύο τρίτα του ΔΣ προκειμένου να ληφθεί απόφαση.

Κάπως έτσι, με την ευθεία απειλή διακοπής χρηματοδότησης του ELA, η Κεντρική Τράπεζα κατάφερε να εξαναγκάσει κατ’ ουσία την Κύπρο και την Ιρλανδία να δεχθούν τη συμφωνία για την τρόικα.

Ιρλανδία

Στην απόρρητη επιστολή του πρώην Προέδρου της ΕΚΤ Ζαν Κλοντ Γιούνγκερ προς τον τότε υπ. Οικονομικών της Ιρλανδίας Μάικλ Νούναν με ημερομηνία 19 Νοεμβρίου 2010, που δόθηκε στη δημοσιότητα πρόσφατα μετά από τις αποκαλύψεις του Ιρλανδικού Τύπου ο “εκβιασμός” φαίνεται ξεκάθαρα προκειμένου η χώρα να αιτηθεί και επισήμως βοήθεια: “μόνο εάν λάβουμε εγγράφως δεσμεύσεις της ιρλανδικής κυβέρνησης στα 4 κάτωθι ζητήματα θα επιτρέψουμε την περαιτέρω χρηματοδότηση των ιρλανδικών τραπεζών από τον ELA”, έγραφε ο κ. Τρισέ. Και ζητούσε απ’ τους Ιρλανδούς α) αίτηση για χρηματοδοτική διάσωση της χώρας απ’ το Eurogroup, β) δέσμευση για δομικές μεταρρυθμίσεις, δημοσιονομική προσαρμογή υπό την εποπτεία της τρόικα, γ) σχέδιο αναδιάρθρωσης του συνόλου του ιρλανδικού τραπεζικού συστήματος, και δ) την πλήρη εγγύηση απ’ το Ιρλανδικό Δημόσιο ότι τα Κεφάλαια που δόθηκαν μέσω του ELA στις τράπεζες θα επιστραφούν στο ακέραιο.