Ήταν υπερβολικές οι αξιώσεις των πιστωτών έναντι της Ελλάδας ή υπήρχε εναλλακτική λύση; Θα πρέπει να γίνει κούρεμα του χρέους και ποια θα πρέπει να είναι εντέλει τα επόμενα βήματα στη διαχείριση του ελληνικού ζητήματος;

Σε αυτά και άλλα ερωτήματα κλήθηκε να απαντήσει ο Τόμας Στράουμπχαρ, καθηγητής Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου, σε συνέντευξη που παραχώρησε στη Γερμανική Ραδιοφωνία Deutschlandfunk. Όπως σημείωσε ο οικονομολόγος, η παροχή νέας οικονομικής βοήθειας έναντι της υλοποίησης αναγκαίων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων είναι στην παρούσα φάση το ενδεδειγμένο μείγμα πολιτικής: «Αφενός είναι βέβαιο ότι η Ελλάδα θα γίνει μια κανονική, μέση ευρωπαϊκή χώρα και αυτό γίνεται μόνον μέσα από τις μεταρρυθμίσεις, κυρίως όσον αφορά τη διοίκηση και δη τη φορολογική. Στον αντίποδα η Ελλάδα χρειάζεται ανάπτυξη για να εξέλθει από αυτή τη μακρά ύφεση. Γι΄ αυτό παρέχονται χρήματα. Πιστεύω λοιπόν ότι το πακέτο αυτό -αφενός πρέπει να ανταποκριθεί η Ελλάδα, αφετέρου οι πιστωτές- είναι απολύτως σωστό».

Η αύξηση των φόρων ωστόσο είναι συχνά πολύ αντιπαραγωγική και ελλοχεύει πάντα ο κίνδυνος ακόμη μεγαλύτερης ύφεσης: «Έτσι είναι», σχολιάζει ο καθηγητής. «Η αύξηση των φόρων εν μέσω αυτής της δύσκολης φάσης δεν πρόκειται να φέρει ανάπτυξη. Αντιθέτως, οι τουρίστες, και οι Γερμανοί, που περνούν τώρα τις διακοπές τους στην Ελλάδα, θα ξοδέψουν λιγότερα εάν ακριβύνουν τα προϊόντα. Πρέπει να είμαστε όμως ιδιαίτερα προσεκτικοί: η αύξηση του ΦΠΑ αποφασίστηκε στη Βουλή. Μέχρι να υλοποιηθεί και να φτάσει και στο τελευταίο εστιατόριο της χώρας, θα χρειαστεί πολύς καιρός».

Αναγκαία η αναδιάρθρωση
Ο γερμανός καθηγητής θεωρεί πάντως αναγκαία την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους. Όπως εκτίμησε, σχολιάζοντας την τελευταία ανάλυση του ΔΝΤ.

«Παραδέχομαι ότι με ανησυχεί. Από την άλλη πλευρά είναι σαφές εδώ και καιρό ότι στο άμεσο μέλλον η Ελλάδα θα μπορεί να εξυπηρετήσει μόλις ένα μικρό μέρος του χρέους της με τις δικές της δυνάμεις. Θα ήταν λοιπόν ειλικρινές να πούμε ότι εμείς ως πιστωτές θα ξαναδούμε μόλις ένα πολύ μικρό μέρος των χρημάτων που δώσαμε. Θεωρώ λοιπόν σωστή την ανάλυση που έβαλε τώρα στο τραπέζι το ΔΝΤ. Δεν θα έφερνα όμως προς συζήτηση ένα κούρεμα. Θα ήταν λάθος τη δεδομένη χρονική στιγμή. Μου είναι όμως σαφές εδώ και καιρό ότι θα έρθει κάποια μορφή αναδιάρθρωσης. Η (…) ενδεδειγμένη λύση θα ήταν η παράταση του χρόνου αποπληρωμής των δανείων και η μείωση των επιτοκίων».

Πώς σχολιάζει ο ίδιος τον ιδιαίτερα σκληρό τόνο των ευρωπαίων εταίρων έναντι της Ελλάδας στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής; Υπήρχε εναλλακτική λύση η οποία θα επέτρεπε να αποφασίζει αυτοβούλως η ελληνική κυβέρνηση για το ενδεδειγμένο μείγμα περικοπών και μεταρρυθμίσεων;

«Και ναι και όχι. Πιστεύω -τουλάχιστον έτσι το εξέλαβα από τις διαπραγματεύσεις- ότι θα προτιμούσαν να αφήσουν την Αθήνα να αποφασίζει. Από την άλλη πλευρά όμως γνωρίζουμε από την οικονομική θεωρία ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο να υλοποιήσεις μεταρρυθμίσεις όταν τις ξεκινάς μόνος σου στο εσωτερικό και γι΄ αυτό οι κυβερνήσεις αναζητούν συχνά την έξωθεν πίεση, προκειμένου να επιρριφθούν στη συνέχεια όλα τα δεινά που θα έρθουν, για παράδειγμα στις Βρυξέλλες και το Βερολίνο».