Οι οικογένειες στη Βρετανία συσσωρεύουν μετρητά αντί να τα διοχετεύουν στην αγορά, καθώς τα σοκ της τελευταίας πενταετίας έχουν ενισχύσει το αίσθημα οικονομικής ανασφάλειας, προειδοποιεί ο Μάικλ Σόντερς, πρώην μέλος της Επιτροπής Νομισματικής Πολιτικής της Τράπεζας της Αγγλίας. Η εκτίμηση αυτή έρχεται λίγες ημέρες πριν από τα Χριστούγεννα, ενισχύοντας το κλίμα απαισιοδοξίας για την πορεία της κατανάλωσης.

Σε ανάλυσή του για την απότομη άνοδο των ποσοστών αποταμίευσης μετά την πανδημία, ο Σόντερς –νυν ανώτερος σύμβουλος της Oxford Economics– επισημαίνει ότι οι Βρετανοί αποταμιεύουν μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματός τους επειδή θεωρούν ότι δεν διαθέτουν επαρκές «μαξιλάρι» για έκτακτες ανάγκες. Παράλληλα, τα υψηλότερα επιτόκια καθιστούν την αποταμίευση πιο ελκυστική.

Τα ευρήματα αυτά δεν προμηνύουν θετική εικόνα για τη χριστουγεννιάτικη περίοδο, η οποία αποτελεί κρίσιμο εμπορικό διάστημα για το λιανεμπόριο και τους προμηθευτές του. Την Παρασκευή, τα επίσημα στοιχεία έδειξαν ότι το ΑΕΠ συρρικνώθηκε για δεύτερο συνεχόμενο μήνα τον Οκτώβριο, αυξάνοντας τον κίνδυνο της πρώτης τριμηνιαίας ύφεσης εδώ και δύο χρόνια. Οι λιανικές πωλήσεις υποχώρησαν, ενώ τα στοιχεία του κλάδου δείχνουν ότι οι καταναλωτές παραμένουν απρόθυμοι να ανοίξουν το πορτοφόλι τους.

Η κατανάλωση αποτελεί περίπου το 60% της οικονομικής δραστηριότητας στο Ηνωμένο Βασίλειο και είναι καθοριστική για την ανάπτυξη. Ωστόσο, παραμένει στάσιμη εδώ και τρία χρόνια, λειτουργώντας ως «βαρίδι» για την οικονομία — σε πλήρη αντίθεση με τις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου οι καταναλωτές έχουν τροφοδοτήσει την ταχύτερη ανάπτυξη μεταξύ των χωρών της G7.

Η ανάκαμψη της ιδιωτικής κατανάλωσης είναι επίσης κρίσιμη για τα φορολογικά έσοδα που χρειάζεται η υπουργός Οικονομικών Ρέιτσελ Ριβς, ώστε να παραμείνει εντός στόχων ο προϋπολογισμός της.

Ο Σόντερς σημειώνει ότι τα νοικοκυριά «σημαδεύτηκαν» από την πανδημία και τη μετέπειτα την ενεργειακή κρίση, η οποία οδήγησε τον πληθωρισμό πάνω από το 11% στα τέλη του 2022 και εκτόξευσε τα στεγαστικά επιτόκια. Παρότι ο μέσος όρος αποταμιεύσεων είναι σήμερα υψηλότερος σε σχέση με την προ πανδημίας περίοδο και οι πραγματικοί μισθοί αυξάνονται εδώ και περισσότερα από δύο χρόνια, τα νοικοκυριά εξακολουθούν να αποταμιεύουν ιστορικά υψηλό ποσοστό του διαθέσιμου εισοδήματός τους.

«Ακόμη και αν το μέσο επίπεδο ρευστών διαθεσίμων είναι υψηλότερο από πριν την πανδημία, το ποσοστό των νοικοκυριών που δηλώνουν ότι δεν έχουν επαρκείς αποταμιεύσεις για έκτακτες ανάγκες έχει αυξηθεί σημαντικά», τονίζει.

Τα ποσοστά αποταμίευσης βρίσκονται περίπου 2,5 ποσοστιαίες μονάδες πάνω από τον μακροχρόνιο μέσο όρο, με τη μεγαλύτερη επιφυλακτικότητα να καταγράφεται στις ηλικίες 25–55 ετών, στους ενοικιαστές, στους δανειολήπτες στεγαστικών και σε όσους διαθέτουν περιορισμένες αποταμιεύσεις.

Η Τράπεζα της Αγγλίας αναμένει μόνο μια ήπια υποχώρηση του ποσοστού αποταμίευσης από τα σημερινά επίπεδα άνω του 10% τα επόμενα χρόνια. Ο διοικητής Άντριου Μπέιλι παραδέχθηκε πρόσφατα ότι οι καταναλωτές επιδεικνύουν «υψηλό βαθμό προσοχής» σε ένα περιβάλλον αβεβαιότητας. Η κεντρική τράπεζα αναμένεται ευρέως να μειώσει τα επιτόκια την επόμενη εβδομάδα.

Ο Σόντερς εκτιμά ότι τα ποσοστά αποταμίευσης θα μειωθούν ελαφρά τα επόμενα χρόνια, αλλά θα παραμείνουν υψηλότερα από τα προ πανδημίας επίπεδα, οδηγώντας σε «υποτονική ανάπτυξη» και αναγκάζοντας την Τράπεζα της Αγγλίας να προχωρήσει σε περισσότερες μειώσεις επιτοκίων από όσες σήμερα προεξοφλούνται. Οι αγορές προβλέπουν μείωση κατά 25 μονάδες βάσης στις 18 Δεκεμβρίου, στο 3,75%, και μόλις μία ακόμη στη συνέχεια.

Διαβάστε ακόμη

Τέλος η περίοδος ανοχής για τους «πονηρούς» του νόμου Κατσέλη

Μητσοτάκης: Αυξήσεις στα εισοδήματα και μειώσεις φόρων με επίκεντρο τον εθνικό σχεδιασμό και την Ευρώπη

Στο στόχαστρο της ΑΑΔΕ «ύποπτες» επιστροφές ΦΠΑ

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα