Τετραετές επενδυτικό πρόγραμμα ύψους 40 εκατ. ευρώ, με ορίζοντα ολοκλήρωσης το 2020, ανακοίνωσε το Ιατρικό Αθηνών κατά τη χθεσινή γενική συνέλευση των μετόχων, καθώς, όπως αναφέρθηκε, ο Όμιλος στοχεύει σε ανάπτυξη μέσω νέων επενδύσεων και όχι μέσα από εξαγορές.

Το επενδυτικό πλάνο προβλέπει κυρίως την επέκταση μονάδων και την ανανέωση του εξοπλισμού. Ήδη, τη χρονιά που πέρασε, οι επενδύσεις που πραγματοποίησε ο όμιλος ανήλθαν σε 12,8 εκατ. ευρώ και αφορούσαν σε μεγάλο μέρος στην αγορά νέων μηχανημάτων. Παράλληλα, είναι αυξητικές οι πληρότητες των κλινικών και οι ημέρες νοσηλείας.

Όπως τόνισε η διοίκηση, στην παρούσα φάση, δεν την ενδιαφέρει να προχωρήσει σε πρόταση για την απόκτηση μιας εκ των φερόμενων προς πώληση εταιρειών του κλάδου υγείας, όπως η Βιοϊατρική, το Ντυνάν ή η Ευρωκλινική, με την τελευταία να φέρεται να έχει πραγματοποιήσει διερευνητικές συζητήσεις σε ενδιαφερόμενους επενδυτές.

Όπως τόνισε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του ομίλου Ιατρικού Αθηνών, Γιώργος Αποστολόπουλος, «Είμαστε σε μια κρίσιμη καμπή στο χώρο της ιδιωτικής υγείας, γύρω μας υπάρχει μια αναστάτωση», λόγω των επενδυτικών κινήσεων των δύο funds που έχουν μπει στην αγορά περίθαλψης, ήτοι της CVC Capital Partners που εξαγόρασε το Υγεία, το Metropolitan και το Ιασώ General και της Oaktree Capital, που απέκτησε το σύνολο των μετοχών της μαιευτικής κλινικής Ιασώ.

«Εμείς είμαστε ο ελληνικός πόλος στο χώρο της ιδιωτικής υγείας και θα παραμείνουμε μια ελληνική και υγιής εταιρεία» ανέφερε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του Δ.Σ. του ομίλου.

Προτεραιότητα του Ομίλου του Ιατρικού, εξακολουθεί να παραμένει η μείωση του δανεισμού του ομίλου, που σήμερα  ανέρχεται σε λιγότερα από 120 εκατ. ευρώ, όπως ανάφερε η διοίκηση της εισηγμένης. Σύμφωνα με τις οικονομικές καταστάσεις για τη χρήση του 2018, σε ενοποιημένη βάση, ο κύκλος εργασιών ήταν 182,7 εκατ. ευρώ, έναντι 169,2 εκατ. το 2017, σημειώνοντας αύξηση κατά 8% περίπου.

Τα λειτουργικά κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) ανήλθαν σε  24 εκατ., ελαφρά αυξημένα κατά 2%, σε σχέση με το αντίστοιχο EBITDA του 2017. Τα κέρδη μετά από φόρους του ομίλου παρουσίασαν επίσης αύξηση κατά 303% και διαμορφώθηκαν σε 10,8 εκατ., έναντι 2,7 εκατ. το 2017.

Στο τέλος της χρήσης του 2018, οι μακροπρόθεσμες δανειακές υποχρεώσεις ήταν 110 εκατ. ευρώ, ενώ οι βραχυπρόθεσμες 21,6 εκατ. Επιδίωξη της εισηγμένης είναι η σχέση μεταξύ δανεισμού και  EBITDA να πέσει ακόμη περισσότερο στα επόμενα χρόνια. Τέλος, ο διευθύνων σύμβουλος του ομίλου Βασίλης Αποστολόπουλος εκτίμησε πως σύντομα η εισηγμένη θα επιστρέψει στη διανομή μερίσματος προς τους μετόχους,