Αν έχεις ψωνίσει online τα τελευταία χρόνια, πιθανότατα έχεις δει το κουμπί της Klarna να σου κλείνει… το μάτι! «Αγόρασε τώρα, πλήρωσε αργότερα», με δόσεις χωρίς τόκο, σε μια διαδικασία που μοιάζει πιο απλή κι από το να βάλεις ένα προϊόν στο καλάθι. Για εκατομμύρια καταναλωτές παγκοσμίως, η Klarna έγινε μέρος της καθημερινής εμπειρίας shopping, ένα μικρό εργαλείο ευκολίας που όμως έκρυβε πίσω του μια από τις πιο εντυπωσιακές ιστορίες ευρωπαϊκής fintech επιχειρηματικότητας. Και τώρα, έπειτα από χρόνια ανόδου, πτώσης και αμφισβήτησης, η Klarna φτάνει στη μεγάλη της στιγμή: την πολυαναμενόμενη είσοδο στο χρηματιστήριο.
Η σουηδική εταιρεία fintech, που ιδρύθηκε το 2005 στη Στοκχόλμη από τρεις νεαρούς φίλους, τον Σεμπάστιαν Σιεμιατκόβσκι, τον Νίκλας Ανταλμπερθ και τον Βίκτορ Γιάκομπσον, ξεκίνησε με μια απλή ιδέα: να κάνει τις διαδικτυακές πληρωμές πιο εύκολες και πιο ευέλικτες. Στην αρχή αντιμετωπίστηκε με σκεπτικισμό. Όμως μέσα σε λιγότερο από δύο δεκαετίες, η Klarna εξελίχθηκε σε έναν από τους μεγαλύτερους παρόχους υπηρεσιών «Buy Now, Pay Later» (BNPL), φτάνοντας να συνεργάζεται με πάνω από 500.000 εμπόρους σε όλο τον κόσμο και να εξυπηρετεί περισσότερους από 150 εκατομμύρια καταναλωτές. Στην πορεία, η αποτίμησή της εκτινάχθηκε σε ύψη που θα ζήλευαν κολοσσοί, ξεπερνώντας τα 46 δισ. δολάρια το 2021, στο απόγειο του καταναλωτικού πυρετού που δημιούργησε η πανδημία.

Από τότε όμως κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι. Καθώς η καταναλωτική ζήτηση υποχώρησε και οι αγορές έγιναν πιο επιφυλακτικές, η Klarna βρέθηκε σε δυσχερή θέση. Η αξία της κατέρρευσε, ενώ οι επενδυτές άρχισαν να αμφισβητούν τη βιωσιμότητα του μοντέλου BNPL. Παρ’ όλα αυτά, η εταιρεία επέμεινε: μείωσε κόστος, αναδιοργάνωσε τη στρατηγική της και έβαλε φρένο στις ζημίες. Σήμερα, φτάνει στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης με δημόσια προσφορά 34 εκατομμυρίων μετοχών, στην τιμή των 40 δολαρίων η καθεμία, επιδιώκοντας αποτίμηση γύρω στα 15 δισ. δολάρια. Είναι μια αξιοσημείωτη πτώση από τα ιστορικά υψηλά, αλλά ταυτόχρονα και μια στιγμή «ωρίμανσης» για τη σουηδική fintech.
Για επενδυτές όπως ο Ματίας Λιούνγκμαν, συνιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της Moonfire, που είχε στηρίξει την Klarna από τα πρώτα της βήματα, η πορεία αυτή μοιάζει με δικαίωση. «Αυτό που με τράβηξε από την αρχή ήταν οι ιδρυτές», θυμάται, μιλώντας στη Fast Company. «Ο Σεμπάστιαν είχε όλα όσα χρειάζονται – πάθος, επιμονή, προσήλωση στο όραμα. Μαζί με τους υπόλοιπους συνιδρυτές είχαν τη στόφα να αλλάξουν μια ολόκληρη αγορά». Όπως εξηγεί, η Klarna δεν προσπάθησε να «ανταγωνιστεί» τις Visa και Mastercard στις δικές τους ράγες, αλλά να δημιουργήσει νέες – ένα παράλληλο δίκτυο που θα διευκόλυνε το ηλεκτρονικό εμπόριο και θα έδινε στους εμπόρους εργαλεία για να κατανοούν καλύτερα τη συμπεριφορά των πελατών τους.
Το μοντέλο αυτό λειτούργησε εντυπωσιακά για χρόνια, ιδίως σε αγορές όπως η Ευρώπη και η Βόρεια Αμερική. Οι καταναλωτές είδαν στην Klarna έναν τρόπο να αποκτούν άμεσα προϊόντα χωρίς να «πνίγονται» από το κόστος, ενώ οι έμποροι διαπίστωσαν αύξηση των πωλήσεων και καλύτερα περιθώρια. Όμως η εκτόξευση συνοδεύτηκε από υπερβολές. Η «φούσκα» του BNPL τροφοδοτήθηκε από φθηνό χρήμα, υπεραισιόδοξες αποτιμήσεις και μια αίσθηση ότι το μοντέλο θα μπορούσε να ξεπεράσει κάθε όριο. Το 2022 και το 2023, οι πρώτες ρωγμές έγιναν εμφανείς: ρυθμιστικές αρχές σε Ευρώπη και ΗΠΑ άρχισαν να ανησυχούν για την υπερχρέωση καταναλωτών, ενώ οι ίδιες οι εταιρείες δυσκολεύονταν να ισορροπήσουν τα χαμηλά έσοδα από προμήθειες με τα αυξανόμενα κόστη.
Η Klarna αναγκάστηκε να περικόψει θέσεις εργασίας, να περιορίσει την εξάπλωσή της και να επικεντρωθεί στη σταθερότητα. Και τώρα, με την IPO, θέλει να αποδείξει ότι μπορεί να σταθεί σε ένα πιο ρεαλιστικό επίπεδο, χωρίς τις υπερβολές του παρελθόντος. «Το πάρτι τελείωσε», σχολίασε πρόσφατα ένας αναλυτής, «αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι το BNPL δεν έχει θέση. Αντιθέτως, έχει πια την ευκαιρία να ενσωματωθεί πιο ώριμα στο χρηματοπιστωτικό οικοσύστημα».

Η δημόσια προσφορά της Klarna δεν είναι απλώς ένα γεγονός για την εταιρεία. Είναι μια στιγμή-τεστ για ολόκληρη την ευρωπαϊκή fintech βιομηχανία, που ψάχνει επιτυχίες στο διεθνές χρηματιστήριο. Για την Ευρώπη, η Klarna είναι ίσως το πιο αναγνωρίσιμο success story στον χώρο, δίπλα σε ονόματα όπως η Revolut και η Adyen. Η επιτυχία – ή αποτυχία – της IPO θα λειτουργήσει σαν βαρόμετρο για το αν οι ευρωπαϊκές fintech μπορούν να παίξουν στο ίδιο γήπεδο με τους αμερικανικούς γίγαντες.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Οι προκλήσεις βέβαια είναι τεράστιες. Στις ΗΠΑ, που αποτελούν τη μεγαλύτερη μελλοντική αγορά της Klarna, η εταιρεία θα βρεθεί αντιμέτωπη με σκληρό ανταγωνισμό από ονόματα όπως η Affirm αλλά και από παραδοσιακές τράπεζες που πλέον προσφέρουν δικά τους προϊόντα BNPL. Παράλληλα, το ρυθμιστικό περιβάλλον γίνεται όλο και πιο αυστηρό: τόσο η Ομοσπονδιακή Επιτροπή Καταναλωτικής Προστασίας (FTC) όσο και η Τράπεζα της Αγγλίας έχουν επισημάνει τους κινδύνους για τους καταναλωτές. Η Klarna πρέπει να δείξει ότι μπορεί να αναπτυχθεί χωρίς να αναπαράγει τα λάθη του πιστωτικού παρελθόντος.
Από την άλλη πλευρά, η δυναμική υπάρχει. Η Klarna παραμένει ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα brands στον χώρο των πληρωμών, με ισχυρή παρουσία στην Ευρώπη, στην Αυστραλία και σε μέρη της Αμερικής. Η ικανότητά της να συνδυάζει χρηματοοικονομικές υπηρεσίες με εμπειρία shopping – ουσιαστικά να είναι και τράπεζα και lifestyle app – της δίνει ένα πλεονέκτημα που λίγοι ανταγωνιστές μπορούν να προσφέρουν. Όπως λέει ο Λιούνγκμαν, «η Klarna έχει γίνει μια μηχανή απόδοσης για τους εμπόρους. Είναι σαν να μετατρέπει κάθε συναλλαγή σε ευκαιρία για περισσότερη πώληση».
Η χρονική στιγμή επίσης φαίνεται κατάλληλη. Μετά τις αναταράξεις των προηγούμενων ετών, οι αγορές δείχνουν ξανά διάθεση για τεχνολογικές IPO. Ο Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος με τους δασμούς του είχε προκαλέσει καθυστερήσεις σε αρκετά σχέδια, έχει πλέον δώσει σαφή σήματα για στήριξη της τεχνολογικής βιομηχανίας. Άλλες εταιρείες όπως η Circle και η Figma μπήκαν πρόσφατα στο χρηματιστήριο, δημιουργώντας ένα κλίμα μεγαλύτερης εμπιστοσύνης. Για την Klarna, αυτό μοιάζει με την ιδανική στιγμή να κάνει την κίνησή της.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Το μεγάλο ερώτημα είναι αν μπορεί να αποδείξει ότι δεν είναι απλώς μια «μόδα» της πανδημίας. Οι υποστηρικτές της πιστεύουν ότι ναι. Όπως τονίζει ο Σιεμιατκόβσκι, στόχος της εταιρείας είναι να εδραιωθεί ως «ο τρίτος παίκτης» στο παγκόσμιο δίκτυο πληρωμών, δίπλα στη Visa και τη Mastercard. Είναι ένα φιλόδοξο όραμα, που απαιτεί χρόνο, κεφάλαια και ανθεκτικότητα. Όμως αν κάτι έχει δείξει η ιστορία της Klarna, είναι ότι ξέρει να επιβιώνει και να προσαρμόζεται.
Καθώς λοιπόν η σουηδική fintech ετοιμάζεται να χτυπήσει το καμπανάκι της Wall Street, οι επενδυτές, οι αναλυτές αλλά και οι καταναλωτές που την έκαναν καθημερινή τους συνήθεια, θα περιμένουν να δουν αν το σύνθημα «αγόρασε τώρα, πλήρωσε αργότερα» μπορεί να μετατραπεί σε «επένδυσε τώρα, κέρδισε αργότερα». Γιατί αυτή τη φορά, το στοίχημα δεν αφορά μόνο το αν θα πουληθούν περισσότερα sneakers ή laptops online, αλλά το αν η Klarna θα μπορέσει να καθιερωθεί ως ένας θεσμικός παίκτης στο παγκόσμιο χρηματοοικονομικό σύστημα.
Διαβάστε ακόμη
«Πρωταθλήτρια» η Θεσσαλονίκη στα 14 περιφερειακά αεροδρόμια τον Αύγουστο με +10% στη διεθνή κίνηση
Οι 4 ουρανοξύστες που θα σπάσουν όλα τα ρεκόρ – Ο ένας θα φτάσει τα 2000 μέτρα
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα
Σχολίασε εδώ
Για να σχολιάσεις, χρησιμοποίησε ένα ψευδώνυμο.