Tα ακριβότερα brands που απευθύνονται στο λεγόμενο 1% κατάφερναν να διατηρούν σταθερές πωλήσεις ακόμη και σε περιόδους ύφεσης. Σήμερα, ωστόσο, η κατάσταση φαίνεται να αλλάζει, καθώς οι σημαντικές αυξήσεις τιμών που επέβαλαν τα τελευταία χρόνια γυρίζουν «μπούμερανγκ».
Η Dior, μέλος του ομίλου LVMH, παρουσίασε αναπάντεχη πτώση στις πωλήσεις της το πρώτο τρίμηνο. Αν και η LVMH δεν δημοσιοποιεί ακριβή στοιχεία για την Dior, ανέφερε ότι η επίδοσή της ήταν χειρότερη από τον κλάδο μόδας και δερμάτινων ειδών, που είχε μείωση 5% σε σχέση με πέρυσι. Παρόμοια πορεία ακολούθησε και η Chanel, η οποία εμφάνισε μείωση 4% στις πωλήσεις το 2024 και πτώση σχεδόν 33% στα λειτουργικά της κέρδη.
Hermès και Richemont κρατούν ψηλά τις επιδόσεις
Αντίθετα, η Hermès – γνωστή για τις δημοφιλείς τσάντες Birkin – και η Richemont, ιδιοκτήτρια της Cartier, συνέχισαν την ανοδική τους πορεία, με άνοδο 7% στις πωλήσεις κατά το πρώτο τρίμηνο του 2025, όπως καταγράφει η Wall Street Journal.
Οι τέσσερις κορυφαίες εταιρείες διαφοροποιούνται στην πολιτική τιμολόγησης. Κατά την πανδημία, οι περισσότερες αύξησαν τις τιμές σημαντικά, αξιοποιώντας την έντονη ζήτηση. Σύμφωνα με την Bernstein, οι μέσες αυξήσεις ήταν 36% από το 2020 έως το 2023 – διπλάσιες του πληθωρισμού ΗΠΑ.
Η Dior αύξησε τις τιμές κατά 51% και η Chanel κατά 59%, μετατρέποντας την κλασική τσάντα Chanel σε σύμβολο του λεγόμενου «πληθωρισμού της απληστίας». Από 5.800 δολάρια το 2019, πλέον κοστίζει 10.800 δολάρια.
Η Hermès, με πιο προσεκτική στρατηγική, αύξησε τις τιμές κατά 20%. Δηλώνει ότι μετακυλύει μόνο το αυξημένο κόστος, χωρίς να «φουσκώνει» τις τιμές. Αντίστοιχα, η Richemont υιοθέτησε μετριοπαθή στάση, με τον πρόεδρό της να επισημαίνει ότι η έλλειψη απληστίας στο παρελθόν αποδίδει τώρα καρπούς, κερδίζοντας μερίδιο από υπερτιμημένους ανταγωνιστές.
Διλήμματα και επόμενα βήματα
Τα luxury brands βρίσκονται ωστόσο, τώρα, σε δύσκολη θέση. Αν μειώσουν τις τιμές, κινδυνεύουν να υπονομεύσουν το κύρος τους. Οι luxury εταιρείες επενδύουν τεράστια ποσά στο marketing για να διατηρούν την αίσθηση αποκλειστικότητας. Η μείωση των τιμών ίσως ερμηνευτεί ως αποτυχία πρόβλεψης και πτώση της επιθυμίας για τα προϊόντα. Εναλλακτικά, μπορούν να περιμένουν ο πληθωρισμός και η αύξηση των εισοδημάτων να ενισχύσουν ξανά την αγοραστική δύναμη, ή να προωθήσουν νέα, πιο προσιτά προϊόντα.
Διαβάστε ακόμη
Βρυξέλλες για Ελλάδα: Επικύρωση της θετικής πορείας και των παροχών
Attica Group: Επενδυτικό σχέδιο 700 εκατ. ευρώ για νέα πλοία έως το 2030
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα
Σχολίασε εδώ
Για να σχολιάσεις, χρησιμοποίησε ένα ψευδώνυμο.