Ο Μάικλ Μπέρι ανήκει σε εκείνη τη σπάνια κατηγορία ανθρώπων που κινούνται μέσα στον κόσμο των αγορών σαν να ακούνε μια συχνότητα που οι υπόλοιποι δεν αντιλαμβάνονται. Γιατρός στη νευρολογία, αυτοδίδακτος επενδυτής, άνθρωπος της σιωπής και της μεθοδικότητας, έγινε παγκοσμίως γνωστός όταν διέκρινε – χρόνια πριν από όλους – την κατάρρευση της αμερικανικής στεγαστικής αγοράς.

Με το Scion Capital, το hedge fund που ίδρυσε το 2000, στοιχημάτισε ενάντια στα ενυπόθηκα δάνεια υψηλού κινδύνου και κατάφερε όχι μόνο να διασώσει τους επενδυτές του, αλλά να πολλαπλασιάσει την περιουσία τους. Η κίνηση αυτή γέννησε τον μύθο του Big Short και έγραψε το όνομά του στην οικονομική ιστορία, καθιερώνοντάς τον ως έναν άνθρωπο που δεν παρασύρεται από το κλίμα της εποχής αλλά αναζητά τις μικρές ρωγμές εκεί όπου οι άλλοι βλέπουν επιφάνεια.

Ένα ήσυχο τέλος και μια θορυβώδης αρχή

Σήμερα, σχεδόν δύο δεκαετίες μετά, ο Μάικλ Μπέρι επιστρέφει στο προσκήνιο με έναν τρόπο λιγότερο θεαματικό αλλά εξίσου ενδεικτικό της νοοτροπίας του. Στις 10 Νοεμβρίου, η Scion Asset Management υπέβαλε στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ έγγραφα που τερματίζουν το καθεστώς εγγραφής της. Χωρίς θόρυβο, χωρίς εξηγήσεις, χωρίς δηλώσεις. Μία μόνο κίνηση που για τους γνώστες αρκούσε για να προκαλέσει ερωτήματα. Είναι απόφαση στροφής; Πρόλογος για κλείσιμο; Ή προετοιμασία για ένα νέο είδος επενδυτικού εγχειρήματος που δεν θέλει καμία εξωτερική εποπτεία ούτε δημοσιότητα;

Ο ίδιος ο Μπέρι τροφοδότησε το μυστήριο με μία ανάρτηση στα κοινωνικά δίκτυα, όπου έγραψε απλώς ότι «στις 25 Νοεμβρίου προχωρά σε πολύ καλύτερα πράγματα». Η φράση αυτή, όπως και τόσες άλλες στη ζωή του, ήταν ταυτόχρονα αποκαλυπτική και αινιγματική. Όσοι τον ακολουθούν προσεκτικά γνωρίζουν πως ο Μπέρι δεν υπαινίσσεται τίποτα χωρίς λόγο. Η συγκεκριμένη ημερομηνία έγινε ξαφνικά ορόσημο, μια υπόσχεση νέων κινήσεων, αλλά και μια σιωπηρή διακήρυξη ότι η αποχώρηση από την SEC δεν ήταν μια τεχνικότητα, αλλά συνειδητό βήμα.

Λίγο αργότερα, προχώρησε σε μία ακόμη κίνηση που διέσπασε ειδησεογραφία και αγορές. Με τον χαρακτηριστικά λακωνικό και σχεδόν παιχνιδιάρικο τρόπο του, ανάρτησε ότι αγόρασε 50.000 «doodads» έναντι 1,84 δολαρίων το καθένα, εξηγώντας πως η συνολική του επένδυση ανέρχεται σε 9,2 εκατομμύρια δολάρια. Τα «doodads» δεν ήταν τίποτα άλλο από put options της Palantir, δικαιώματα πώλησης μετοχών στα 50 δολάρια το 2027 – μια ξεκάθαρη τοποθέτηση απέναντι στη φρενίτιδα της τεχνητής νοημοσύνης που έχει εκτινάξει την αξία της εταιρείας. Με τη χαρακτηριστική του ευθύτητα, μάλιστα, διόρθωσε διεθνή μέσα ενημέρωσης που είχαν παρερμηνεύσει το μέγεθος της επένδυσης, δείχνοντας ότι δεν τον απασχολεί να εντυπωσιάσει, αλλά να εξηγήσει με ακρίβεια αυτό που θέλει να πει.

Το νέο στοίχημα απέναντι στην τεχνητή νοημοσύνη

Η κίνηση αυτή δεν ήταν μεμονωμένη. Στην τριμηνιαία κατάθεση 13-F, η Scion εμφάνισε επίσης πτωτικά στοιχήματα απέναντι στη Nvidia – την πρώτη εταιρεία στην ιστορία που ξεπέρασε τα 5 τρισ. δολάρια σε αποτίμηση. Εταιρείες AI, κινεζικοί τεχνολογικοί κολοσσοί, μετοχές που βρίσκονται σε διαρκή άνοδο. Για τον Μπέρι, όλα αυτά αποτελούν κομμάτια ενός αφηγήματος που θυμίζει την υπερβολή της δεκαετίας του 2000. Ένα αφήγημα που η Wall Street αγαπά να πιστεύει, αλλά που εκείνος παρακολουθεί με το βλέμμα του ανθρώπου που έχει ξαναδεί μια αγορά να φουσκώνει, με κάθε έννοια.

Είναι χαρακτηριστικό ότι πριν από μερικές εβδομάδες δημοσίευσε στα κοινωνικά δίκτυα εικόνα του χαρακτήρα του από την ταινία The Big Short, συνοδευόμενη από τη φράση «μερικές φορές βλέπουμε φούσκες». Δεν χρειάστηκε να πει κάτι περισσότερο. Η αναφορά ήταν αρκετή για να υπενθυμίσει πως ο Μπέρι δεν είναι απλώς επενδυτής, είναι ο άνθρωπος που έμαθε στην Wall Street ότι ο κίνδυνος δεν εξαφανίζεται όταν τον αγνοείς.

Για τον Μπέρι, η τεχνητή νοημοσύνη δεν είναι απάτη. Είναι μια τεράστια τεχνολογική μεταμόρφωση – ίσως η μεγαλύτερη των τελευταίων δεκαετιών. Αλλά αυτό δεν σημαίνει πως οι αποτιμήσεις των εταιρειών που την εκπροσωπούν είναι βιώσιμες. Η ιστορία των αγορών βρίσκει συνεχώς τρόπους να υπενθυμίζει ότι ακόμη και οι πιο φωτεινές καινοτομίες μπορούν να μετατραπούν σε φούσκες όταν οι επενδυτές πληρώνουν όχι για την πραγματικότητα, αλλά για την υπόσχεση.

 

Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.

 

Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη Autopilot (@joinautopilot_)

Ένας επενδυτής που επιστρέφει πάντα όταν οι αγορές είναι υπερβολικά σίγουρες

Για να κατανοήσει κανείς τις κινήσεις του, πρέπει να γνωρίζει τον ίδιο. Ο Μάικλ Μπέρι γεννήθηκε το 1971 στο Σαν Χοσέ της Καλιφόρνια και έχασε σε ηλικία δύο ετών το αριστερό του μάτι από ρετινοβλάστωμα, μια εμπειρία που άφησε βαθιά ίχνη στην προσωπικότητά του. Σπούδασε οικονομικά στο UCLA πριν συνεχίσει στην Ιατρική Σχολή του Βάντερμπιλτ και αργότερα ξεκινήσει ειδικότητα στη νευρολογία στο Στάνφορντ. Παράλληλα με τις σπουδές, αφιέρωσε αμέτρητες νύχτες στην ανάλυση αγορών. Τελικά εγκατέλειψε την ιατρική για να αφοσιωθεί στην επενδυτική του διαδρομή, χωρίς όμως να χάσει ποτέ την άδεια άσκησης επαγγέλματος.

Η ιστορία του είναι αυτή ενός ανθρώπου που δεν διστάζει να στραφεί κόντρα στην κυρίαρχη τάση. Το 2010, σε άρθρο του στη New York Times, κατηγόρησε την Ομοσπονδιακή Τράπεζα ότι ενθάρρυνε τη φούσκα των ακινήτων. Το 2022 εξέφρασε δημόσια την άποψη ότι η Fed δεν έχει πραγματική πρόθεση να καταπολεμήσει τον πληθωρισμό. Το 2023 προέβλεψε ύφεση και αργότερα παραδέχθηκε ότι έκανε λάθος. Ο Μπέρι δεν διεκδικεί το αλάθητο, διεκδικεί την ανεξαρτησία. Το θάρρος του δεν βρίσκεται στο να έχει πάντα δίκιο, αλλά στο να ακολουθεί τη δική του κρίση όταν το σύνολο δείχνει κάτι διαφορετικό.

Η σημερινή του αμφισβήτηση δεν αφορά στην αγορά ακινήτων, αλλά την αγορά τεχνητής νοημοσύνης – μια αγορά όπου τα αφηγήματα τρέχουν γρηγορότερα από τα οικονομικά μεγέθη. Το στοίχημά του απέναντι στην Palantir και τη Nvidia δεν είναι απλώς μια επενδυτική κίνηση. Είναι σχόλιο για μια εποχή που θεωρεί την τεχνητή νοημοσύνη πανάκεια, χωρίς να εξετάζει τις κυκλικές διαδρομές του κεφαλαίου που συχνά φουσκώνουν τις αποτιμήσεις.

Η απεγγραφή της Scion από την SEC ενισχύει ακόμη περισσότερο το παζλ. Σύμφωνα με τους κανονισμούς, επενδυτικοί σύμβουλοι με πάνω από 100 εκατ. δολάρια υπό διαχείριση οφείλουν να είναι εγγεγραμμένοι. Το γεγονός ότι η Scion αποσύρεται οδηγεί σε δύο σενάρια, είτε ο Μπέρι κλείνει το fund του, όπως έκανε το 2008 με το Scion Capital, είτε το μετατρέπει σε family office, περιορισμένο μόνο σε εσωτερικούς επενδυτές και άρα απείρως πιο ελεύθερο στη λειτουργία του. Η τελευταία σχετική κατάθεση τον Μάρτιο ανέφερε ότι η εταιρεία διαχειριζόταν περίπου 155 εκατ. δολάρια – αρκετά, αλλά όχι τόσο ώστε να απαιτείται δημόσια εποπτεία.

Κανείς δεν γνωρίζει με βεβαιότητα τι θα γίνει στις 25 Νοεμβρίου. Είναι μια επενδυτική ανακοίνωση; Είναι η έναρξη νέου fund; Είναι μια πρόβλεψη; Ή μήπως είναι σήμα πως ο Μπέρι ετοιμάζεται για το μεγαλύτερο trade του μετά το Big Short; Η σιωπή του, όπως πάντα, λειτουργεί περισσότερο αποκαλυπτικά από οποιαδήποτε δήλωση.

Όμως όποια κι αν είναι η συνέχεια, κάτι μοιάζει αδιαμφισβήτητο. Ο Μάικλ Μπέρι επιστρέφει στο σημείο όπου αισθάνεται πιο άνετα, εκεί όπου η αγορά βουίζει από ενθουσιασμό και αυτός στέκεται στο αντίθετο άκρο, κερδίζοντας χρόνο, χώρο και καθαρότητα σκέψης. Η ιστορία έχει δείξει πως αυτό είναι το περιβάλλον στο οποίο αναδεικνύεται. Ο άνθρωπος που είδε την κρίση πριν από όλους δεν υπόσχεται ποτέ ότι θα δει ξανά σωστά. Υπόσχεται μόνο ότι θα κοιτάξει εκεί όπου οι άλλοι διστάζουν. Κι αυτό, μερικές φορές, αρκεί για να αλλάξει τον ρου μιας ολόκληρης αγοράς.

Διαβάστε ακόμη

Το project των 250 εκατ. ευρώ από τη βασιλική οικογένεια του Άμπου Ντάμπι στην Ερμιόνη

Κατοικία: Παρέμβαση της Κομισιόν για την έκρηξη των τιμών στην Ευρώπη

Ηilton: Οι ευκαιρίες που βλέπει στον ελληνικό τουρισμό – Τα 18 νέα ανοίγματα και οι καθυστερήσεις στη συνεργασία με τον όμιλο Δουζόγλου

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα