Νέα μελέτη του Ινστιτούτου Bruegel επιβεβαιώνει τις ανησυχίες για την αδυναμία των ευρωπαϊκών οικονομιών να υποστηρίξουν αποτελεσματικά τον γηράσκοντα πληθυσμό. Αν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα, η υποβάθμιση της ποιότητας ζωής θα είναι ταχύτατη. Η Ευρώπη εισέρχεται σε μια περίοδο έντονης δημογραφικής μεταβολής, με τη γήρανση να εξελίσσεται στο κύριο πληθυσμιακό και οικονομικό ζήτημα των επόμενων δεκαετιών.

Ο λόγος εξάρτησης ηλικιωμένων (65+/20-64) αναμένεται να αυξηθεί πάνω από 60% – από 0,36 σε 0,59 – έως το 2070. Η πτώση της γεννητικότητας και η αύξηση του προσδόκιμου ζωής περιορίζουν τον ενεργό πληθυσμό και εντείνουν τις πιέσεις στα συνταξιοδοτικά και στα συστήματα υγειονομικής φροντίδας. Παρόλα αυτά, το συνολικό κόστος της γήρανσης για τους κρατικούς προϋπολογισμούς θεωρείται διαχειρίσιμο, με αναμενόμενη αύξηση λίγο πάνω από 1% του ΑΕΠ ως το 2070.

Υπάρχουν ωστόσο έντονες εθνικές διαφοροποιήσεις: στο Λουξεμβούργο το κόστος της γήρανσης θα ξεπεράσει το 10% του ΑΕΠ, ενώ στην Ελλάδα και στην Ιταλία αναμένεται μείωση, λόγω προγενέστερων μεταρρυθμίσεων. Παράλληλα, ο πληθυσμός σε ηλικία εργασίας συρρικνώνεται σχεδόν παντού, περιορίζοντας την αναμενόμενη ανάπτυξη της ΕΕ στο ιστορικό χαμηλό του 1,3% ετησίως.

Μόνο η στοχευμένη μετανάστευση μπορεί να απορροφήσει τις πιέσεις της γήρανσης, καθώς δεν προβλέπεται σημαντική αύξηση γεννήσεων. Ωστόσο, η οικονομική συνεισφορά των μεταναστών εξαρτάται από την ενσωμάτωσή τους στην αγορά εργασίας. Αντίθετα, τα προγράμματα οικογενειακής ή ανθρωπιστικής μετανάστευσης προκαλούν συχνά δημοσιονομικές επιβαρύνσεις. Η έκθεση τονίζει ότι οι πολιτικές που προσελκύουν εργαζόμενους μετανάστες οδηγούν σε θετικό αποτέλεσμα. Η Δανία αποτελεί πρότυπο, καθώς σχεδόν 70% των αδειών διαμονής δόθηκαν σε εργαζομένους και φοιτητές την τελευταία δεκαετία, περιορίζοντας τις μη παραγωγικές μορφές εισόδου.

Η αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης και η ενίσχυση των κεφαλαιοποιητικών συντάξεων αναδεικνύονται ως βασικές λύσεις.

Η ελληνική ιδιαιτερότητα

Η Ελλάδα παρουσιάζει μείωση του κόστους γήρανσης, κυρίως λόγω σκληρών μεταρρυθμίσεων και περιορισμού της γενναιοδωρίας των συντάξεων. Ωστόσο, εξακολουθεί να έχει από τα υψηλότερα ποσοστά αναπλήρωσης στην ΕΕ – άνω του 90% έναντι ευρωπαϊκού μέσου όρου περίπου 60%.

Η αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης στα 67 έτη για τους νεοεισερχόμενους στην αγορά εργασίας αποτελεί μέτρο σταθεροποίησης για το μέλλον.

Η ραγδαία αύξηση των ατόμων άνω των 85 ετών έως το 2070 – κατά περίπου 23% – δημιουργεί σοβαρές ανάγκες για υποδομές και υπηρεσίες μακροχρόνιας περίθαλψης. Η ανάπτυξη αυτών των υπηρεσιών και η στελέχωσή τους με κατάλληλο προσωπικό είναι προτεραιότητα για όλα τα κράτη μέλη.

Η έκθεση, στηριγμένη σε στοιχεία από την ΕΕ και τον ΟΟΣΑ, καταλήγει σε τέσσερις προτάσεις:

  1. Ενίσχυση της εργασιακής μετανάστευσης
  2. Επέκταση της ιδιωτικής αποταμίευσης για συντάξεις,
  3. Προοδευτική αύξηση των ηλικιακών ορίων συνταξιοδότησης,
  4. Αναβάθμιση της φροντίδας ηλικιωμένων μέσω υποδομών και ανθρώπινου δυναμικού.

Διαβάστε ακόμη

Allwyn – ΟΠΑΠ: Το deal μαμούθ των 16 δισ. ευρώ – Τι σηματοδοτεί η στρατηγική κίνηση του Κάρελ Κόμαρεκ

Η κούρσα των κολοσσών: Οι δύο εταιρείες που κατέχουν το 100% των πιο προηγμένων chips του κόσμου

Σε νέο κύκλο εισέρχεται η αγορά ακινήτων σύμφωνα με τους αναλυτές

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα