Στέλιος Μορφίδης

Τα deals διαδέχονται το ένα το άλλο και ξαφνικά ο τομέας των τροφίμων έχει μετατραπεί σε έναν από τους πλέον καυτούς κλάδους που προσελκύουν το επενδυτικό ενδιαφέρον στη χώρα.

Η εξαγορά της Στέλιος Κανάκης ΑΒΕΕ από τη νορβηγική Orkla Food είναι το τελευταίο επεισόδιο ενός νέου γύρου εξαγορών που έχουν ξεκινήσει τους τελευταίους μήνες και, σύμφωνα με αναλυτές, αναμένεται να ενταθούν στο πλαίσιο ενός καινούριου κεφαλαίου συγκέντρωσης δυνάμεων στην αγορά. Σύμφωνα μάλιστα με την τελευταία κλαδική έρευνα της γνωστής εταιρείας συμβούλων PriceWaterhouseCoopers, που τιτλοφορείται «Βιομηχανία Τροφίμων και Ποτών: Στα πρόθυρα αλλαγών», η έντονη συγκέντρωση θα ενεργοποιηθεί μέσα από εξαγορές, συγχωνεύσεις, αναδιαρθρώσεις αλλά και λουκέτα. Τα πρώτα deals στον κλάδο ωστόσο δεν ήταν και τόσο… αναγκαστικά, αλλά αφορούσαν υγιείς επιχειρήσεις στις οποίες αφενός οι ξένοι επενδυτές βλέπουν προοπτική και ευκαιρίες, αφετέρου οι Eλληνες ιδρυτές και ιδιοκτήτες τους μια ευκαιρία να βάλουν στην τσέπη ζεστό χρήμα διατηρώντας παράλληλα το μάνατζμεντ.

Κοινό στοιχείο όλων αυτών των εταιρειών, που τους δύο τελευταίους μήνες άλλαξαν χέρια, είναι το γεγονός ότι δεν περιορίζονται μόνο στην ελληνική αγορά αλλά έχουν καταφέρει σε κάποιον βαθμό να είναι εξωστρεφείς πραγματοποιώντας σημαντικές εξαγωγές. Επίσης ένα άλλο κοινό χαρακτηριστικό τους είναι ότι πρόκειται για μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στις πρώτες ύλες ζαχαροπλαστικής και τα σνακ.

Νορβηγική είσοδος στις ύλες ζαχαροπλαστικής και αρτοποιίας

Τελευταίο χτύπημα ήταν αυτό που αφορούσε την εισηγμένη στο Χ.Α. Στέλιος Κανάκης ΑΒΕΕ. Ο κ. Στέλιος Κανάκης αποφάσισε να υιοθετήσει τη λαϊκή ρήση «κάλλιο πέντε και στο χέρι παρά δέκα και καρτέρει», πουλώντας το πλειοψηφικό μερίδιο της εταιρείας που δημιούργησε το 1985 από το μηδέν και κατάφερε να την καταστήσει σήμερα leader στην αγορά υλών ζαχαροπλαστικής, αρτοποιίας και παγωτού. Ο ιδρυτής και η οικογένειά του θα βάλουν περίπου 21,5 εκατ. ευρώ στην τσέπη πουλώντας σε πρώτη φάση το 65% στη νορβηγική εταιρεία Orkla Food Ingredients A.S., η οποία παράλληλα τρέχει δημόσια πρόταση προκειμένου να βγάλει την εταιρεία απ’ το Χρηματιστήριο.

Το σχέδιο είναι στην επόμενη εποχή της εταιρείας οι Νορβηγοί της Orkla να κατέχουν το 80% και η οικογένεια Κανάκη, που θα διατηρήσει το μάνατζμεντ, το 20%.

Σύμφωνα με τον ίδιο τον κ. Κανάκη, με βάση τη συγκεκριμένη συμφωνία «οι αγοραστές θα μπορέσουν να διεισδύσουν με μεγαλύτερη γκάμα προϊόντων τόσο στην ελληνική αγορά όσο και στις χώρες όπου εμείς εξάγουμε, όπως η Κύπρος και η Βουλγαρία. Από τη δική μας πλευρά, θα εμπλουτίσουμε την προϊοντική μας γκάμα και θα αποκτήσουμε μια σειρά συνεργειών καθώς θα είμαστε μέλος ενός ισχυρού πολυεθνικού ομίλου, μεταξύ των οποίων και η μείωση του κόστους των αγορών μας».
Ο ίδιος τονίζει ότι πιστεύει στις προοπτικές ανάπτυξης της εταιρείας και ότι η οικογένεια δεν πρόκειται να πουλήσει το 20%, το οποίο θα ελέγχει μετά την ολοκλήρωση της συμφωνίας.

Σημειώνεται πως μία εβδομάδα πριν την ανακοίνωση του deal η εισηγμένη στο Χ.Α. εταιρεία είχε ανακοινώσει πως ο κύκλος εργασιών το 2018 αυξήθηκε στα 20,18 εκατ. ευρώ, τα κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) υποχώρησαν ελαφρώς στα 3,109 εκατ. ευρώ και τα καθαρά κέρδη ήταν στα 2,14 εκατ. ευρώ.
Επιπρόσθετα οι ελεύθερες θετικές ταμειακές ροές έφτασαν στα 2,67 εκατ. ευρώ, με αποτέλεσμα όχι μόνο να χρηματοδοτήσουν μια πολύ μεγάλη επιστροφή κεφαλαίου προς τους μετόχους, αλλά και να αυξήσουν περαιτέρω το θετικό καθαρό ταμείο της εισηγμένης. Τέλος, η εισηγμένη είχε μηδενικό τραπεζικό δανεισμό και διαθέσιμα ύψους 8,23 εκατ. ευρώ!
Ο όμιλος Orkla είναι εισηγμένος στο Χρηματιστήριο του Οσλο, απασχολεί 18.510 εργαζομένους και το 2018 πραγματοποίησε κύκλο εργασιών 40,8 δισ. νορβηγικές κορόνες (4,2 δισ. ευρώ). Πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος από το 2014 είναι ο Πίτερ Αρνε Ρουζίκα.

Κρητών Αρτος – Switz Group: Ο Ινδός που «σκουπίζει» την ελληνική αγορά

Αυτός όμως που έχει ταράξει τα νερά στην ελληνική βιομηχανία τροφίμων την τελευταία διετία είναι ο Ινδός επιχειρηματίας Ταϊζούν Χορακιγουάλα. Και αυτό το έκανε μπαίνοντας μετοχικά μέσω του ομίλου του, Switz Group, σε τρεις αξιοπρόσεκτες επιχειρήσεις: την Olympic Foods της οικογένειας Μπενάκη, τη CSM Hellas Bakery Solutions, θυγατρική της αμερικανικής CSM στη χώρα μας, και τον περασμένο Φεβρουάριο στην Κρητών Αρτος, τη γνωστή βιομηχανία κρητικών παξιμαδιών και σνακ, της οποίας απέκτησε το 60%. Σημειωτέον, οι πρώτες δύο κινούνται στην αγορά των πρώτων υλών για αρτοποιία, ζαχαροπλαστική και παγωτό.

Μάλιστα η Κρητών Aρτος, όπως φαίνεται, δεν θα είναι το τελευταίο deal του Ινδού στη χώρα μας, με δεδομένο το μεγάλο ενδιαφέρον που έχει επιδείξει ανοιχτά για την Παγωτά Δωδώνη ΑΒΕΕ, η πώληση της οποίας ακόμα εκκρεμεί, αλλά και τις διαρροές για «τουλάχιστον δύο εταιρείες που είναι στο στόχαστρο», που διακινούνται από την αρχή της χρονιάς. Μάλιστα ο ίδιος προέβλεπε σε παλαιότερες δηλώσεις του ότι φέτος το σύνολο των πωλήσεων του Switz Group στην Ελλάδα θα υπερβεί τα 50 εκατ. ευρώ και το 20% των συνολικών πωλήσεων που εμφανίζει ο όμιλός του (250 εκατ. δολάρια) που έχει έδρα το Ντουμπάι και παρουσία σε 10 χώρες.

Πολλοί στην αγορά μιλούν για προσπάθεια συγκέντρωσης μικρών εταιρειών σε κλάδους πέριξ της αρτοποιίας – ζαχαροπλαστικής που θα μπορούσαν με τις κατάλληλες συνέργειες να δημιουργήσουν έναν σημαντικό παίκτη τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, με δεδομένο ότι όλες τους ήδη κάνουν σοβαρά βήματα εξωστρέφειας.

«Πούλησα την πλειοψηφία των μετοχών της Κρητών Αρτος στο Switz Group γιατί πιστεύω πως με αυτόν τον τρόπο η εταιρεία θα μπορέσει σε τρία χρόνια να κάνει αυτά που σε διαφορετική περίπτωση θα απαιτούσαν μια δεκαετία», δήλωνε στους εργαζομένους και τους συνεργάτες του ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας Μανώλης Δαμιανάκης, ο οποίος -με ποσοστό μειοψηφίας πλέον- θα διατηρήσει το μάνατζμεντ.

Η Κρητών Αρτος ιδρύθηκε το 2004 με την εξαγορά μιας παλιάς οικογενειακής βιοτεχνίας παραγωγής κρητικών παραδοσιακών αρτοσκευασμάτων. Η εταιρεία, εκτός από τα επώνυμα προϊόντα, συνεργάζεται με πολλές αλυσίδες σούπερ μάρκετ για την παραγωγή προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας, ενώ πάνω από το 20% των πωλήσεών της πραγματοποιείται εκτός Ελλάδας. Το πρώτο εξάμηνο του 2018 ο κύκλος εργασιών της εταιρείας διαμορφώθηκε στα 3,09 εκατ. ευρώ, τα αποτελέσματα προ φόρων, χρηματοδοτικών και επενδυτικών αποτελεσμάτων ήταν 1,08 εκατ. ευρώ και τα καθαρά κέρδη 739.926 ευρώ. Στις 30 Ιουνίου 2018 οι βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις της ήταν 3,03 εκατ. ευρώ. Η οικονομική χρήση του 2017 έκλεισε με τζίρο 5,9 εκατ. ευρώ, ενώ τα καθαρά κέρδη της ήταν 325.777 ευρώ.

Unismack – Lime Capital Partners: Οι ιδιοκτήτες της Δωδώνη στοιχηματίζουν σε εταιρεία σνακ

Ενα από τα πρόσφατα deals που επίσης συζητήθηκαν αρκετά αφορούσε μια εταιρεία σνακ με έδρα το Κιλκίς, τη Unismack των αδερφών Δημήτρη και Αλέξανδρου Στρατάκη. Και αυτό διότι σε αυτό ως επενδυτές εμφανίστηκαν οι ιδιοκτήτες της γαλακτοβιομηχανίας Δωδώνη αυτή τη φορά μέσω της Lime Capital Partners (τη Δωδώνη την ελέγχουν μέσω της SI Foods Limited).

Εξαγόρασαν από το Piraeus – Taneo Capital το 44,73% της επιχείρησης, ενώ, σύμφωνα με πληροφορίες, θα αυξήσουν το μερίδιό τους στο 60% αφήνοντας στους παλιούς μετόχους (οικογένεια Στρατάκη και φίλους) το υπόλοιπο 40% καθώς και το μάνατζμεντ. «Από την πρώτη στιγμή εντυπωσιαστήκαμε από τη διοίκηση της Unismack, την καινοτομία στην ανάπτυξη και παραγωγή προϊόντων και τις μεγάλες δυνατότητες διεθνούς ανάπτυξης που βλέπουμε για την εταιρεία», είχε δηλώσει ο Τομ Σίπερς, διευθύνων σύμβουλος της Lime Capital Partners Ltd και της Δωδώνη.

«Ηταν μια εξαγορά στη στρατηγική που έχουμε καταρτίσει να εξελιχθούμε σε πολυεθνική εταιρεία τροφίμων», σχολίαζε στο «business stories» ο αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος της Δωδώνη Μιχάλης Παναγιωτάκης. «Η αγορά σνακ μεγαλώνει με σημαντικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Μάθαμε για τη συγκεκριμένη εταιρεία απ’ τη δραστηριοποίησή της στην αγγλική αγορά».

Το 99% της παραγωγής της Unismack εξάγεται στις ΗΠΑ, στη Μ. Βρετανία, στην Αυστραλία και σε 15 ακόμη αγορές. Αναπτύσσει το δικό της brand, το Wellaby’s, ενώ παράγει για λογαριασμό τρίτων, όπως για τη Marks & Spencer, προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας.

Μεταξύ των προϊόντων της είναι κράκερ με αλεύρι από φακές, από κουνουπίδι, από ρεβίθια, από κολοκύθα ή από ρυζάλευρο. Σνακ χωρίς γλουτένη, με τυρί ή με vegan συστατικά.
Η εταιρεία, που αναμένεται να έχει φέτος τζίρο γύρω στα 6,5 εκατ. ευρώ, δημιουργήθηκε το 2006 απ’ τον Δημήτρη και τον Αλέξανδρο Στρατάκη, μία διετία αφότου ο πατέρας τους Γιώργος Στρατάκης πούλησε τη συμμετοχή του στην εταιρεία Κατσέλης, που προέκυψε όταν αυτή είχε εξαγοράσει την Cibus, αρτοβιομηχανία στη Βόρεια Ελλάδα.
Σε ό,τι αφορά τα επενδυτικά κεφάλαια πίσω απ’ τη Δωδώνη, ο κ. Παναγιωτάκης λέει ότι συνεχίζουν να διερευνούν ευκαιρίες.

Το προφίλ των εταιρειών που θα πρωταγωνιστήσουν

«H αγορά τροφίμων και ποτών είναι σημαντική και με υψηλές δυνατότητες για την ελληνική οικονομία. Μάλιστα υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις θα μπορούσε να αποτελέσει έναν από τους βασικούς άξονες ανάπτυξης για τη χώρα», επισημαίνει στο «b.s.» o partner και επικεφαλής του τμήματος Deals της PwC Ελλάδας Θανάσης Πανόπουλος. Ωστόσο, όπως επισημαίνει, ο μεγάλος αριθμός μικρού μεγέθους επιχειρήσεων με αντίστοιχη ανταγωνιστικότητα καθώς και ο κατακερματισμός του κλάδου λειτουργούν περιοριστικά ως προς την αύξηση της εξαγωγικής δραστηριότητας. Γ’ αυτό, όπως λέει ο κ. Πανόπουλος, «απαιτείται η ενίσχυση του μεγέθους των ελληνικών επιχειρήσεων ώστε να αξιοποιηθούν στο έπακρο οι προοπτικές του κλάδου. Προς αυτή την κατεύθυνση, η συγκέντρωση μέσω εξαγορών και συγχωνεύσεων αποτελεί μονόδρομο καθώς η δημιουργία κοινών εμπορικών σημάτων, τα εδραιωμένα δίκτυα εντός και εκτός χώρας, η βελτιστοποίηση των logistics και συνολικά η δημιουργία οικονομιών κλίμακας οδηγούν στη μείωση κόστους και την αύξηση της ανταγωνιστικότητας».

Στον νέο γύρο συγκέντρωσης η PwC Ελλάδος εκτιμά ότι περίπου 17 μεγάλες και ανταγωνιστικές εταιρείες του κλάδου τροφίμων και ποτών θα ηγηθούν εξαγορών και συγχωνεύσεων, ενώ άλλες 16 εταιρείες μεσαίου μεγέθους και υψηλής ανταγωνιστικότητας μπορούν είτε να βρεθούν στον ρόλο αυτού που εξαγοράζει είτε να βρεθούν στον ρόλο του εξαγοραζόμενου. Στόχοι εξαγορών εκτιμάται ότι θα αποτελέσουν 94 εταιρείες μικρού και μεσαίου μεγέθους και μέτριας ανταγωνιστικότητας, ενώ ανάλογα χαρακτηριστικά, υπό την προϋπόθεση, βεβαίως, ότι θα προηγηθούν αναδιαρθρώσεις μέσω διαδικασιών πτώχευσης ή ειδικής διαχείρισης, συγκεντρώνουν άλλες περίπου 15 επιχειρήσεις.

Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι, σε αντίθεση με άλλους κλάδους της εγχώριας επιχειρηματικής σκηνής, σε αυτόν των τροφίμων και ποτών υπερτερούν οι εταιρείες-αστέρες, εταιρείες δηλαδή με συστηματική ανάπτυξη εσόδων και κερδών και λελογισμένο δανεισμό, των εταιρειών-ζόμπι, καθώς αποτελούν το 36% έναντι 27%. Οι υπόλοιπες εταιρείες βρίσκονται στην γκρίζα ζώνη. Μάλιστα, οι μεγάλες εταιρείες του κλάδου την τελευταία τετραετία τρέχουν με μέση ετήσια αύξηση 2% των εσόδων, περιθώριο EBITDA στα επίπεδα του 6,5% και με αυξανόμενες επενδύσεις.