Το ελληνικό δαιμόνιο, λένε, φτάνει παντού. Στην περίπτωση των κυρίων Πάνου Αλευρά και Βαγγέλη Ντίμερη, με μακρόχρονη πορεία στον γενικότερο χώρο της αεροπορικής βιομηχανίας, έφτασε ως το Βιετνάμ.

Εκεί όπου τα δύο στελέχη σχεδίασαν και οργάνωσαν την ασφαλή και ομαλή έναρξη λειτουργίας του πρώτου ιδιωτικού αεροδρομίου της χώρας, του Διεθνούς Αεροδρομίου της Βαν Ντον, στην παράκτια επαρχία Γκουανγκ Νι, διάσημη για τον κόλπο Xα Λονγκ που ανήκει στον Κατάλογο των Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, κοντά στα σύνορα με την Κίνα. Ενα έργο εμβληματικό για τη χώρα, που συγκέντρωσε το ενδιαφέρον των διεθνών ΜΜΕ μετά την πολιτική απόφαση του κομμουνιστικού καθεστώτος να δώσει χώρο στην ιδιωτική πρωτοβουλία για την κατασκευή υποδομών προκειμένου να τιθασεύσει τα ελλείμματα του κρατικού προϋπολογισμού.

«Ηταν εμπειρία ζωής», λέει ο κ. Βαγγέλης Ντίμερης. Για τον ίδιο ήταν το πρώτο μεγάλο πρότζεκτ στο οποίο συμμετείχε στο εξωτερικό. Για τον κ. Αλευρά, από την άλλη, «ένα ακόμη», με δεδομένο ότι από το 2005, και έχοντας στο ενεργητικό του την άκρως πετυχημένη μετεγκατάσταση του Διεθνούς Αεροδρομίου Αθηνών (ΔΑΑ) από το Ελληνικό στο «Ελευθέριος Βενιζέλος» στα Σπάτα, καθώς και τη διαχείρισή του την απαιτητική περίοδο των Ολυμπιακών Αγώνων 2004, έχει καταφέρει να αναλάβει ουκ ολίγα μεγάλα πρότζεκτ στο εξωτερικό, όπως το νέο τέρμιναλ του αεροδρομίου της Αγίας Πετρούπολης, με μια μικρή διακοπή την περίοδο 2009-2010, όταν ασχολήθηκε ενεργά με την Olympic Handling και τον μετασχηματισμό της σε ιδιωτική εταιρεία από τη θέση του διευθύνοντος συμβούλου.

«Κατεβήκαμε στον διεθνή διαγωνισμό, καταφέραμε να επικρατήσουμε έναντι μεγάλων ανταγωνιστών έχοντας παράλληλα και καλή φήμη από τις προηγούμενες δουλειές και ξεκινήσαμε να κερδίσουμε ένα στοίχημα», λέει στο «business stories» ο κ. Πάνος Αλευράς, ο οποίος σήμερα συμμετέχει στην κοινοπραξία για την κατασκευή και λειτουργία του αεροδρομίου στο Καστέλι, καθώς επίσης και στην επέκταση του αεροδρομίου του Κουβέιτ. Μαζί με τον κ. Ντίμερη, που είχε και αυτός την εμπειρία της μετεγκατάστασης του ΔΑΑ στο κομμάτι των αεροναυτικών τηλεπικοινωνιών μέσω της CYTA, ανέλαβαν έχοντας υπό την επίβλεψή τους ομάδα ντόπιων μηχανικών να τρέξουν το πρόγραμμα «Επιχειρησιακή Ετοιμότητα & Μεταφορά Αεροδρομίου» (Operational Readiness & Airport Transfer – ORAT). Πρόκειται για το καίριο εκείνο πρόγραμμα που προετοιμάζει για την επιτυχή έναρξη λειτουργίας ενός αεροδρομίου, είτε νέου είτε μετά από μεταφορά, σχεδιάζοντας και εκτελώντας όλα τα απαραίτητα βήματα και κάνοντας όλους τους ελέγχους που θα διασφαλίσουν ότι δεν πρόκειται να υπάρξει η παραμικρή αστοχία, ακόμα και στις πιο εξαιρετικές συνθήκες.

«Πρόκειται στην κυριολεξία ακόμα και για την παραμικρή λεπτομέρεια που συνδέεται με τη λειτουργία ενός αεροδρομίου. Κυρίως διαφυλάσσει ότι ο τρόπος που θα στηθούν όλες οι δομές, τα συστήματα και οι υπηρεσίες θα δώσουν την αρτιότερη λειτουργία. Κι αυτό, όπως καταλαβαίνετε, αφορά τα πάντα, από τη διασύνδεση με άλλα μέσα μεταφοράς και την υποδοχή των επιβατών και επισκεπτών ως τη στιγμή που θα απογειωθεί ένα αεροπλάνο ή και το αντίστροφο», λέει ο κ. Αλευράς.

Η δουλειά που έκαναν οι δυο τους μαζί με την ομάδα που είχαν στο Βιετνάμ κατά την εξάμηνη παραμονή τους εκεί φαίνεται άψογη, με δεδομένο ότι το νέο αεροδρόμιο, έκτασης περίπου 3 τετραγωνικών χιλιομέτρων και συνολικού κόστους κατασκευής 300 εκατ. δολαρίων, λειτουργεί κανονικά.

«Πρόκειται για ένα αεροδρόμιο-κόσμημα», λέει ο κ. Ντίμερης. Ιδιοκτήτρια του νέου αεροδρομίου είναι η Sun Group με έδρα το Ντα Nανγκ, η μεγαλύτερη ίσως εταιρεία στη χώρα που ειδικεύεται στα ακίνητα, στον τουρισμό, στην αναψυχή και γενικότερα τη διασκέδαση διαθέτοντας, μεταξύ άλλων, ξενοδοχεία, resorts, καζίνο κ.ο.κ. Παράλληλα με το νέο αεροδρόμιο χρηματοδότησε την κατασκευή ενός νέου αυτοκινητοδρόμου καθώς και του διεθνούς λιμανιού κρουαζιέρας Χα Λονγκ, με στόχο να καταστήσει την περιοχή τουριστικό κέντρο.

«Είναι μια περιοχή που αναπτύσσεται πολύ γρήγορα προτάσσοντας τον τουρισμό και την ψυχαγωγία γενικά», αναφέρει ο κ. Ντίμερης.

Οι σχέσεις με το καθεστώς της χώρας; «Κανένα πρόβλημα για την ιδιωτική πρωτοβουλία. Νομίζω, το έχουν πάει παρακάτω από τους Κινέζους. Γενικά το καθεστώς το βλέπεις, είναι πάντα παρόν, αλλά πάντα βρίσκεται ο τρόπος να γίνουν τα πράγματα και να μη σκαλώσουν σε οποιαδήποτε βαθμίδα του κράτους. Και οι επιχειρηματίες βέβαια είναι πάντα ανοιχτοί και έτοιμοι να συνδράμουν σε οτιδήποτε τους ζητηθεί», λέει ο κ. Ντίμερης.

«Γενικά, πάντως, ήταν μια καλή εμπειρία για εμάς», προσθέτει ο κ. Αλευράς. «Ξεπεράσαμε πολύ γρήγορα αντικειμενικά προβλήματα που υπάρχουν, όπως το να συνεννοούμαστε, γιατί η αλήθεια είναι πως δεν μιλούν αγγλικά οι περισσότεροι. Ετσι στην ομάδα μας είχαμε μια διερμηνέα που μας ακολουθούσε παντού. Είναι άνθρωποι καλόκαρδοι. Ακουγαν με προσοχή και η συνεργασία πήγε πολύ καλά».

Η ιστορία των κυρίων Αλευρά και Ντίμερη είναι από αυτές που υπογραμμίζουν το γεγονός ότι υπάρχουν ταλέντο, γνώση και εμπειρία στην Ελλάδα, ότι μπορούμε να κάνουμε μεγάλα πράγματα στο εξωτερικό, αλλά για κάποιον λόγο εντός της χώρας τα απαξιώνουμε. «Το εγχείρημα της μετεγκατάστασης του ΔΑΑ είναι ένα παράσημο που αναγνωρίζεται παγκοσμίως και ας μην το εκμεταλλεύτηκε ποτέ το ίδιο», καταλήγει ο κ. Αλευράς.