Η Γερμανία υπερηφανεύεται για το κοινωνικό της κράτος, με δωρεάν πανεπιστήμια, καθολική υγειονομική κάλυψη και ένα δίκτυο προστασίας απέναντι στα πιο σκληρά πλήγματα της ζωής. Στην πράξη, ωστόσο, μια ασθένεια, ένα ατύχημα ή ένας εθισμός μπορεί να αρκούν για να οδηγήσουν νοικοκυριά σε έναν φαύλο κύκλο χρεών που διαρκεί χρόνια.

Η ετήσια έκθεση Überschuldungsreport 2025, που δημοσιεύθηκε από το Ινστιτούτο Χρηματοοικονομικών Υπηρεσιών και το Ίδρυμα για την Πρόληψη της Υπερχρέωσης, αναδεικνύει ότι τα προβλήματα υγείας είναι πλέον η κυριότερη αιτία υπερχρεωμένων νοικοκυριών στη χώρα, ξεπερνώντας την ανεργία και το διαζύγιο.

«Με 17,6%, η ασθένεια είναι ο πιο συχνά αναφερόμενος λόγος υπερβολικών χρεών, ακολουθούμενη από την ανεργία με 15,3% και τον χωρισμό ή διαζύγιο με 9,1%», σημειώνει η έκθεση.

Από την ανεργία στην ασθένεια

Για πολλά χρόνια η ανεργία ήταν η συχνότερη αιτία οικονομικής δυσπραγίας. Το 2025 όμως, το σκηνικό έχει αλλάξει: οι αιτίες που σχετίζονται με την υγεία (13% ασθένεια, 4,4% εθισμός, 0,3% ατυχήματα) συγκεντρώνονται πλέον στην κορυφή της λίστας. Ένας σύμβουλος χρέους που μίλησε για την έκθεση περιέγραψε το φαινόμενο ως «βραδυφλεγές φυτίλι».

Τα προβλήματα υγείας συχνά φορτώνουν κόστη σε ήδη εύθραυστους οικογενειακούς προϋπολογισμούς: ιατρικά έξοδα συμμετοχής, μείωση ωραρίου εργασίας, θεραπείες που δεν καλύπτονται πλήρως από την ασφάλιση. Αυτό που ξεκινά ως διαχειρίσιμο βάρος μπορεί να εξελιχθεί σε ανεξόφλητους λογαριασμούς, δικαστικές απαιτήσεις και τελικά διαδικασίες αφερεγγυότητας.

Δημόσια και ιδιωτική υγεία

Η γερμανική υγειονομική κάλυψη χωρίζεται σε δημόσια (GKV) και ιδιωτική (PKV) ασφάλιση. Στη δημόσια ασφάλιση υπάγεται το 88,2% του πληθυσμού, στην ιδιωτική το 11,1%. Παρά τη γενναιόδωρη κάλυψη, οι ασφαλισμένοι πληρώνουν συμμετοχές (10% της αξίας κάθε φαρμάκου, με όριο 5–10 ευρώ).

Η έκθεση καταγγέλλει ότι οι ασφαλιστικοί οργανισμοί δεν ειδοποιούν αυτόματα τους πολίτες όταν φτάσουν στο όριο απαλλαγής από συμμετοχές, αναγκάζοντας τους ίδιους τους ασθενείς να υποβάλουν αιτήσεις, κάτι που συχνά αποθαρρύνει ή δυσκολεύει ιδιαίτερα όσους βρίσκονται σε εύθραυστη κατάσταση.

Το κοινωνικό προφίλ των υπερχρεωμένων

Οι πελάτες που απευθύνονται σε κέντρα συμβουλευτικής χρέους εμφανίζουν σοβαρές ανισορροπίες. Το 2024, ο διάμεσος όρος χρέους ήταν 14.908 ευρώ ανά άτομο, ενώ το μέσο μηνιαίο εισόδημα μόλις 990 ευρώ – λιγότερο από το χρέος ενός έτους.

Ιδιαίτερα εκτεθειμένες είναι οι μονογονεϊκές οικογένειες (14,5% των υπερχρεωμένων) και σχεδόν στο 80% οι γυναίκες, που συχνά πλήττονται από ασθένειες παιδιών ή αδυναμία εργασίας. Εξίσου, το 60% των υπερχρεωμένων πολιτών ζουν μόνοι, χωρίς δίκτυο υποστήριξης.

Καθυστερημένη αναζήτηση βοήθειας

Ανησυχητικό είναι και το γεγονός ότι οι άνθρωποι αναζητούν βοήθεια πολύ αργά: η μέση διάρκεια μιας υπόθεσης συμβουλευτικής το 2024 ήταν 124 ημέρες. Συχνά φτάνουν στους ειδικούς μόνο όταν η κατάσταση είναι μη αναστρέψιμη, υπό την πίεση των δανειστών και με έντονο ψυχολογικό άγχος.

Η πολυπλοκότητα των χρεών είναι επίσης χαρακτηριστική: οι μισοί οφείλουν σε λιγότερους από 10 πιστωτές, αλλά σχεδόν το 24% σε περισσότερους από 20, κάτι που καθιστά τη διαπραγμάτευση και την αναδιάρθρωση εξαιρετικά δύσκολη.

Διαβάστε ακόμη

Deutsche Bank: Το bitcoin μπορεί να γίνει ισάξιο αποθεματικό με το χρυσό μέχρι το 2030

ΕΧΑΕ: Αντίστροφη μέτρηση για τη Δημόσια Πρόταση του Euronext – Εγκρίθηκε το πληροφοριακό δελτίο

Ρεκόρ πλούτου για το τοπ 10% των Αμερικανών – 5 τρισ. δολάρια σε τρεις μήνες με ώθηση από τη Wall Street

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα