Σε μια μικρή πόλη έξω από τη Νάπολη, το Γκρανιάνο, η καθημερινότητα ξεκινά με τον ίδιο ρυθμό εδώ και δεκαετίες: φορτηγά γεμάτα σιμιγδάλι παραδίδουν την πρώτη ύλη που θα μεταμορφωθεί σε ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα προϊόντα της Ιταλίας, τα ζυμαρικά. Για την εταιρεία Garofalo, μία από τις μεγαλύτερες εξαγωγικές επιχειρήσεις του κλάδου, φτάνουν καθημερινά έως και 20 φορτηγά. Το σιτάρι μπορεί να εισάγεται από ποικίλα σημεία του κόσμου, όμως κάθε επόμενη φάση της παραγωγής πραγματοποιείται υποχρεωτικά εντός του Γκρανιάνο, όπου η παράδοση επιβάλλει αυστηρούς κανόνες.
Εκεί, το σιμιγδάλι αναμειγνύεται με νερό που προέρχεται από τις πηγές των βουνών Λατάρι, ενώ η ζύμη περνά από καλούπια με χάλκινα άκρα. Η χαρακτηριστική τραχιά επιφάνεια που δίνει ο χαλκός επιτρέπει στη σάλτσα να «αγκαλιάζει» καλύτερα το ζυμαρικό, στοιχείο που θεωρείται διεθνώς ένδειξη υψηλής ποιότητας.
Ένα μεγάλο μέρος της παραγωγής της Garofalo καταλήγει στις Ηνωμένες Πολιτείες, που αποτελούν περίπου το 20% των συνολικών πωλήσεων της εταιρείας. Ωστόσο, αυτή η σημαντική παρουσία απειλείται πλέον σοβαρά. Από το επόμενο έτος, οι εξαγωγές της Garofalo, αλλά και περισσότερων από δέκα ακόμη ιταλικών εταιρειών ζυμαρικών, ενδέχεται να επιβαρυνθούν με δασμούς που μπορεί να ξεπεράσουν το 100%, καθιστώντας τα προϊόντα ουσιαστικά μη ανταγωνιστικά.
Οι εταιρείες κατηγορήθηκαν ότι διέθεταν τα προϊόντα τους στις ΗΠΑ σε τεχνητά χαμηλές τιμές και ότι δεν συνεργάστηκαν επαρκώς με έρευνα του αμερικανικού υπουργείου Εμπορίου. Το αποτέλεσμα ήταν η επιβολή προκαταρκτικού αντιντάμπινγκ δασμού 91,74%. Ο διευθύνων σύμβουλος της Garofalo, Μάσιμο Μένα, σχολίασε ότι «κάτι πήγε εντελώς λάθος», επιμένοντας πως η διαδικασία ήταν χαοτική και ότι η εταιρεία παρείχε όλα τα στοιχεία που της ζητήθηκαν.
Από την άλλη πλευρά, αξιωματούχος της κυβέρνησης Τραμπ υποστήριξε ότι οι εταιρείες δεν ανταποκρίθηκαν με ακρίβεια στις απαιτήσεις του υπουργείου Εμπορίου, το οποίο διενεργεί τέτοιους ελέγχους ρουτίνας.
Για πολλές ευρωπαϊκές επιχειρήσεις, ιδιαίτερα στον κλάδο των τροφίμων, η αυθεντικότητα θεωρείται θεμελιώδης. Συνδέεται με παραδοσιακές μεθόδους, σταθερή ποιότητα και αυστηρή γεωγραφική προέλευση. Αυτή η προσήλωση στην ιστορικότητα και τη λεπτομέρεια έχει καταστήσει τα ευρωπαϊκά προϊόντα — από τη γαλλική σαμπάνια έως το ελβετικό τυρί και τα ιταλικά ζυμαρικά — παγκόσμια συνώνυμα ποιότητας.
Όμως αυτή η αφοσίωση συνεπάγεται υψηλότερο κόστος παραγωγής. Για τις ιταλικές εταιρείες, οι οποίες ήδη επιβαρύνονται με δασμό 15% που συμφωνήθηκε μεταξύ Ε.Ε. και ΗΠΑ το καλοκαίρι, η νέα χρέωση θα εκτόξευε το συνολικό βάρος κοντά στο 107%.
Οι αντιντάμπινγκ δασμοί αποτελούν διεθνώς ένα μέσο προστασίας των εγχώριων αγορών όταν θεωρείται ότι μια ξένη εταιρεία πωλεί «άδικα» φθηνά προϊόντα. Οι ΗΠΑ είχαν επιβάλει τέτοιους δασμούς στους Ιταλούς παραγωγούς ζυμαρικών ήδη πριν από τρεις δεκαετίες.
Η φετινή διαδικασία ξεκίνησε ύστερα από αίτημα δύο αμερικανικών εταιρειών, της 8th Avenue Food & Provisions και της Winland Foods. Το υπουργείο Εμπορίου εξέτασε τις πωλήσεις της Garofalo και της La Molisana από τον Ιούλιο 2023 έως τον Ιούνιο 2024. Σύμφωνα με την απόφαση, οι εταιρείες δεν παρείχαν επαρκή στοιχεία, και έτσι ενεργοποιήθηκε η επιβολή δασμών όχι μόνο στις δύο, αλλά συνολικά σε έντεκα επιχειρήσεις, μεταξύ των οποίων και οι κολοσσοί Barilla και Rummo.
Ο Μένα χαρακτήρισε την εξέλιξη «απίστευτη» και τόνισε ότι το σύνολο των ζητούμενων δεδομένων κατατέθηκε κανονικά, όπως συνέβαινε πάντα στις προηγούμενες έρευνες. Η Garofalo έχει ήδη κινηθεί νομικά κατά της απόφασης, όμως εάν οι προσφυγές αποτύχουν, η εταιρεία θα κληθεί να καταβάλει επιβαρύνσεις που καλύπτουν ολόκληρη την περίοδο της έρευνας, περίπου 15 εκατ. ευρώ. Η οριστική απόφαση αναμένεται μετά τις αρχές του νέου έτους.
Η ιταλική κυβέρνηση και η Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν παρέμβει έντονα, συζητώντας το ζήτημα με Αμερικανούς αξιωματούχους, καθώς πληθαίνουν οι εκτιμήσεις πως οι νέοι δασμοί δεν είναι μόνο τεχνικής φύσης, αλλά και πολιτικής. Ο Λευκός Οίκος απάντησε πως οι επιχειρήσεις φέρουν ευθύνη. Εκπρόσωπός του δήλωσε ότι «απέτυχαν στις αρχικές τους απαντήσεις» και πως, παρότι ενημερώθηκαν για τα προβλήματα, δεν τα διόρθωσαν. Συμπλήρωσε ότι υπάρχει ακόμη χρόνος για επανεξέταση πριν οριστικοποιηθούν οι χρεώσεις. Ωστόσο, η απειλή τιμωρητικών δασμών παραμένει ισχυρή και οι συνέπειές της θα μπορούσαν να επηρεάσουν βαθιά την ιταλική βιομηχανία ζυμαρικών και την παρουσία της στη μεγαλύτερη αγορά του κόσμου.
Διαβάστε ακόμη
Μεγανήσι: Πώς τρεις γενιές της οικογένειας Σκλαβενίτη συνέβαλαν στην ανάπτυξη του νησιού
Επενδύσεις 2 δισ. ευρώ – Ξεκλειδώνει ο Αναπτυξιακός (πίνακας)
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα
Σχολίασε εδώ
Για να σχολιάσεις, χρησιμοποίησε ένα ψευδώνυμο.