Η ένταση και το νεύρο της φωνής του, παρά τη χαλαρή συζήτηση, μαρτυρούν έναν άνθρωπο που έχει περάσει διά πυρός και σιδήρου.

Από το 2012, όταν ο κ. Χρήστος Αργυρού πήρε στα χέρια του και ιδιοκτησιακά την Β.Σ. Καρούλιας ΑΒΕΕΠ, μία από τις μεγαλύτερες εταιρείες διανομής αλκοολούχων ποτών, δεν πέρασε και λίγα. Σε μια αγορά που βούλιαξε κατά 60% καθώς ο Ελληνας καταναλωτής στράφηκε μακριά από το αλκοόλ υπό το βάρος της συρρίκνωσης του εισοδήματός του και της βαριάς φορολογίας που εκτίναξε τις τιμές των προϊόντων έπρεπε να βρει τρόπους για να κρατήσει όρθια την εταιρεία.

Τελικά όχι μόνο το κατάφερε, διατηρώντας μάλιστα σταθερό το προσωπικό, αλλά έπειτα από μεγάλες προσπάθειες και μία στρατηγική με την οποία άνοιξε τη βεντάλια των δραστηριοτήτων της εταιρείας πέτυχε να τη θέσει εκ νέου σε τροχιά ανάπτυξης. Σήμερα, δε, ετοιμάζεται για το μεγάλο άλμα, έχοντας κλείσει μία σημαντική συμφωνία με τη μεγαλύτερη ζυθοποιία του κόσμου, την Anheuser-Busch InBev (AB InBev), που εκτός από τα οικονομικά μεγέθη αναμένεται να ενισχύσει και το προφίλ της εταιρείας. Οπως λέει ο ίδιος ο κ. Αργυρού στο «business stories», «ο Καρούλιας έγινε και πάλι σέξι στην αγορά!», με ένα μερίδιο γύρω στο 25%.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Η τριετία 2010- 2012 ήταν μια κρίσιμη περίοδος για την Β.Σ. Καρούλιας ΑΒΕΕΠ. Οι Βρετανοί της Berry Bros & Rudd, μίας ιστορικής εταιρείας στον χώρο της εμπορίας ποτών με 321 χρόνια ζωής και ιδιοκτήτες της Β.Σ. Καρούλιας από το 1992, αποφασίζουν να πουλήσουν την εταιρεία φοβούμενοι τις εξελίξεις στη χώρα.

«Εβλεπαν πολύ BBC τότε και με τις αναταραχές που υπήρχαν φοβόντουσαν τα χειρότερα», λέει σήμερα αστειευόμενος ο κ. Αργυρού.

Μαζί με το deal για την πώληση της γνωστής ετικέτας ουίσκι Cutty Sark στους Σκωτσέζους του ομίλου Edrington (The Famous Grouse, The Glenrothes κ.τ.λ.), επιχειρούν να πουλήσουν και τον Καρούλια, όπου πλέον οι πωλήσεις είναι σε κατακόρυφη πτώση. Οι δυο τους θα τα βρουν. Θα μπει όμως βέτο από τον κ. Αργυρού, τον άνθρωπο που ήδη από τη δεκαετία του ’90 διοικεί την εταιρεία. «Αν πάρετε την εταιρεία, εγώ θα φύγω», διεμήνυσε στους Σκωτσέζους καθώς, όπως λέει σήμερα, «δεν θα μπορούσαν να καταλάβουν την εταιρεία. Θεωρούσα ότι με αυτούς ιδιοκτήτες δεν θα υπήρχε μέλλον και σίγουρα θα άλλαζε δραματικά η ζωή και οι συνθήκες όλων των εργαζομένων».

Ο ίδιος θα αντιπροτείνει την εξαγορά της Β.Σ. Καρούλιας ΑΒΕΕΠ από τον ίδιο μέσω της ΙΜΑ Α.Ε. σε ένα Management Buy-Out, όπως το λένε οι Αγγλοσάξονες. Ενα αίτημα που τελικώς θα γίνει αποδεκτό από τους Εγγλέζους.

Μπροστά του ο κ. Αργυρού είχε μόνο δυσκολίες. «Υποτιμήσαμε την κρίση. Προβλέπαμε ένα -8% της αγοράς και φτάσαμε στο -60%. Ποτέ όμως δεν το μετάνιωσα», λέει  και προσθέτει: «Φανταστείτε πως η αγορά από 6,5 εκατομμύρια κιβώτια που ήταν πριν ξεσπάσει η κρίση έφθασε να γράψει πέρυσι μόλις 2,7 εκατομμύρια».

Οπως λέει ο ίδιος, σ’ αυτή τη μεγάλη απόκλιση των προβλέψεων δεν είχε συνυπολογιστεί η επερχόμενη φορολαίλαπα στην αγορά των αλκοολούχων ποτών. «Σκεφτείτε ότι ένα προϊόν που κοστίζει 3 ευρώ ξαφνικά επιβαρύνθηκε με φόρους 9 ευρώ. Ελπίζω αυτή η κυβέρνηση να εξετάσει το πάγιο αίτημα όλου του κλάδου για φοροελαφρύνσεις. Μην ξεχνάμε πως εκτός από το γεγονός ότι τελικά τα δημόσια έσοδα δεν απέδωσαν τα αναμενόμενα αφού έπεσε η κατανάλωση, το ποτό είναι στο τουριστικό πακέτο της χώρας, το οποίο πρέπει να είναι ανταγωνιστικό», λέει ο κ. Αργυρού.

Για να παραμείνει αλώβητη η εταιρεία η αλλαγή ήταν μονόδρομος. Κάπως έτσι τροφοδοτείται η προσπάθεια για διαφοροποίηση του χαρτοφυλακίου της. Κοινώς, έπρεπε να αναζητηθούν άλλες αγορές ώστε σε πρώτη φάση να σταθεροποιηθούν τα έσοδα και στη συνέχεια να υπάρξει η ελπίδα ανάκαμψης.

Βασική κίνηση ήταν η είσοδος στην αγορά του κρασιού, κάτι που είχε δρομολογηθεί και λειτουργούσε ως έναν βαθμό ήδη πριν από την κρίση. «Από τότε είχαμε δει ότι το βαρύ αλκοόλ, όπως το λέμε πολλοί, θα είχε προβλήματα. Οι καταναλωτικές συνήθειες άλλαζαν και το κρασί είχε αποκτήσει μια νέα δυναμική. Ετσι, ήδη από το 2004 θα συνάψουμε την πρώτη μακροχρόνια εμπορική συνεργασία με οινοποιία. Πρόκειται για την οινοποιία Κυρ-Γιάννη του Γιάννη Μπουτάρη και θα ακολουθήσουν το Κτήμα Σπυρόπουλου και το Κτήμα Σιγάλα. Με τα χρόνια το χαρτοφυλάκιο οίνου θα αυξηθεί σημαντικά», τονίζει.

Οι επόμενες δύο κινήσεις έγιναν σχεδόν ταυτόχρονα με την αλλαγή του ιδιοκτησιακού της εταιρείας, το 2012. Αφενός, λοιπόν, θα εισέλθει στην αγορά προϊόντων ελληνικής γαστρονομίας. Ετσι ξεκινά τη διανομή των βαλσαμικών ξιδιών και προϊόντων μουστάρδας Παπαδημητρίου (Kalamata Papadimitriou), καθώς και τη διανομή των σιροπιών Fabbri. Αφετέρου θα μπει στον χώρο του επαγγελματικού καφέ εκπροσωπώντας τις μηχανές Nuova Simonelli στην Ελλάδα και προωθώντας το εμπορικό σήμα Cortese (espresso). Επίσης θα γίνει αντιπρόσωπος για την ελληνική αγορά του γερμανικού καφέ Dallmayr. «Το κρασί και ο καφές είναι δύο αγορές που παραμένουν εδώ και χρόνια σε ανοδική πορεία», εξηγεί ο κ. Αργυρού. «Μάλιστα από τα 115 άτομα που απασχολούμε σήμερα, δέκα έχουν αφιερωθεί μόνο στο κομμάτι του καφέ. Και όλοι τους πρέπει να σας πω ότι έχουν λάβει εκπαίδευση», τονίζει ο ίδιος.

Σημαντική κίνηση με ιδιαίτερη δυναμική επίσης ήταν το άνοιγμα στην αγορά μπίρας. Η αρχή γίνεται το 2013 με τα δικαιώματα διανομής της μπίρας Paulaner. Εναν χρόνο μετά προχωρά σε συμφωνίες με την SABMiller (Miller, Peroni, Pilsner Urquell, Grolsch) και την Estrella Damm (Estrella Barcelona και Inedit). Θα ακολουθήσει το 2016 η ελληνική μικροζυθοποιία Septem, για να φτάσουμε τον περασμένο Αύγουστο στη συμφωνία με την AB InΒev.

Πρόκειται για μια συμφωνία ύψους 15-16 εκατ. ευρώ που ενισχύει το χαρτοφυλάκιο της Β.Σ. Καρούλιας προσθέτοντας ετικέτες όπως οι Corona, Stella Artois, Bud και Beck’s. «Η συμφωνία βελτιώνει τη δυναμική μας τόσο στην επιτόπια κατανάλωση όσο και στα σούπερ μάρκετ», τονίζει ο κ. Αργυρού. «Το 2018 κλείσαμε με έναν τζίρο 80 εκατ. ευρώ και φέτος προβλέπουμε να κινηθούμε περίπου στα 87 εκατ. ευρώ. Από του χρόνου που θα ενεργοποιηθεί η συμφωνία προβλέπω να φτάσουμε τα 104-105 εκατ. ευρώ», προσθέτει.

Σε αυτή την περίπτωση η εταιρεία πλέον θα παράγει το μεγαλύτερο μέρος του τζίρου της όχι από τα αποκαλούμενα «σκληρά» αλκοολούχα ποτά, αυτά δηλαδή με τα οποία πορεύτηκε επί δεκαετίες η Β.Σ. Καρούλιας, αλλά από τις μπίρες, το κρασί, τον καφέ και τα τρόφιμα. «Ηδη σήμερα το 45% του τζίρου μας προέρχεται από τα μη σκληρά ποτά», σημειώνει ο κ. Αργυρού.

Η συμφωνία ήδη παράγει νέες θέσεις εργασίας. «Αναζητούμε άμεσα να προσλάβουμε 25 άτομα, τα οποία θα ενισχύσουν τόσο τα τμήματα πωλήσεων όσο και το logistic. Θέλουμε να προχωρήσουμε άμεσα ώστε να εκπαιδευτούν και παράλληλα να γίνουν όλες οι προετοιμασίες ώστε να είμαστε έτοιμοι», λέει ο κ. Αργυρού.
Εξάλλου, η εκπαίδευση και ο προγραμματισμός είναι πυλώνες της λειτουργίας της εταιρείας. «Από την αρχή της καριέρας μου μέχρι τις αρχές του ’90 που ήρθα στην Καρούλιας είχα σταδιοδρομήσει στην Heineken, την Αθηναϊκή Ζυθοποιία – και αυτό ήταν μεγάλο σχολείο σε ό,τι αφορά τα logistics. Διαθέτουμε 20.000 τ.μ. οργανωμένα με την καλύτερη τεχνολογία που υπάρχει και πάντα κινούμαστε βάσει προγράμματος αφού εξυπηρετούμε όλη την επικράτεια», τονίζει.

Παράλληλα εστιάζει στην ποιότητα του δυναμικού. «Είμαστε μία καλή ομάδα που επιδεικνύει πάθος γι’ αυτό που κάνει. Από τον πρώτο ως τον τελευταίο. Και ξέρετε, κυνηγάμε για την τροφή μας… Αν η εταιρεία πάψει να είναι κυνηγός θα πεθάνει. Αυτό το ξέρουν όλοι». Παρ’ όλα αυτά, όπως λέει ο ίδιος, υπερβολές και ανοίγματα απορρίπτονται. «Δεν έχουμε αγωνία να γεμίσουμε αποθήκες χονδρεμπόρων ή στο τέλος του τριμήνου να στείλουμε νταλίκες απλά για να αποτυπωθεί αυτό στις οικονομικές καταστάσεις μας. Θα στείλουμε τη συγκεκριμένη μέρα που είναι να φύγει αποστολή για ένα μέρος όσα κιβώτια μας έχουν παραγγείλει, ούτε ένα παραπάνω», σημειώνει ο κ. Αργυρού. Τονίζει δε πως το όριο που έχει βάλει στους πελάτες του είναι να πληρώνουν εντός 45 ημερών. «Οποιος μάλιστα μας πληρώσει εντός 10 ημερών του δίνουμε και μπόνους», επισημαίνει.

Η ιστορία

Η ιστορία της εταιρείας ξεκινά με τον Βλάση Καρούλια, έναν δραστήριο Ελληνα της Διασποράς, που από την περιοχή της Ανατολικής Ρωμυλίας (σημερινή ΝΑ Βουλγαρία) βρίσκεται στις αρχές της δεκαετίας του 1940 στην Αθήνα, αποφασίζοντας να συνεχίσει την οικογενειακή παράδοση στο εμπόριο και τα ποτά, που πρώτος ξεκίνησε ο παππούς του.

Εκείνη την περίοδο ίδρυσε μια επιχείρηση γενικού εμπορίου στο κέντρο της πρωτεύουσας. Αρκετά χρόνια αργότερα (τη δεκαετία του 1960) ξεκίνησε τη λειτουργία μιας επιχείρησης αλκοολούχων ποτών στο Κολωνάκι, η οποία σταδιακά συγκέντρωσε διάσημα διεθνή σήματα (ανάμεσά τους και το Cutty Sark Scotch Whisky) και είχε την αποκλειστική διακίνησή τους στην ελληνική αγορά.

Κάπως έτσι, τη δεκαετία του ‘70 η επιχείρηση μετατράπηκε σε Ανώνυμη Εταιρεία και επεκτάθηκε αποκτώντας ακόμα περισσότερα σήματα (Chivas Regal, Bacardi, Smirnoff, Tia Maria, Cointreau, Remy Martin κ.ά.). Το 1989 ο Βλάσης Καρούλιας απεβίωσε και έπειτα από τρία χρόνια, το 1992, οι κληρονόμοι του πούλησαν την πλειοψηφία των μετοχών στη βρετανική Berry Bros & Rudd, ιδιοκτήτρια του Cutty Sark Scotch Whisky. Είναι η χρονιά κατά την οποία η εταιρεία ξεκινάει τη διανομή του MARTINI. Δύο χρόνια μετά ακολουθεί η συνεργασία με την αμερικανική εταιρεία Brown Forman (Jack Daniel’s, Southern Comfort κ.ά.).

Η έδρα αρχικά μεταφέρεται στην Κηφισιά και το 1998 στον Αγιο Στέφανο Αττικής σε νέες ιδιόκτητες εγκαταστάσεις. Είναι η περίοδος που δημιουργείται η βάση συνεργασίας με την REMY HELLAS A.E., ενώ υπό τη διοίκηση του κ. Αργυρού θα ξεκινήσει ένα πρόγραμμα διακίνησης ελληνικών προϊόντων όταν το 1998 ανέλαβε το Ούζο Πλωμαρίου Ισίδωρου Αρβανίτου, αργότερα το ΜΕΤΑΧΑ και στη συνέχεια επιλεγμένα ελληνικά κρασιά και αποστάγματα. Το 2001 οι Βρετανοί θα εξαγοράσουν και τις υπόλοιπες μετοχές της εταιρείας. ενώ περίπου δέκα χρόνια αργότερα η Β.Σ. Καρούλιας ΑΒΕΕΠ επανήλθε σε ελληνικά χέρια, όταν ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας Χρήστος Αργυρού την εξαγόρασε. Το 2012 η εταιρεία εισέρχεται στην αγορά των προϊόντων Ελληνικής γαστρονομίας και στον χώρο του καφέ. Το 2013 θα εισέλθει και στις μπίρες με την Paulaner. Το χαρτοφυλάκιο θα εμπλουτιστεί με την ελληνική Septem και τις ετικέτες των SABMiller (Miller, Peroni κ.ά.), Estrella Damm (Estrella Barcelona και Inedit), και εσχάτως της AB InΒev (Corona, Stella Artois, Bud, Beck’s κ.ά.)