Τους τελευταίους μήνες, οι εφαρμογές διατροφής, οι διατροφολόγοι και πλήθος influencers παγκοσμίως προωθούν έντονα την ανάγκη αύξησης της πρόσληψης πρωτεϊνών για μια «πιο ισορροπημένη» και «υγιεινή» διατροφή. Η σύσταση αυτή μετατράπηκε σε παγκόσμια τάση, με εκατομμύρια ανθρώπους να προσπαθούν να καταναλώνουν περισσότερη πρωτεΐνη χωρίς να αυξάνουν τις ημερήσιες θερμίδες τους.
Η εμμονή αυτή δημιούργησε μια τεράστια αγορά τροφίμων υψηλής περιεκτικότητας σε πρωτεΐνη, η οποία αναπτύσσεται ραγδαία παρά τις αυξημένες τιμές. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, μεταξύ Μαρτίου 2024 και Μαρτίου 2025, οι πωλήσεις τέτοιων προϊόντων αυξήθηκαν κατά 4,8% σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά, σύμφωνα με στοιχεία της αγοράς.
Η βιομηχανία των δισεκατομμυρίων και η ανατροπή στα φυτικά προϊόντα
Το υπουργείο Γεωργίας των ΗΠΑ κατέγραψε το 2024 την πρώτη αύξηση στην κατανάλωση γάλακτος από το 2009, αποδίδοντάς την στη νέα αυτή διατροφική τάση. Η βιομηχανία πρωτεϊνών αποτιμάται πλέον σε δισεκατομμύρια δολάρια και εξακολουθεί να επεκτείνεται.
Παρότι τα παραδοσιακά γαλακτοκομικά προϊόντα κερδίζουν έδαφος, τα φυτικά υποκατάστατά τους, όπως το γάλα αμυγδάλου, παρουσιάζουν πτώση πωλήσεων και απώλεια μεριδίου αγοράς. Για να ανακάμψουν, οι παραγωγοί φυτικών γαλάτων επικεντρώνονται τώρα στην πρωτεϊνική αξία των προϊόντων τους, διαφημίζοντας τη υψηλή περιεκτικότητα σε φυτική πρωτεΐνη.
Τι λένε οι ειδικοί
Πολλοί διατροφολόγοι ωστόσο εκφράζουν σκεπτικισμό. Υποστηρίζουν ότι στις Δυτικές κοινωνίες η πρόσληψη πρωτεΐνης είναι ήδη υπεραρκετή και ότι μόνο συγκεκριμένες ομάδες — όπως ηλικιωμένοι, υποσιτισμένα άτομα, γυναίκες σε εμμηνόπαυση ή ασθενείς με χρόνιες φλεγμονές — χρειάζονται επιπλέον πρωτεΐνη.
Παράλληλα, προειδοποιούν ότι η υψηλή περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη δεν σημαίνει απαραίτητα ότι ένα προϊόν είναι υγιεινό, καθώς συχνά συνοδεύεται από υψηλά ποσοστά ζάχαρης ή κορεσμένων λιπαρών.
Οι εταιρείες τροφίμων, προσαρμοζόμενες στη ζήτηση, λανσάρουν συνεχώς νέα πρωτεϊνικά προϊόντα, ενώ παράλληλα αναδύεται μια νέα τάση: τα περιβαλλοντικά φιλικά τρόφιμα. Αυτά παράγονται με βιώσιμες μεθόδους που μειώνουν τις εκπομπές μεθανίου και το περιβαλλοντικό αποτύπωμα.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα vegan γάλατα, που δεν προέρχονται από αγελάδες. Αντίθετα, προϊόντα όπως το γάλα σόγιας, παρότι είναι οικονομικά και πλούσια σε πρωτεΐνη, σημειώνουν πτώση πωλήσεων — μια αντίφαση που αποδίδεται εν μέρει στις τάσεις των social media, όπου άλλα προϊόντα προωθούνται πιο επιθετικά.
Παρά τις επιφυλάξεις των ειδικών, η πρωτεϊνική “έκρηξη” παραμένει εξαιρετικά κερδοφόρα. Η αγορά συνεχίζει να επεκτείνεται, αποδεικνύοντας ότι η προσοχή στην πρωτεΐνη — είτε πράγματι ωφελεί την υγεία είτε όχι — αποτελεί μια από τις πιο επικερδείς τάσεις της παγκόσμιας διατροφικής βιομηχανίας.
Διαβάστε ακόμη
Η κούρσα των κολοσσών: Οι δύο εταιρείες που κατέχουν το 100% των πιο προηγμένων chips του κόσμου
Σε νέο κύκλο εισέρχεται η αγορά ακινήτων σύμφωνα με τους αναλυτές
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα
Σχολίασε εδώ
Για να σχολιάσεις, χρησιμοποίησε ένα ψευδώνυμο.