Τη συνεπή υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων ως τον μόνο δρόμο για την οριστική έξοδο της Ελλάδας από την κρίση υπογραμμίζει σε συνέντευξή του στην «Καθημερινή» ο κ. Μπενουά Κερέ, μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ. Ο κ. Κερέ σημειώνει ότι το ενδιαφέρον των επενδυτών για την Ελλάδα βασίζεται στην υπόθεση ότι οι μεταρρυθμίσεις θα συνεχιστούν, ενώ υπογραμμίζει τη μεγάλη πρόοδο που έχουν σημειώσει οι τράπεζες στην Ελλάδα.

– Επειτα από παρατεταμένη περίοδο αστάθειας και αβεβαιότητας, οι ελληνικές τράπεζες παρουσιάζουν ενδείξεις σταθεροποίησης. Ποια είναι η δική σας εκτίμηση;

– Ο ελληνικός τραπεζικός τομέας έχει σημειώσει μεγάλη πρόοδο τα τελευταία τέσσερα δύσκολα χρόνια. Ανασυγκροτήθηκε σε μεγάλο βαθμό, ενώ ανακεφαλαιοποιήθηκαν και οι τράπεζες. Οι ελληνικές τράπεζες δεν έχουν πλέον ανάγκη έκτακτης ενίσχυσης σε ρευστότητα (ELA), καθώς έχουν κατορθώσει να αποκτήσουν πρόσβαση στις διεθνείς αγορές. Οι ενδείξεις αυτές είναι ενθαρρυντικές. Τώρα αναμένουμε τα αποτελέσματα της συνολικής αξιολόγησης των τραπεζών που διενεργεί η ΕΚΤ, τα οποία θα είναι διαθέσιμα στα τέλη Οκτωβρίου. Μελλοντικά, η κυριότερη πρόκληση που θα πρέπει να αντιμετωπιστεί είναι το υψηλό ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Η Τράπεζα της Ελλάδος έχει ήδη ανακοινώσει διάφορες πρωτοβουλίες για το ζήτημα αυτό. Η αλλαγή της νοοτροπίας ορισμένων οφειλετών οι οποίοι, αν και έχουν τη δυνατότητα, δεν εξυπηρετούν τις υποχρεώσεις τους είναι απαραίτητη για την αντιμετώπιση του προβλήματος.

– Μέχρι πρόσφατα η Ελλάδα ήταν αποκλειστικά εξαρτημένη από τη χρηματοδοτική στήριξη του δημόσιου τομέα, καθώς δεν είχε πρόσβαση στις αγορές. Ωστόσο, η Ελλάδα προχώρησε ήδη σε κάποιες ομολογιακές εκδόσεις και οι τράπεζες σε αυξήσεις κεφαλαίου. Πόσο αλλάζει αυτό τα δεδομένα; Μπορεί να βοηθήσει στην ταχύτερη έξοδο της Ελλάδας από την κρίση;

– Η βελτίωση των συνθηκών χρηματοδότησης για την Ελλάδα και τις ελληνικές τράπεζες είναι ενθαρρυντική. Ωστόσο, η μετάβαση προς μια ομαλή και τακτική πρόσβαση στις κεφαλαιαγορές θα είναι μακρόχρονη. Οι θετικές εκτιμήσεις των επενδυτών βασίζονται σήμερα στην υπόθεση ότι οι μεταρρυθμίσεις θα συνεχιστούν. Οι ελληνικές αρχές οφείλουν επομένως να συνεχίσουν με αποφασιστικότητα τις μεταρρυθμιστικές τους προσπάθειες.

– Τι άλλο θα πρέπει να κάνει η Ελλάδα για να πετύχει την οριστική έξοδό της από την κρίση;

– Οι σημαντικές προσαρμογές που έχουν επιτευχθεί μέχρι σήμερα στο πλαίσιο του προγράμματος μακροοικονομικής προσαρμογής έχουν επιτρέψει στην ελληνική οικονομία να εισέλθει σε μια νέα φάση, να μεταβεί, δηλαδή, από τη σταθεροποίηση στην ανάκαμψη. Επί του παρόντος είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ότι η χώρα θα παραμείνει προσηλωμένη στην υλοποίηση μεταρρυθμίσεων, με σκοπό να μειωθεί η ανεργία και να επιτευχθεί διατηρήσιμη ανάπτυξη βασιζόμενη σε υγιή δημόσια οικονομικά, εξελίξεις που θα οδηγήσουν στη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης όλων των πολιτών. Αυτό περιλαμβάνει μεταξύ άλλων την επίτευξη των φιλόδοξων δημοσιονομικών στόχων που έχουν τεθεί. Θα ήθελα να τονίσω ότι το άνοιγμα και η απελευθέρωση των αγορών προϊόντων και υπηρεσιών, καθώς και η αποτελεσματικότερη καταπολέμηση των αδικαιολόγητων προνομίων, της φοροδιαφυγής και της διαφθοράς, έχουν καθοριστική σημασία για την ενδυνάμωση της κοινωνικής δικαιοσύνης και τη μείωση της ανεργίας.

– Αυτή τη στιγμή το ΤΧΣ διαθέτει ένα κεφαλαιακό απόθεμα 11 δισ. ευρώ. Θα μπορούσε ένα μέρος ή και το σύνολο να χρησιμοποιηθεί μελλοντικά για την κάλυψη του χρηματοδοτικού κενού;

– Το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) ιδρύθηκε ως μηχανισμός κεφαλαιακής ενίσχυσης του τραπεζικού συστήματος. Τα διαθέσιμα κεφάλαια του ΤΧΣ είχαν σημαντική συμβολή στη στήριξη της εμπιστοσύνης των καταθετών κατά την περίοδο κορύφωσης της κρίσης. Στο μέλλον, είναι σημαντικό να λαμβάνεται υπόψη ο αποφασιστικός ρόλος των αδιάθετων κεφαλαίων του ΤΧΣ, ενώ εναπόκειται στους ειδικούς να εκτιμήσουν ποιο είναι το ύψος των αναγκαίων διαθέσιμων κεφαλαίων του ΤΧΣ. Αυτή η εκτίμηση θα μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο μετά την ολοκλήρωση της συνολικής αξιολόγησης των ελληνικών τραπεζών.

Απαλλαγή από το χρέος κυρίως με ανάπτυξη

– Μετά τη σημαντική δημοσιονομική προσαρμογή που πέτυχαν οι χώρες του Νότου, δεν είναι καιρός να δοθεί μεγαλύτερο βάρος στην ανάπτυξη;

– Η λύση για την έξοδο της Ζώνης του Ευρώ από την κρίση δεν είναι η συσσώρευση νέου χρέους πάνω στο παλιό: ο βασικός παράγοντας που θα βοηθήσει τη Ζώνη του Ευρώ να απαλλαγεί από το χρέος είναι η ανάπτυξη. Με άλλα λόγια, η ενίσχυση του μακροχρόνιου δυνητικού ρυθμού ανάπτυξης των οικονομιών μας. Αυτό απαιτεί τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων στις επιμέρους χώρες και την περαιτέρω ενίσχυση του πλαισίου διακυβέρνησης της Ζώνης του Ευρώ ούτως ώστε να είναι δυνατή μια συλλογική προσέγγιση της οικονομικής μεταρρύθμισης. Οι χώρες που υπάγονται σε προγράμματα, όπως η Ελλάδα, έχουν καταβάλει αξιοσημείωτες προσπάθειες προς αυτήν την κατεύθυνση, αλλά οι μεταρρυθμίσεις στις μεγαλύτερες χώρες είναι ακόμη σημαντικότερες για το οικονομικό μέλλον της περιφέρειας.

– Αρκούν τα μέτρα που ανακοίνωσε πρόσφατα η ΕΚΤ για την αναζωογόνηση της οικονομίας της Ευρωζώνης;

– Η διατήρηση των επιτοκίων σε χαμηλά επίπεδα για παρατεταμένη χρονική περίοδο θα βοηθήσει τις οικονομίες να επανέλθουν εντός τροχιάς, ενώ οι στοχευμένες πράξεις πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης που θα ξεκινήσουν τον Σεπτέμβριο θα στηρίξουν τα τραπεζικά δάνεια προς τα νοικοκυριά και τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις. Βέβαια, τα μέτρα που λαμβάνουμε δεν αποτελούν πανάκεια. Εξαλείφουμε κάποια από τα εμπόδια που παρουσιάζονται στην πορεία προς την ανάκαμψη, αλλά η νομισματική πολιτική δεν μπορεί να βελτιώσει την παραγωγικότητα και τη μακροχρόνια ανάπτυξη. Για να γίνει αυτό, πρέπει και οι ίδιες οι χώρες να επιθυμούν να αντικαταστήσουν τις μη αποδοτικές δομές και τα πεπαλαιωμένα μοντέλα. Θα ήθελα να επισημάνω επίσης ότι τέτοιες κινήσεις δεν αντιβαίνουν προς το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο. Αντιθέτως, οι μεταρρυθμίσεις είναι αναγκαίες για τη διατήρηση του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου, το οποίο σε πολλές χώρες είχε καταστεί μη βιώσιμο από οικονομικής απόψεως.

– Αν τα πρόσφατα μέτρα δεν αποδώσουν, ποιες είναι οι εναλλακτικές επιλογές;

– Το Δ.Σ. της ΕΚΤ αναλαμβάνει ομόφωνα τη δέσμευση να χρησιμοποιήσει και μη συμβατικά μέσα πολιτικής στο πλαίσιο της αποστολής του, εφόσον κριθεί απαραίτητο. Ομως το επίκεντρό μας σήμερα είναι να εφαρμόσουμε τα μέτρα που ανακοινώσαμε τον Ιούνιο και να τα αφήσουμε σταδιακά να ασκήσουν τις επιδράσεις τους στην οικονομία.

– Τι συζητήσατε κατά τη συνάντησή σας με τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, κ. Τσίπρα;

– Είναι σημαντικό για την ΕΚΤ να βρίσκεται σε διάλογο με τις πολιτικές δυνάμεις σε όλες τις χώρες, χωρίς βέβαια να θίγεται η ανεξαρτησία της. Στην προκειμένη περίπτωση συζητήσαμε την κατάσταση και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Επειδή όμως επρόκειτο για ιδιωτική συνάντηση, δεν νομίζω ότι θα ήταν σωστό να σχολιάσω τα λεγόμενα του κ. Τσίπρα.

Τι σημαίνει η τραπεζική ένωση για τη χώρα

– Πολλοί ανησυχούν ότι η άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων (stress test) που διενεργούν η ΕΚΤ και η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών μπορεί να πυροδοτήσει ένα νέο κύκλο αβεβαιότητας. Ποιες είναι οι εκτιμήσεις σας για τα αποτελέσματα της άσκησης αυτής;

– Δεν είναι πρόσφορο να κάνουμε εικασίες για τα αποτελέσματα της άσκησης όσο αυτή βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη. Οπως προανέφερα, τα αποτελέσματα του ελέγχου της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού που διενεργεί η ΕΚΤ μαζί με τα αποτελέσματα της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων που διενεργεί η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών θα δημοσιευθούν το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Οκτωβρίου. Η συνολική αξιολόγηση θα ενισχύσει σημαντικά και ομοιόμορφα τη διαφάνεια ως προς την ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού των τραπεζών στις διάφορες χώρες. Συνεπώς, θα συμβάλει ουσιαστικά στον περιορισμό της αβεβαιότητας των αγορών σχετικά με την ευρωστία των τραπεζών.

– Τι σημαίνει η τραπεζική ένωση για τους Ευρωπαίους πολίτες και για το τραπεζικό σύστημα; Θα είναι ουσιαστική η τραπεζική ένωση, όπως θα επιτευχθεί με όλες τις σχεδιαζόμενες αλλαγές;

– Σκοπός της τραπεζικής ένωσης είναι να αντιμετωπίσει ορισμένα από τα κυριότερα αίτια της χρηματοπιστωτικής κρίσης, όπως η ελλιπής επίβλεψη ορισμένων τραπεζών και ο σύνδεσμος μεταξύ τραπεζών και κράτους, παράγοντες οι οποίοι επέτειναν την κρίση. Με τη δημιουργία ίσων όρων ανταγωνισμού και τη διασφάλιση ότι ο έλεγχος των τραπεζών δεν θα επηρεάζεται από εγχώριες σκοπιμότητες, η τραπεζική ένωση θα οδηγήσει σε ένα ανθεκτικότερο και αποδοτικότερο τραπεζικό σύστημα. Αυτό με τη σειρά του θα ωφελήσει την οικονομία και, κατ’ επέκταση, κάθε Ευρωπαίο πολίτη. Επίσης, θα συμβάλει ούτως ώστε οι επιδράσεις των χαμηλών επιτοκίων της ΕΚΤ να μεταδοθούν προς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Τέλος, η τραπεζική ένωση θα διαθέτει νέους κανόνες για τη διαχείριση τραπεζικών κρίσεων, οι οποίοι θα εξασφαλίζουν ότι οι πρώτοι που θα πληρώνουν τα σφάλματα των τραπεζών θα είναι οι επενδυτές και τελευταίοι οι φορολογούμενοι.

– Ειδικότερα για χώρες όπως η Ελλάδα, τι σημαίνει η τραπεζική ένωση για τις τράπεζες και τις επιχειρήσεις;

– Από τη στιγμή που θα αντιμετωπιστεί ο κατακερματισμός του τραπεζικού συστήματος της Ζώνης του Ευρώ, είναι σαφές ότι τα επιτόκια θα διαμορφωθούν σε πιο ομοιόμορφα επίπεδα σε ολόκληρη την Ευρωζώνη. Επομένως, θα μειωθεί το κόστος του χρήματος για τις ελληνικές επιχειρήσεις και θα υπάρχουν μεγαλύτερα περιθώρια για επενδύσεις και νέες επιχειρηματικές πρωτοβουλίες. Αυτό με τη σειρά του θα συμβάλει στη μείωση της ανεργίας. Βέβαια, δεν θέλω να πω ότι τα επιτόκια πρέπει να είναι ίδια σε ολόκληρη τη Ζώνη του Ευρώ. Αυτή ήταν η κατάσταση που επικρατούσε πριν από την κρίση και οδήγησε σε απερίσκεπτες επενδυτικές αποφάσεις.

– Η ελληνική κρίση δοκίμασε την ανθεκτικότητα και τη συνοχή της Ζώνης του Ευρώ. Πιστεύετε ότι η κρίση του ευρώ έχει πια ξεπεραστεί;

– Η κατάσταση στις χρηματοπιστωτικές αγορές έχει βελτιωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Τα ασφάλιστρα κινδύνου επί των κρατικών ομολόγων των χωρών που αντιμετωπίζουν δυσχέρειες έχουν υποχωρήσει σημαντικά την τελευταία διετία. Αυτό οφείλεται κυρίως στην πρόοδο της οικονομικής προσαρμογής, ιδίως στις χώρες που υπάγονται σε αντίστοιχο πρόγραμμα, καθώς και στην ενίσχυση των ευρωπαϊκών μηχανισμών για την πρόληψη και τη διαχείριση κρίσεων. Από αυτήν την άποψη, οι αποφάσεις για τη θέσπιση ουσιαστικής τραπεζικής ένωσης ήταν καθοριστικής σημασίας. Χάρη στις αποφασιστικές ενέργειες των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων, οι εκτιμήσεις που διατυπώνονταν για ενδεχόμενη διάλυση της Ευρωζώνης έχουν εξαλειφθεί, οπότε υπ’ αυτήν την έννοια η κρίση του ευρώ έχει σίγουρα παρέλθει. Ωστόσο, σε καμία περίπτωση δεν δικαιολογείται ο εφησυχασμός. Η Ζώνη του Ευρώ έχει πλέον ξεπεράσει τη χρηματοπιστωτική κρίση, αλλά το χρέος –τόσο το δημόσιο όσο και το ιδιωτικό– είναι πολύ υψηλό, ο ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης πολύ χαμηλός και το επίπεδο της ανεργίας, ιδίως στους νέους, απαράδεκτο. Η κατάσταση αυτή απαιτεί την ανάληψη αποφασιστικής δράσης.